του Νίκου Μελέτη
Ενώ η Ισπανία φλέγεται, η ήττα του Σαρκοζί αποσταθεροποιεί την «Ευρώπη-φρούριο» της Μέρκελ. Ελπίδες για επανατοποθέτηση και του «ελληνικού ζητήματος».
Η κρίσιμη μάχη του μεγάλου «πολέμου» που θα κρίνει τη μελλοντική πορεία όχι μόνο της Ευρωζώνης αλλά… και της ίδιας της Ευρώπης ξεκινά σήμερα στη Γαλλία, όπου η Αριστερά με επικεφαλής τον Φρανσουά Ολάντ διεκδικεί μια αλλαγή προσανατολισμού για την Ευρώπη που θα οδηγήσει και σε μια προοδευτική αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης.
Ο υποψήφιος του γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος προηγείται του Ν. Σαρκοζί σε όλες τις δημοσκοπήσεις των τελευταίων ημερών και θα αναμετρηθεί εκτός απροόπτου μαζί του στον δεύτερο γύρο στις 6 Μαΐου,…
έχοντας καθαρό προβάδισμα, που δημιουργεί βάσιμες προσδοκίες για να πνεύσει αέρας αλλαγής στην Ε.Ε.
Στη Γαλλία σήμερα αναμετριούνται οι δύο διαφορετικές αντιλήψεις για το ευρωπαϊκό μοντέλο ανάπτυξης και για το μέλλον του κοινού νομίσματος, και η έκβαση της μάχης αυτής θα αποτελέσει τον καταλύτη για γενικότερες ανατροπές, την ώρα που και η Ισπανία εισέρχεται στη «διακεκαυμένη ζώνη».
Οι αγορές
Ο κ. Ολάντ έχει να αντιμετωπίσει δύο μεγάλους αντιπάλους: τις αγορές, που καιροφυλακτούν θέλοντας να κόψουν από νωρίς κάθε διάθεση «επαναστατικών αλλαγών» που θα «αποσταθεροποιήσουν» το ευρώ, αλλά και την ίδια τη Γερμανία, η οποία αντιμετωπίζει με τρόμο το ενδεχόμενο ανατροπής του Δημοσιονομικού Συμφώνου που με τόσο κόπο και τόσα παζάρια πέτυχαν η κ. Μέρκελ και ο κ. Σαρκοζί.
Ηδη οι αγορές έστειλαν προειδοποιητικά μηνύματα την Παρασκευή στρεφόμενες εναντίον της Ισπανίας, καθώς η δημοπρασία των ισπανικών ομολόγων έφθασε σε επιτόκια του 6%.
«Η Ισπανία παραμένει ο μεγάλος πονοκέφαλος καθώς σπάζει το όριο του 6% … αυτό κάνει ακόμη πιο ανήσυχες τις αγορές, γιατί αμέσως μετά είναι το όριο του 7%, όπου όλες οι μνήμες παραπέμπουν στην Ελλάδα και την Πορτογαλία» δήλωσε στο Ρόιτερ ο στρατηγικός αναλυτής των Lloyds, Α. Γκεοργκολόπουλος.
Στον «πόλεμο» που έχει ξεκινήσει, σύμμαχοι του κ. Ολάντ δεν μπορεί να είναι άλλοι από τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, που ανεξαρτήτως κυβερνήσεως (όπως η Ισπανία με τον συντηρητικό κ. Ραχόι και η Ιταλία με τον τεχνοκράτη κ. Μόντι) οδηγούνται σε δραματικό αδιέξοδο.
Ενδεχόμενη νίκη του σοσιαλιστή υποψηφίου θα έχει ευρύτερες συνέπειες, καθώς ουσιαστικά θα προκαλέσει την πρώτη μεγάλη ρωγμή στο συντηρητικό μπλοκ το οποίο καθορίζει τις τύχες της Ευρώπης και έχει ρίξει, με πρωτοβουλία φυσικά του Βερολίνου και την υποστήριξη του Ν. Σαρκοζί, τις κοινωνίες του ευρωπαϊκού Νότου στην αδιέξοδη στενωπό της λιτότητας, της ύφεσης και της ανεργίας.
Οι μνήμες στο Παρίσι παραμένουν ζωντανές από το 1981, όταν η νίκη του σοσιαλιστή ηγέτη Φ. Μιτεράν οδήγησε σε πτώση 20% των μετοχών και η αξία του γαλλικού φράγκου υποτιμήθηκε.
Τελεσίγραφο
Τριάντα ένα χρόνια μετά, οι συνθήκες είναι πολύ διαφορετικές αλλά οι «επιθετικές» διαθέσεις των αγορών παραμένουν ακριβώς ίδιες. Ο ίδιος ο κ. Ολάντ, μιλώντας στη γερμανική οικονομική εφημερίδα «Handelsblatt», προκάλεσε ακόμη μεγαλύτερη ανησυχία στο Βερολίνο δηλώνοντας ότι εάν νικήσει και στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου τότε «δεν θα υποστηρίξει στην Εθνοσυνέλευση την επικύρωση του Συμφώνου που δεν θα περιλαμβάνει μέτρα για την ανάπτυξη», επισημαίνοντας ότι σε αυτή την προσπάθεια δεν θα είναι απομονωμένος, έχοντας την στήριξη και άλλων Ευρωπαίων ηγετών.
Την τελευταία εβδομάδα της προεκλογικής εκστρατείας ο Φ. Ολάντ «παρέσυρε» τον Ν. Σαρκοζί υποχρεώνοντάς τον να θίξει ένα θέμα-ταμπού για την ΕΚΤ, το Βερολίνο και τις άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά: τον ρόλο που θα πρέπει να διαδραματίσει η ΕΚΤ στην αντιμετώπιση της κρίσης.
Ο κ. Ολάντ δήλωσε απερίφραστα ότι η ΕΚΤ οφείλει να χρηματοδοτήσει την ανάπτυξη, είτε αυτό χρειαστεί να γίνει με μείωση των επιτοκίων είτε με απευθείας δανεισμό των χωρών-μελών αντί να δανείζει τις τράπεζες. Τέτοιες αναφορές προκαλούν ακόμη μεγαλύτερες αντιδράσεις στο Βερολίνο, καθώς έρχονται σε σύγκρουση με την κυρίαρχη αντιπληθωριστική επιλογή και τις συνταγματικές δεσμεύσεις και περιορισμούς.
Η σοσιαλιστική βίβλος
Οι λέξεις-κλειδί της προεκλογικής εκστρατείας του κ. Ολάντ, η επαναδιαπραγμάτευση του Δημοσιονομικού Συμφώνου, η ανάπτυξη και νέες θέσεις εργασίας του δίνουν τον αέρα της νίκης, αλλά ανοίγουν ένα κρίσιμο μέτωπο με τον άλλο πυλώνα της ευρωπαϊκής ισορροπίας, τη Γερμανία
Μπαίνει στο ευρω-τραπέζι το «ελληνικό ζήτημα»
Το προεκλογικό πρόγραμμα του κ. Ολάντ είναι ιδιαίτερα φιλόδοξο, καθώς προβλέπει 3% έλλειμμα και 1,7% ρυθμό ανάπτυξης το 2013 με προοπτική το έλλειμμα να μηδενιστεί το 2017 και να επιτευχθεί την ίδια χρονιά ανάπτυξη 2 – 2,25% του ΑΕΠ. Θα επιβληθούν φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών και αύξηση της φορολογικής κλίμακας για τα μεγάλα εισοδήματα και τις επιχειρήσεις.
Σε μια αριστερή στροφή, ο κ. Ολάντ υπόσχεται αύξηση των δημοσίων δαπανών κατά 20 δισ. ευρώ την επόμενη πενταετία, συνταξιοδότηση στα 60 έτη, πρόσληψη 60.000 εκπαιδευτικών και 5.000 αστυνομικών και πρόσληψη 150.000 νέων σε θέσεις επιδοτούμενες από το κράτος.
Η δέσμευση για επιβολή φόρου 75% σε εισοδήματα άνω του ενός εκατομμυρίου ευρώ αντιμετωπίζεται ακόμη και ειρωνικά από πολλούς σχολιαστές, καθώς, όπως επισημαίνουν, οι πραγματικά πλούσιοι έχουν ήδη φροντίσει να διασφαλίσουν τα χρήματά τους και αυτό που θα πληγεί είναι μόνο το γαλλικό… ποδόσφαιρο. Φέρνοντας μάλιστα ως παράδειγμα τον προπονητή της Παρί Σεν-Ζερμέν, Κ. Αντσελότι, και τον Αργεντινό ποδοσφαιριστή Χ. Παστόρ, των οποίων το «μηνιάτικο» ξεπερνά το 1 εκατομμύριο ευρώ και προφανώς θα αναζητήσουν την τύχη τους σε πρωταθλήματα άλλων χωρών…
Η Αμφιλεγόμενη αποτελεσματικότητα του προγράμματος που εφαρμόζεται από την τρόικα στην Ελλάδα αποτελεί ένα ισχυρό προεκλογικό επιχείρημα για τον κ. Ολάντ, ώστε να αμφισβητήσει ο ίδιος το μοντέλο αντιμετώπισης της κρίσης που έχει επιβάλει ο άξονας Μέρκελ-Σαρκοζί.
Αυτό προσδίδει όμως ένα σημαντικό διαπραγματευτικό όπλο στην Αθήνα, καθώς πλέον δεν θα είναι απομονωμένη η Ελλάδα, επιδιώκοντας την επαναδιαπραγμάτευση του προγράμματος προσαρμογής αλλά και αυτής ακόμη της δανειακής σύμβασης.
Ενδεχόμενη νίκη του κ. Ολάντ στις προεδρικές εκλογές της Γαλλίας δεν πρόκειται βεβαίως, όπως δηλώνουν αρμόδιες πηγές, να λύσει αυτομάτως το ελληνικό πρόβλημα, αλλά μπορεί να διαμορφώσει ευνοϊκότερες προϋποθέσεις σε επίπεδο πολιτικών συσχετισμών, ώστε να προσφερθεί στην Ελλάδα περισσότερος χώρος για να «αναπνεύσει».
Για να διαμορφωθεί ένα «Med Club» με τη συμμετοχή της Γαλλίας, της Ισπανίας, της Πορτογαλίας, της Ιταλίας, το οποίο θα αμφισβητήσει τις επιλογές του Βερολίνου, απαιτούνται ακόμη πολλά και κυρίως βασική προϋπόθεση είναι να αναδειχθεί νικητής στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών της Γαλλίας ο κ. Ολάντ. Αλλα για να συμμετάσχει σε αυτό το «Med Club» η Ελλάδα δεν θα αρκεί απλώς η άρνηση του Μνημονίου, και πολλά θα κριθούν από τις εκλογές της 6ης Μαΐου.
Από το Έθνος ης Κυριακής (ΝΙΚΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ)