Του Δημήτρη Μάρδα
Αν. Καθηγητή, Τμήματος Οικονομικών Επιστημών, ΑΠΘ
Από τις 6 Μαΐου και μετά εκδηλώνεται καθημερινά σχεδόν, μια άκομψη πολιτική εκ μέρους των εταίρων μας, με επίκεντρο την επιστροφή της Ελλάδας στη δραχμή. Η τελευταία συνοδεύεται από θέσεις που, κατά την άποψη πολλών, δεν επιτρέπουν την αναθεώρηση των όρων του Μνημονίου. Όλα αυτά διαδραματίζονται σε μια περίοδο όπου το ΣΥΡΙΖΑ επιμένει βέβαια στην καταγγελία του Μνημονίου. Από την άλλη, παρά το γεγονός ότι οι απόψεις πολλών στελεχών του εν λόγω κόμματος για έξοδο της χώρας από το ευρώ περιορίσθηκαν μετά τις πρόσφατες εκλογές, δεν έπαψαν να υφίστανται στο λεξιλόγιο τους.
Τι μπορεί να εξυπηρετεί όλη αυτή η έξαρση της εδώ και καιρό γνωστής φιλολογίας περί εξόδου της χώρας από το ευρώ;
Πρώτο σενάριο: Η θέσεις για επιστροφή στη δραχμή με την παράλληλη ανάδειξη όλων των αρνητικών στοιχείων μιας τέτοιας επιλογής, επιδιώκει να «φοβίσει» το ΣΥΡΙΖΑ….
Αυτό μάλλον επιτεύχθηκε, με συνέπεια η αρχηγική του ομάδα να περιορίσει τις φωνές που πρόδιδαν μια αταξία ως προς την προβολή των σχετικών με την ευρώ-δραχμή θέσεων και όχι μόνο. Έτσι, οι απόψεις για έξοδο από το ευρώ περιορίσθηκαν (δεν εξαλείφθηκαν όμως), ο καταγγελτικός λόγος εις βάρος του Μνημονίου ολοκληρώνεται με άλλο λεξιλόγιο (όπως π.χ. απαναχάραξη του Μνημονίου κ.ά.), θέσεις του κου Τσίπρα για την εξωτερική πολιτική (π.χ. ονομασία Σκοπίων) φαίνεται ότι διαφοροποιήθηκαν, δείχνοντας λοιπόν ότι δεν έχουν σχέση με άλλες προς την επίσημη γραμμή του κόμματος απόψεις πολλών στελεχών του κ.ά.
Δεύτερο σενάριο: Η δηλώσεις για επιστροφή στη δραχμή επιδιώκουν να «φοβίσουν» τους ψηφοφόρους. Συνέπεια του φόβου αυτού θα είναι η συσπείρωση μέρους των Ελλήνων στα γνωστά παραδοσιακά κόμματα υπέρ της δραχμής και η απομάκρυνσή τους από πολιτικούς σχηματισμούς, που υποστηρίζουν το αντίθετο εμμέσως ή σαφώς.
Τρίτο σενάριο αν και ίσως ηχεί υπερβολικό: Η όλη συζήτηση αναφορικά με τη δραχμή και την πιστή εφαρμογή του Μνημονίου επιδιώκει να εκνευρίσει τους ψηφοφόρους. Αυτοί ως θιγμένοι Έλληνες πολίτες, εξαιτίας της επιθετικής τακτικής των Ευρωπαίων, θα «πέσουν στο στόμα» του ΣΥΡΙΖΑ από αντίδραση. Έτσι, αν οι εταίροι μας κρίνουν ότι η Ελλάδα είναι ένα «καμμένο χαρτί» για την ευρωζώνη, τότε η επιδίωξή τους για αποπομπή της χώρας από το ευρώ δικαιολογεί την εν λόγω τακτική. Μπορούμε λοιπόν να οδηγηθούμε μια τέτοια λύση λοιπόν, με τη βοήθεια όμως ενός «εχθρικού» πολιτικού, προς τους ιδίους, σχηματισμού όπως το ΣΥΡΙΖΑ, καθώς το κόμμα αυτό δεν παύει να έχει ισχυρούς λάτρεις υπέρ της επιστροφής στη δραχμή.
Από την άλλη η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ, θα μπορούσε να λύσει διάφορα χρονίζοντα προβλήματα της εξωτερικής πολιτικής και ιδιαίτερα αυτό των Σκοπίων. Η θέση στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ για αποδοχή του ονόματος «Μακεδονία» για τη FYROM αντί οποιουδήποτε άλλου, στο πλαίσιο του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης των λαών δεν είναι δυνατόν να διαγραφεί από το χρυσό βιβλίο της πολιτικής του, παρά τις δηλώσεις του κου αρχηγού του, της 1ης Ιουνίου, για συνέχιση των προσπαθειών με σκοπό την λύση υπέρ μιας σύνθετης ονομασίας με γεωγραφικό προσδιορισμό.