Άρθρο
του Σεραφείμ Π. Κοτρώτσου
Η φράση του Ευάγγελου Βενιζέλου “δεν προτίθεμαι να οδηγήσω τη χώρα σε εκλογές” αποτελεί την επιβεβαίωση των εντυπώσεων ότι η κυβέρνηση κρατιέται κυριολεκτικά από μία κλωστή. Η συνοχή της έχει διαταρραχθεί και ούτε η εκτός τόπου και χρόνου, ορισμένες φορές, “ολύμπια” ψυχραιμία του Φώτη Κουβέλη μπορεί να ανατάξει το κλίμα…
Στην κυβέρνηση γνωρίζουν πως η “κατ’ αρχήν συμφωνία” των τριών αρχηγών για τα μέτρα των 11,5 δισ ανέβαλλε μόνο τη σύγκρουση. Μία σύγκρουση όχι ιδεολογικού περιεχομένου αλλά τακτικής με αφετηρία τόσο τις ευρωπαϊκές εξελίξεις όσο και το εσωτερικό πολιτικό σκηνικό.
Θα έλεγε κανείς πως ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ “δεν δικαιούται δια να ομιλεί” (κατά την εξαμβλωματική Κουτσογιώργεια ρήση ). Τώρα, όμως, έχει, μάλλον, δίκιο.
Η επιμονή του πρωθυπουργού και του υπ. Οικονομικών να επιδεικνύουν καλές προθέσεις στους δανειστές, να αποφασίζουν εξοντωτικά/ αντικοινωνικά μέτρα και να παραπέμπουν στις καλένδες του 2013 τη συζήτηση -τα περί “επαναδιαπραγμάτευσης” ξεχάστε τα…- για επιμήκυνση του χρόνου εφαρμογής του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, αντιβαίνει στους απλούς κανόνες των εγχειριδίων διαπραγμάτευσης.
Χθες, ο Αντώνης Σαμαράς φέρεται να είπε πως “είναι η τελευταία ευκαιρία μας να κρατήσουμε την Ελλάδα στην ευρωζώνη”. Εάν αυτός ο κίνδυνος είναι ακριβής και τόσο άμεσος, διερωτάται κανείς γιατί το αποτέλεσμα των εκλογών της 17ης Ιουνίου, η νίκη Σαμαρά και ο σχηματισμός μιας “μη αντιμνημονιακής” (για να μην την αδικήσω χαρακτηρίζοντάς της φιλομνημονιακή) κυβέρνησης δεν απέτρεψαν αυτή την πιθανότητα;
Γιατί, αφού περιορίστηκε το Τσιπρικό “λόμπι της δραχμής” -όπως χαρακτηρίζει τον ΣΥΡΙΖΑ, ακόμα και σήμερα, μονότονα και άοσμα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος- δεν είναι βεβαία η παραμονή της Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ;
Γιατί, αφού κυριάρχησε η σωφρωσύνη των ευρωπαϊστών, δεν μας κάνουν οι δανειστές “δώρο” την επαναδιαπραγμάτευση και δεν μας αναγνωρίζουν αυτό που προβλέπει ακόμα και το μνημόνιο: ότι, δηλαδή, η εκτροπή της ύφεσης από κάθε πρόβλεψη υπονομεύει, τελικά, το δημοσιονομικό πρόγραμμα και, ως εκ τούτου, αυτό πρέπει να αναθεωρηθεί και ποιοτικά και χρονικά;
Ο κ. Σαμαράς είναι, πλέον, μόνος. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ του αναγνώρισε την πρωτοκαθεδρία αλλά του αναγνώρισε και την πλήρη ευθύνη σε περίπτωση -πολλοί την θεωρούν δεδομένη- αποτυχίας. Ο πρόεδρος της Δημαρ, απλώς, παρακολουθεί και προσπαθεί να διαχειρισθεί τις πολιτικές συνέπειες της παρουσίας του σε μία κυβέρνηση που κόβει μισθούς και συντάξεις και περιορίζει κάθε επαναπομείναν κοινωνικό δικαίωμα.
Κι όταν κάποιος είναι μόνος και με την πλάτη στον τοίχο, τόσο ευκολότερο είναι να διαπράττει σφάλματα. Το ένα, μάλιστα, φέρνει το άλλο…