Άρθρο
του Αναστάσιου Λαυρέντζου
Στην Ελλάδα έχουμε την τάση να προσεγγίζουμε τα πολιτικά γεγονότα με έναν μαξιμαλισμό ο οποίος συχνά οδηγεί σε απογοητεύσεις. Αυτό περίπου έγινε και με την πρόσφατη επίσκεψη της γερμανίδας καγκελαρίου κ. Μέρκελ: από την αρχική μύχια προσδοκία για κάποιο «δώρο», καταλήξαμε στο «άνθρακες ο θησαυρός». Προφανώς μια τέτοια προσέγγιση παραβλέπει ότι η πολιτική των μεγάλων χωρών δεν αλλάζει με θεαματικές δηλώσεις. Παραβλέπει επίσης ότι σε μια περίοδο που ο πολιτικός χρόνος είναι αρκετά πυκνός, μία επίσκεψη τέτοιου επιπέδου μόνο άσκοπη δεν μπορεί να είναι. Τί μπορεί λοιπόν να σκέφτεται η γερμανική πλευρά; Ας δούμε τα δεδομένα:…
- Από τα μέσα του καλοκαιριού οι οικονομικοί δείκτες σε πολλές χώρες του πλανήτη παρουσιάζουν μια ορατή κάμψη, γεγονός που προϊδεάζει για πιθανή αναζωπύρωση της παγκόσμιας κρίσης που ξεκίνησε το 2008. Για πρώτη φορά μάλιστα εμφανίζονται σημάδια κάμψης και στη γερμανική οικονομία, η οποία δεν θα μπορούσε να παραμένει για πάντα στο απυρόβλητο. Την εικόνα αυτή έρχεται τις τελευταίες μέρες να επιβεβαιώσει και το ΔΝΤ, το οποίο επισημαίνει τους κινδύνους που εγκυμονεί η ευρωπαϊκή κρίση και παράλληλα μετριάζει τις προβλέψεις του για την παγκόσμια ανάπτυξη.
- Καθώς η ευρωπαϊκή κρίση έχει φτάσει στην Ισπανία και στην Ιταλία, οι οποίες εκ του μεγέθους τους είναι σε θέση να διαπραγματευτούν αποτελεσματικά, η πολιτική και οικονομική αντιπαράθεση των βασικών παικτών στην Ευρώπη έχει εισέλθει σε κρίσιμη φάση. Από τη μια μεριά είναι ο Νότος που ζητά μέτρα που θα του επιτρέψουν να ξεπεράσει τα οικονομικά του αδιέξοδα, και από την άλλη η Γερμανία που επιδιώκει να μετουσιώσει την οικονομική της υπεροχή σε πολιτική.
- Μετά τις αναταραχές στη Β. Αφρική, το θερμόμετρο της γεωπολιτικής αστάθειας στον περίγυρο της Ευρώπης έχει ανέβει στα ύψη: η Συριακή κρίση συνεχίζεται και επεκτείνεται με τις αψιμαχίες Συρίας-Τουρκίας, η υποβόσκουσα ένταση μεταξύ Δύσης και Ιράν περνάει σε νέα φάση, ενώ πολλές άλλες περιοχές παραμένουν εν δυνάμει αποσταθεροποιημένες (π.χ. Αίγυπτος). Σε όλα αυτά πρέπει να προστεθούν τα παραδοσιακά σημεία τριβών στον άξονα Κύπρος-Εγγύς Ανατολή-Ιράκ, καθώς και η δυναμική που αποκτά αθόρυβα το κουρδικό ζήτημα.
- Στο ειδικό μέρος τώρα, η Ελλάδα βρίσκεται στη φάση που πρέπει να υιοθετήσει ένα πολύ σκληρό πακέτο μέτρων, γεγονός το οποίο δημιουργεί τριγμούς στην τρικομματική κυβέρνηση. Την ίδια στιγμή το ΔΝΤ επισημαίνει τη μη διατηρησιμότητα του ελληνικού χρέους και την ανάγκη περαιτέρω «κουρέματός» του.
Σε αυτό το πλαίσιο είναι πιθανό η γερμανική πλευρά να επεδίωξε την επίτευξη μιας σειράς στόχων με την επίσκεψη Μέρκελ στην Αθήνα:
– Στον βραχυχρόνιο ορίζοντα, παρέσχε στήριξη στην ελληνική κυβέρνηση και παράλληλα την δέσμευσε στο «κλείσιμο» του πακέτου μέτρων που «διαπραγματεύεται» με την τρόικα. Με τον τρόπο αυτό στεγανοποιεί και κρατά «εντός τροχιάς» το ελληνικό πρόγραμμα, κερδίζοντας χρόνο για πιο άνετους χειρισμούς στη διαπραγμάτευσή της με τους υπόλοιπους ευρωπαίους. Επί πλέον θέτει στην άκρη τη συζήτηση που άνοιξε το ΔΝΤ για δεύτερη αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους (η οποία βέβαια θα επανέλθει αργότερα). Όλα αυτά τα πέτυχε χωρίς να δεσμευτεί και χωρίς να αφαιρέσει πίεση από την ελληνική πλευρά.
– Στον μεσοχρόνιο ορίζοντα και με δεδομένη την επερχόμενη ύφεση είναι πιθανό η Γερμανία να διαβλέπει ότι θα χρειαστεί να προχωρήσει προς μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης στην Ευρώπη, τα οποία πλέον θα επιτάσσει το δικό της συμφέρον. Μια τέτοια στροφή θα πρέπει να προετοιμαστεί σε επίπεδο γερμανικής και ευρωπαϊκής κοινής γνώμης. Από την άποψη αυτή η καθημαγμένη Ελλάδα προσφέρεται για μια αρχή, καθώς τα στερεότυπα των «τεμπέληδων» και «απατεώνων» Ελλήνων αρχίζουν να αντικαθίστανται από την εικόνα των δοκιμαζόμενων Ελλήνων, οι οποίοι αφού έκαναν το μάθημά τους αξίζει να βοηθηθούν. Το πόσο αληθεύει κάτι τέτοιο θα το δούμε από τις επόμενες κινήσεις, δηλαδή αν δοθεί η «επιμήκυνση» και κυρίως αν η ΕΚΤ τελικά δεχτεί να «κουρέψει» τα ελληνικά ομόλογα που διακρατεί. Το ενδιαφέρον σε αυτή την υπόθεση όμως είναι το δευτερογενές συμπέρασμα που προκύπτει: το ότι η παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ φαίνεται πλέον να αποτελεί πολιτική απόφαση της Γερμανίας. Αυτό στις παρούσες συνθήκες αστάθειας δεν είναι παράλογο: Η Γερμανία και η Ευρώπη γενικότερα δεν θα ήθελαν να δημιουργηθεί μια γεωπολιτική τρύπα στην περιοχή της νότιας Βαλκανικής. Αντιθέτως η διατήρηση ενός αποδυναμωμένου, συνεργάσιμου, αλλά στοιχειωδώς σταθεροποιημένου ελληνικού κράτους θα είχε περισσότερα οφέλη: θα εμπόδιζε τη μετάδοση της γεωπολιτικής αναταραχής προς Δυσμάς, θα απέτρεπε την επέκταση της τουρκικής επιρροής στα νότια Βαλκάνια, και θα εξακολουθούσε να αποτελεί το κράτος «παράδειγμα» για τις νέες οικονομικές σχέσεις που προωθούνται στη Ευρώπη.
Από ελληνικής πλευράς, μπορούμε να εκτιμήσουμε ότι στο περιορισμένο πλαίσιο ελιγμών που έχει διαμορφωθεί μετά τις επιλογές της διετίας 2010-2011, η βασική «στρατηγική» πλέον είναι η διατήρηση της χώρας σε τροχιά «συμμόρφωσης», με την ελπίδα να υπάρξουν κάποια μέτρα ανακούφισης. Τα μέτρα αυτά μπορεί να είναι ειδικά, δηλαδή μια σειρά από αναπτυξιακά-επενδυτικά μέτρα που θα βάλουν φρένο στην ελληνική ύφεση, αλλά και γενικά, δηλαδή η δυνατότητα της Ελλάδας να συμμετάσχει στον τελικό ευρωπαϊκό συμβιβασμό, όποτε αυτός γίνει.
Συμπερασματικά εκτιμούμε ότι η πρόσφατη επίσκεψη της κ. Μέρκελ στην Αθήνα ήταν επιτυχής οπωσδήποτε για τη γερμανική πλευρά: διεύρυνε τα περιθώρια μελλοντικών της ελιγμών, βελτίωσε την εικόνα της στην Ευρώπη και παρέσχε έμμεση στήριξη χωρίς δεσμεύσεις στην ελληνική κυβέρνηση. Ειδικά για την κ. Μέρκελ η κίνηση αυτή της προσπόρισε και προσωπικά πολιτικά οφέλη, αφού πήρε το ρίσκο να έλθει σε μια θεωρητικά διακεκαυμένη ζώνη. Στις δεδομένες συνθήκες μπορεί να θεωρηθεί ότι και η ελληνική κυβέρνηση αποκόμισε κάποια οφέλη: πιστώθηκε με ένα μικρό πολιτικό κεφάλαιο και πιθανώς έλαβε ένα νεύμα ότι καθ’ οδόν βρίσκονται κάποια μέτρα ανακούφισης…
Αναστάσιος Λαυρέντζος
Twitter: @LavrentzosA