Την αντίθεση των Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών στην συνεδρίαση του ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου για το ελληνικό πρόγραμμα την Πέμπτη, εξέφρασε ο υποψήφιος επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του SPD Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάγερ, επικαλούμενος ελλιπή πληροφόρηση σχετικώς με τις αποφάσεις του Eurogroup. Έντονη κριτική για την διαχείριση του θέματος από την γερμανική κυβέρνηση άσκησε και ο υποψήφιος για την Καγκελαρία Πέερ Στάινμπρουκ…
«Δεν είμαστε ακόμη σε θέση να αξιολογήσουμε τις συνέπειες που θα έχει η χθεσινοβραδινή συμφωνία», δήλωσε ο κ. Σταϊνμάγερ και έκανε λόγο για «ασαφείς» επιπτώσεις της επέκτασης του σχεδίου διάσωσης της Ελλάδας στον γερμανικό προϋπολογισμό. Εξέφρασε δε την έντονη δυσαρέσκεια του κόμματός του για το γεγονός ότι πληροφορήθηκε από τον Τύπο πότε θα λάβει αποφάσεις το Κοινοβούλιο: «Καθώς υπάρχουν πολλά αναπάντητα ερωτήματα, είναι απολύτως απαράδεκτο ότι τώρα – και μάλιστα από τον Τύπο – ενημερωνόμαστε για τις ημερομηνίες κατά τις οποίες θα αποφασίσει η Βουλή» και σημείωσε ότι αυτή τη στιγμή μπορεί τυπικά να αποφασιστεί μόνο η έναρξη του προγράμματος επαναγοράς των ελληνικών ομολόγων, ενώ οριστικές αποφάσεις μπορούν να ληφθούν μόλις στα μέσα Δεκεμβρίου.
Ο κ. Στάινμπρουκ από την πλευρά του κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι αφήνει στο σκοτάδι τους πολίτες σχετικά με τα σχέδια διάσωσης. «Ποιος, κυρίως, θα χρηματοδοτήσει την επαναγορά των ελληνικών ομολόγων;», διερωτήθηκε ο Γερμανός σοσιαλδημοκράτης και υποστήριξε ότι η κυβέρνηση της ‘Αγκελα Μέρκελ δίνει την εντύπωση ότι γνωρίζει τι πρέπει να γίνει, μόνο για να μας καθησυχάζει: «Αυτό μας φαίνεται ιδιαίτερα ως ένα φάρμακο-πλασέμπο».
Το αποφασιστικό ζήτημα που πρέπει να διευκρινιστεί, σύμφωνα με τον σοσιαλδημοκράτη υποψήφιο, είναι εάν τα επόμενα χρόνια θα γίνει ένα νέο «κούρεμα» χρέους και αν σε αυτό θα συμμετάσχουν και οι δημόσιοι πιστωτές. «Όταν γίνεται αναφορά σε δημόσιους πιστωτές, αυτομάτως γίνεται συνειρμός για τον προϋπολογισμό», τονίζει.
Το δεύτερο σημείο που θέτει το SPD αφορά τις μελλοντικές κινήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. «Έχει το ΔΝΤ προβάλει περαιτέρω απαιτήσεις ή προϋποθέσεις προκειμένου να παραμείνει στο πρόγραμμα; Διότι αν αποχωρούσε από το ελληνικό πρόγραμμα, θα επρόκειτο για καταστροφή», σημειώνει ο κ. Στάινμπρουκ
Όπως μεταδίδει ο Νίκος Χειλάς για λογαριασμό του tovima.gr,
Έχουν τη φήμη του πιο αδιόρθωτου κακοπληρωτή του κόσμου. Απέναντι στους Γερμανούς όμως, οι Έλληνες έχουν γίνει τελευταία τύποι και υπογραμμοί. «Από το 2010 που τους δώσαμε τα δάνεια, μας εμβάζουν κανονικά τους τόκους» έλεγε σήμερα πηγή του γερμανικού υπουργείου οικονομικών. «Και μάλιστα πάντα στην ώρα τους».
Μόνο που οι εξελίξεις δεν αφήνουν τους Έλληνες να αγιάσουν -τα εμβάσματα θα σταματήσουν άδοξα. Οι τόκοι, που φτάνουν ετησίως τα 130 εκατ. ευρώ (συνολικά 300 εκατομμύρια μέχρι τώρα) θα πάψουν από εφέτος να εισρέουν στα ταμεία του γερμανικού κράτους. «Για λόγους δικαιοσύνης παραιτούμαστε από αυτούς», εξήγησε το βράδυ της Τρίτης σε συνέντευξη τύπου στο Βερολίνο ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. «Δεν μπορούμε να βγάζουμε κέρδος από μια χειμαζόμενη ελληνική οικονομία».
Μόνο που η πράξη δικαιοσύνης δεν είναι εντελώς ανιδιοτελής. Στην πραγματικότητα, τα χρήματα αυτά θα χρησιμοποιηθούν -μαζί με άλλα 600 εκατομμύρια που προέρχονται από τους τόκους που εισπράττει από ελληνικά ομόλογα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) για την κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού στον ελληνικό προϋπολογισμό, που θα προκύψει από την επιμήκυνση του προγράμματος προσαρμογής έως το 2016. Αντί να τα δώσει λοιπόν κατευθείαν από το γερμανικό προϋπολογισμό, το Βερολίνο προτίμησε να παραιτηθεί από ορισμένα έσοδα -ελπίζοντας έτσι, ότι οι φορολογούμενοι δεν θα τα εκλάβουν ως νέα δαπάνη.
Το κάπως «κουτοπόνηρο» αυτό τέχνασμα, είναι ένα από τα πολλά που καταγγέλθηκαν την Τρίτη ως απαράδεκτα από τα κόμματα της γερμανικής αντιπολίτευσης.
Μια άλλη καταγγελία ήταν, ότι η συμφωνία του Eurogrupp της Δευτέρας δεν λύνει, αλλά απλώς παρατείνει την ελληνική τραγωδία. Μια ουσιαστική λύση χωρίς «κούρεμα» με συμμετοχή των κρατών και των διεθνών οργανισμών, όπως η ΕΚΤ, είναι πλέον αδιανόητη, δήλωσε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος των Σοσιαλδημοκρατών Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγιερ. Ο Σόιμπλε, πρόσθεσε, το ξέρει αυτό, προτίμησε όμως, για λόγους ψηφοθηρικούς, να μην πει την αλήθεια στους ψηφοφόρους και να αναβάλει την πολυδάπανη αυτή απόφαση για το διάστημα μετά τις εκλογές του 2013.
Η έκπληξη της ημέρας: Την ίδια ώρα που ο κ.Σόιμπλε απέρριπτε στη συνέντευξη τύπου το «κούρεμα», οι κυβερνητικοί του σύμμαχοι έσπευδαν να τον αντικρούσουν. «Το κούρεμα δεν μπορεί να γίνει τώρα, μακροπρόθεσμα όμως δεν αποκλείεται», δήλωσε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος των συγκυβερνώντων Ελεύθερων Δημοκρατών Ράινερ Μπρούντερλε. Η προϋπόθεση γι αυτό, πρόσθεσε, είναι να αλλάξει η υφιστάμενη νομοθεσία και να διαπιστωθεί ομόφωνα, ότι το «κούρεμα» είναι η τελευταία δυνατή λύση.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο εκπρόσωπος των Χριστιανοδημοκρατών Νόρμπερτ Μπάρτλε, ο οποίος δήλωσε, ότι θέμα «κουρέματος» δεν τίθεται άμεσα, αλλά θα μπορούσε να τεθεί μετά το 2020.
Σταθερός στη γραμμή του, ο κ.Σόιμπλε δήλωσε αισιόδοξος, ότι η συμφωνία της Δευτέρας αρκεί από μόνη της για να λύσει μακροπρόθεσμα το ελληνικό πρόβλημα.
Στην αισιοδοξία του συνέτεινε και ο συμβιβασμός του με την πρόεδρο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Κριστίν Λαγκάρντ, αναφορικά με τη βιωσιμότητα του χρέους. Η υπολογιζόμενη πτώση του συνολικού χρέους στο 124% του ΑΕΠ το 2020, και στο 105% του ΑΕΠ το 2022, δείχνει, είπε, ότι βρισκόμαστε σε τροχιά επιτυχίας.
Από την άλλη βέβαια, ο γερμανός υπουργός δεν μπόρεσε να δώσει πειστική απάντηση στο ερώτημα σχετικά με τη χρηματοδότηση της επαναγοράς των ελληνικών ομολόγων αξίας περίπου 60 δισεκατομμυρίων ευρώ από το ελληνικό κράτος, που βρίσκονται ακόμα σε χέρια ιδιωτών (ανά ένα τρίτο σε ελληνικές τράπεζες, γνωστούς ξένους επενδυτές, και άγνωστα hedge fund´s). Σύμφωνα με τη συμφωνία του Eurogroup της Δευτέρας, η τιμή της επαναγοράς θα είναι 35 μονάδες έναντι 100 της ονομαστικής τους αξίας -το ελληνικό κράτος θα κερδίσει έτσι 65 μονάδες με ανάλογη μείωση του συνολικού χρέους και της εξυπηρέτησης του υπολοίπου που βρίσκεται σε δημόσια χέρια.
«Τα χρήματα θα προέλθουν από τις τρεις δανειακές δόσεις των 44 δισ., καθώς και από τις νέες διευκολύνσεις που παραχωρούμε στην Ελλάδα, όπως η μείωση των επιτοκίων», είπε προκαλώντας την απορία των δημοσιογράφων. Λίγο μετά τη λήξη της συνέντευξης τύπου, ο παρευρισκόμενος υφυπουργός οικονομικών, Τόμας Στέφεν, παραδεχόταν ότι τα λεφτά που θα περίσσευαν από όλες αυτές τις παροχές ύστερα από την εξυπηρέτηση των τρεχουσών ταμειακών υποχρεώσεων της Ελλάδας, θα ήταν ελάχιστα -και θα έφταναν το πολύ για την επαναγορά ενός μικρού κλάσματος των ομολόγων. Σε κάθε περίπτωση, πρόσθεσε, «η οργάνωση της επαναγοράς αποτελεί αποκλειστικό θέμα της Ελλάδας».
Παρόμοια ασάφεια περιείχε και η απάντησή του σχετικά με την κάλυψη του χρηματοδοτικού κοινού μετά το 2016 -το οποίο βέβαια, όπως είπε ο ίδιος, υπολογίζεται να είναι πολύ μικρότερο από εκείνο στην προτεραία περίοδο.
Με αυτές και άλλες ασαφείς απαντήσεις δεν παραξενεύει λοιπόν, ότι ο κ.Σταινμάγιερ θεωρεί ότι στο τέλος της εβδομάδας δεν θα πέσει «αυλαία» για το ελληνικό ζήτημα στο γερμανικό κοινοβούλιο.
«Τα αγκάθια είναι πολλά ακόμα», είπε. «Δεν θα συστήσω στην κοινοβουλευτική μου ομάδα την έγκριση μιας συμφωνίας, η οποία, πρώτον, δεν αναφέρει ξεκάθαρα πόσο θα κοστίσει στο γερμανικό προϋπολογισμό και, δεύτερον, θα οδηγήσει βραχυπρόθεσμα την Ελλάδα σε αδυναμία πληρωμών και σε έξοδο από την ευρωζώνη».
Αν δεν διευκρινιστεί αυτό προηγουμένως, πρόσθεσε, τότε το κόμμα του θα μποϋκοτάρει την έγκριση της συμφωνίας κατά την Ολομέλεια της προσεχούς Πέμπτης.
Το πρόβλημα είναι βέβαια, ότι καμιά διευκρίνιση δεν λύνει πραγματικά το θέμα. Κι αυτό επειδή οι βουλευτές θα πάρουν πολύ αργά το κείμενο της συμφωνίας, τα έγγραφα που τη συνοδεύουν και ένα επεξηγηματικό γράμμα του υπουργού -ήτοι μόλις σήμερα, Τετάρτη. Και δεδομένου ότι η ανάγνωσή τους απαιτεί πολλές ώρες, αν όχι ημέρες, ελάχιστοι από αυτούς θα είναι κατάλληλα προετοιμασμένοι να ψηφίσουν με πραγματική γνώση του θέματος μόνο μια μέρα αργότερα. Οι περισσότεροι θα αναγκαστούν έτσι να κάνουν τον «Χρυσοχοϊδη», να ψηφίσουν δηλαδή χωρίς να έχουν διαβάσει τα σχετικά κείμενα -αν και κανείς από αυτούς μάλλον δεν θα σπεύσει να το ομολογήσει δημόσια και να ζητήσει στη συνέχεια να «λογοδοτήσει», όπως το έκανε ο πρώην υπουργός «προστασίας» του πολίτη.
Ο κ.Σόιμπλε δεν τα θέλει βέβαια όλα δικά του. Εκείνο που ζητά άμεσα από το κοινοβούλιο είναι «μόνο» η έγκριση της παροχής των τριών δανειακών δόσεων ύψους 44 δισεκατομμυρίων. Αυτό, λέει, είναι η προϋπόθεση για να αποφύγει η Ελλάδα άμεσα το «κραχ», αλλά και για να εφαρμόσει τις επόμενες ημέρες μια σειρά συμπληρωματικών μέτρων, που θα επιτρέψουν στο μεθεπόμενο Eurogroup (13 Δεκεμβρίου) να δώσει το πράσινο φως και στα άλλα σημεία της συμφωνίας (επαναγορά ομολόγων, κλπ.).
Παρεμφερώς προτείνει ο ίδιος στη Βουλή να ικανοποιήσει το αίτημα της Σλοβενίας, να «πληρώσει» αυτή τη φορά λιγότερα, από ό,τι της αναλογεί κανονικά, για την Ελλάδα και σε αντάλλαγμα, να συνεισφέρει περισσότερα για την Πορτογαλία και την Ιρλανδία.
Γιατί όμως τέτοια αποστροφή; Ο κ.Σόιμπλε απέφυγε διακριτικά να αναφέρει τη γνωστή προσβλητική για τους Έλληνες αιτιολογία του σλοβάκου υπουργού οικονομικών, Ιβάν Μίκλος.
Αντί γι’αυτό αναφέρθηκε στον πορτογάλο ομόλογό του Βίτορ Γκάσπαρ. «Ξέρετε, παρά το μεγάλο σεβασμό που έχω προς την Ελλάδα, πρέπει να σας πω την εξής ιστορία», είπε. «Όταν ο Γκάσπαρ με επισκέφθηκε πριν από δυο εβδομάδες στο Βερολίνο, τον ρώτησα τι ακριβώς θέλει. Το μόνο που δεν θέλω είναι να με ταυτίζουν με τους Έλληνες, μου απάντησε. Για αυτό και δεν ζητώ πακέτα βοήθειας, σαν εκείνα που δίνετε στην Ελλάδα».