Την δόση την παίρνουμε. Ολοι όμως γνωρίζουμε ότι η δόση δεν λύνει το πρόβλημα. Το σίγουρο είναι ότι σε λίγους μήνες πάλι κάποια δόση θα αναζητάμε…
Δεν θέλω να κάνω το μάντη των κακών αλλά στην ατζέντα της εαρινής συνόδου της Ε.Ε. το θέμα της αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους θα είναι κυρίαρχο. Μέχρι τότε και παρά της περί αντιθέτου διαβεβαιώσεις η ύφεση θα κινείται στο 5-6%.
Iσως ακούγεται περίεργο αλλά πιστεύω ότι το πρώτο πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε σ’ αυτή την δίνη είναι το πρόβλημα της ρευστότητας. Η ύφεση θα ήταν πολύ μικρότερη αν η ελληνική οικονομία είχε επιλύσει τα προβλήματα ρευστότητας. Ακόμα και στην ευρωζώνη η κρίση θα είχε διαφορετική εξέλιξη αν μπορούσαμε να ‘ξεκολλήσουμε’ από τον πληθωριστικό στόχο του 2%. Αποτελεί το ιερό θέσφατο ολόκληρης της Ευρώπης ο νομισματικό στόχος της ΕΚΤ. Και αυτό ίσως μπορώ να το καταλάβω για τις εποχές των παχιών αγελάδων. Όταν ανακαλύφθηκαν αυτοί οι νομισματικοί και δημοσιονομικοί στόχοι οι εκτιμήσεις για την ευρωπαϊκή ανάπτυξη ήταν μεταξύ 3-5%. Βέβαια κανείς δεν μπήκε στον κόπο να μας εξηγήσει ποιοι είναι το θεωρητικό και εμπειρικό υπόβαθρο όλων αυτών των δημοσιονομικών και νομισματικών δεικτών. Οπως συμβαίνει με όλες τις εξ ουρανού εντολές όσο και αν ψάξει κανείς στην βιβλιογραφία δεν μπορεί να βρεί μια λογική εξήγηση. Η μοναδική λογικοφανείς εξήγηση προέρχεται από την ανάγκη ικανοποίησης μια απλής οικονομικής ταυτότητας όπου για να ικανοποιηθεί ο λόγος χρέος προς ΑΕΠ ίσος με 60% και το δημοσιονομικό έλλειμμα ίσο με 3% του ΑΕΠ ο ρυθμός ονομαστικής ανάπτυξης να ίσος με 5% (2% πληθωρισμός και 3% πραγματική ανάπτυξη.
Όπως και να έχει τα πράγματα άλλαξαν. Και ίσως να μην άλλαξαν για τους Γερμανούς, Ολλανδούς ή τους Φιλανδούς φίλους μας αλλά για τον ευρωπαϊκό νότο η αλλαγή είναι τόσο μεγάλη που δεν θα επανέλθει ποτέ στην πρότερη κατάσταση. Παρόλ αυτά η ΕΚΤ εμμένει στην επίτευξη του νομισματικού στόχου. Επομένως το ερώτημα είναι τι κάνουμε αν θέλουμε από την μια μεριά να συνεχίσουμε να παραμένουμε στο ευρώ και να ενισχύσουμε την νομισματική κυκλοφορία από την άλλη. Πρέπει να βρούμε τρόπους να ενισχύσουμε την νομισματική κυκλοφορία στην ελληνική οικονομίας. Δυστυχώς η νομισματική χαλάρωση που έλαβε χώρα από την ΕΚΤ τους τελευταίους μήνες δεν έφθασε στην πραγματική οικονομία.
Τρόποι υπάρχουν. Ας ξεκινήσουμε από τις ανεξόφλητες υποχρεώσεις του ελληνικού δημοσίου. Δεν γνωρίζω ποιο θα είναι το ανεξόφλητο υπόλοιπο από την προσδοκώμενη αποπληρωμή του Δεκεμβρίου. Όποιο και να είναι θα μπορούσε με την μορφή υποσχετικών (IOU) του δημόσιου προς τους αντίστοιχους ιδιώτες να καταβληθεί. Αυτές οι υποσχετικές θα έχουν περιορισμένη ισχύ και διαπραγματευτική ικανότητα. Θα μπορούν για παράδειγμα να χρησιμοποιούνται στις τράπεζες ως εγγυητικές. Θα μπορούν να χρησιμοποιούνται στις εφορίες και στα ασφαλιστικά ταμεία για εξόφληση χρεών. Τα αποτελέσματα αναμένεται να είναι άμεσα. Αν είναι αλήθεια αυτό που είπε ο Υπ. Οικονομικών ότι υπάρχει ένα παραγωγικό κενό 20% που δημιουργείται από την υποαπασχόληση των παραγωγικών συντελεστών της ελληνικής οικονομίας (προσωπικά πιστεύω ότι είναι 30%) τότε η νομισματική χαλάρωση θα δημιουργήσει τις προυποθέσειςς για την άμεση κάλυψη αυτού του κενού. Με άλλα λόγια αν το ΑΕΠ είναι 200 δις περίπου υπάρχει ένα παραγωγικό κενό της τάξης των 40 δις. Η κάλυψη αυτού του κενού των 40 δις σημαίνει ότι η ανεργία θα υποδιπλασιαστεί .
Η χαλάρωση της ρευστότητας έχει ένα ακόμη ευεργετικό αποτέλεσμα για την εθνική οικονομία. Δημιουργεί τις προϋποθέσεις εκείνες για την μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα της δημοσιονομικής πολιτικής. Σε συνθήκες ανενεργής νομισματικής πολιτικής με χαμηλά επιτόκια (όπως σήμερα) η δημοσιονομική πολιτική έχει περιορισμένα αποτελέσματα.
Θα επιχειρηματολογήσουν ορισμένοι ότι αυτό μπορεί να σημαίνει αύξηση του πληθωρισμού στην ελληνική οικονομία. Σ αυτό το σημείο πρέπει να σημειώσω ότι η ελληνική οικονομία το 2013 είναι πολύ πιθανό να έχει αποπληθωρισμό αλλά και έτσι να μην είναι ο μικρός πληθωρισμός είναι περιττή πολυτέλεια για την ελληνική οικονομία.
Ο Διονύσης Χιόνης είναι καθηγητής Οικονομικών στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης