Κατατέθηκε στη Βουλή το σχέδιο νόμου για τον Κώδικα περί Ναρκωτικών, το οποίο περιλαμβάνει ρυθμίσεις, όπως: ποινές ισόβιας κάθειρξης στους δράστες ληστειών που χρησιμοποιούν καλάσνικοφ ή άλλο βαρύ οπλισμό, το θεσμό του Εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς, χρηματικές ποινές σε δωροδοκηθέντες υπαλλήλους και αυστηρότερες ποινές σε αδικήματα με ρατσιστικό κίνητρο.
Ειδικότερα, ο Κώδικας περί Ναρκωτικών έχει καταρτιστεί από επιτροπή υπό τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Ν. Παρασκευόπουλο και περιλαμβάνει σειρά ρυθμίσεων, οι οποίες εκσυγχρονίζουν τη νομοθεσία των ναρκωτικών από την άποψη της ιατρικής αντιμετώπισης, της ποινικής αξιολόγησης, αλλά και της εφαρμογής νέας σωφρονιστικής αντίληψης για τους παραβάτες.
Εξορθολογίζεται η ποινική μεταχείριση των κατηγορούμενων, δίνεται έμφαση στη θεραπευτική αντιμετώπιση των τοξικομανών και όχι στην ποινική καταστολή, ενώ, για τους κατ’ επάγγελμα εμπόρους ναρκωτικών ουσιών με προσδοκώμενο όφελος πάνω από 75.000 ευρώ οι ποινικές κυρώσεις θα είναι αυστηρότερες, αφού, δεν θα αναγνωρίζονται δυνατότητες ηπιότερης μεταχείρισης λόγω τοξικομανίας.
Επίσης, αυστηροποιούνται οι ποινές και για τους μεγαλεμπόρους ναρκωτικών. Αναλυτικότερα, οι ιδιαίτερα διακεκριμένες περιπτώσεις διακίνησης (όπου δράστης κάνει χρήση όπλων ή έχει σκοπό να προκαλέσει τη χρήση ναρκωτικών από ανήλικο ή να μεταχειριστεί ανήλικο για την τέλεση του εγκλήματος ή προκάλεσε βαριά σωματική βλάβη ή θάνατο ή ενεργεί κατ’ επάγγελμα), τιμωρούνται με την εσχάτη των ποινών (ισόβια κάθειρξη) ή με πρόσκαιρη κάθειρξη 10-20 ετών και χρηματική ποινή που μπορεί να φτάσει τις 600.000 ευρώ.
Παράλληλα, σύμφωνα με το νομοσχέδιο προβλέπεται η επιβολή ποινών ισόβιας κάθειρξης στους δράστες ληστειών που φέρουν βαρύ οπλισμό (καλάσνικοφ, πυροβόλα όπλα, κ.λπ.), ενώ, με ποινές κάθειρξης τιμωρούνται και εκείνοι που κατέχουν ή φέρουν παράνομα πολεμικά τυφέκια, πολυβόλα, χειροβομβίδες και άλλο οπλισμό.
Καθιερώνεται ο θεσμός του Εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς, ο οποίος θα εκτελεί τα καθήκοντά του κατά πλήρη και αποκλειστική απασχόληση (δεν θα αναλαμβάνει άλλες υποθέσεις) και θα συνεπικουρείται από τουλάχιστον δύο εισαγγελείς ή αντεισαγγελείς Πρωτοδικών.
Η επιλογή του θα γίνεται από Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο. Όπως έχει διευκρινίσει ο υπουργός Δικαιοσύνης, Αντ. Ρουπακιώτης, η θέσπιση του Εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς δεν αποσκοπεί στην κατάργηση των θεσμοθετημένων θέσεων των δύο Οικονομικών Εισαγγελέων (Γρ. Πεπόνη και Σπ. Μουζακίτη).
Με διαδικασίες-εξπρές θα εκδικάζονται, πλέον, οι υποθέσεις κακουργηματικού χαρακτήρα για τις περιπτώσεις επίορκων υπαλλήλων, τόσο του στενού όσο και του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα (ΔΕΚΟ, κρατικών τραπεζικών υπαλλήλων, κ.λπ.), ενώ, προβλέπεται η υποχρεωτική επιβολή χρηματικής ποινής στο 50πλάσιο του ωφελήματος που αποκομίζουν οι επίορκοι δημόσιοι λειτουργοί-υπάλληλοι από παράνομη συναλλαγή.
Άλλη διάταξη συνιστά επιβαρυντική περίπτωση -κατά την επιμέτρηση της ποινής- η τέλεση εγκλημάτων που διαπράττονται από μίσος, εθνικό, φυλετικό, θρησκευτικό ή λόγω διαφορετικού γενετήσιου προσανατολισμού, ενώ, προβλέπεται η δυνατότητα αναψηλάφησης της δίκης ενώπιον των ελληνικών πολιτικών δικαστηρίων, σε περίπτωση ευδοκίμησης προσφυγής από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Εξάλλου, προβλέπεται συγκεκριμένος χρόνος, μέσα στον οποίο θα πρέπει να περατώνεται η ανάκριση, η υποβολή πρότασης από τον εισαγγελέα στο δικαστικό συμβούλιο και η έκδοση, από αυτό, σχετικού βουλεύματος σε υποθέσεις διαφθοράς, μείζονος κοινωνικού ενδιαφέροντος και δημοσίου συμφέροντος, στις οποίες οι κατηγορούμενοι κρατούνται προσωρινά (προφυλάκιση), ώστε να αντιμετωπιστεί το απαράδεκτο φαινόμενο της αποφυλάκισης αυτών, λόγω συμπλήρωσης του 18μηνου.
Σύμφωνα με άλλη παράγραφο του νομοσχεδίου, ο εργοδότης υποχρεούται να επαναπασχολήσει τον εργαζόμενο που απέλυσε, εφόσον η απόλυσή του κρίθηκε άκυρη και καταχρηστική από τα δικαστήρια, ενώ, προσαρμόζεται η νομοθεσία στις αποφάσεις του Αρείου Πάγου, αναφορικά με το ύψος των προστίμων που μπορούν να επιβληθούν για προσβολή της προσωπικότητας, της τιμής και της υπόληψης από δημοσιεύματα Τύπου και εκπομπές ραδιοτηλεοπτικών μέσων.
Έτσι, για τα πρόστιμα που θα επιβάλλονται δεν θα ισχύει το κατώτατο πλαφόν που προβλέπει η νομοθεσία, αλλά, θα επιβάλλονται κατά περίπτωση, ανάλογα με τον βαθμό του παραπτώματος και τη ζημιά που προκαλεί.
Τέλος ρυθμίζονται θέματα αδειών κρατουμένων και πειθαρχικών ποινών τους.
Ειδικότερα, ο Κώδικας περί Ναρκωτικών έχει καταρτιστεί από επιτροπή υπό τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Ν. Παρασκευόπουλο και περιλαμβάνει σειρά ρυθμίσεων, οι οποίες εκσυγχρονίζουν τη νομοθεσία των ναρκωτικών από την άποψη της ιατρικής αντιμετώπισης, της ποινικής αξιολόγησης, αλλά και της εφαρμογής νέας σωφρονιστικής αντίληψης για τους παραβάτες.
Εξορθολογίζεται η ποινική μεταχείριση των κατηγορούμενων, δίνεται έμφαση στη θεραπευτική αντιμετώπιση των τοξικομανών και όχι στην ποινική καταστολή, ενώ, για τους κατ’ επάγγελμα εμπόρους ναρκωτικών ουσιών με προσδοκώμενο όφελος πάνω από 75.000 ευρώ οι ποινικές κυρώσεις θα είναι αυστηρότερες, αφού, δεν θα αναγνωρίζονται δυνατότητες ηπιότερης μεταχείρισης λόγω τοξικομανίας.
Επίσης, αυστηροποιούνται οι ποινές και για τους μεγαλεμπόρους ναρκωτικών. Αναλυτικότερα, οι ιδιαίτερα διακεκριμένες περιπτώσεις διακίνησης (όπου δράστης κάνει χρήση όπλων ή έχει σκοπό να προκαλέσει τη χρήση ναρκωτικών από ανήλικο ή να μεταχειριστεί ανήλικο για την τέλεση του εγκλήματος ή προκάλεσε βαριά σωματική βλάβη ή θάνατο ή ενεργεί κατ’ επάγγελμα), τιμωρούνται με την εσχάτη των ποινών (ισόβια κάθειρξη) ή με πρόσκαιρη κάθειρξη 10-20 ετών και χρηματική ποινή που μπορεί να φτάσει τις 600.000 ευρώ.
Παράλληλα, σύμφωνα με το νομοσχέδιο προβλέπεται η επιβολή ποινών ισόβιας κάθειρξης στους δράστες ληστειών που φέρουν βαρύ οπλισμό (καλάσνικοφ, πυροβόλα όπλα, κ.λπ.), ενώ, με ποινές κάθειρξης τιμωρούνται και εκείνοι που κατέχουν ή φέρουν παράνομα πολεμικά τυφέκια, πολυβόλα, χειροβομβίδες και άλλο οπλισμό.
Καθιερώνεται ο θεσμός του Εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς, ο οποίος θα εκτελεί τα καθήκοντά του κατά πλήρη και αποκλειστική απασχόληση (δεν θα αναλαμβάνει άλλες υποθέσεις) και θα συνεπικουρείται από τουλάχιστον δύο εισαγγελείς ή αντεισαγγελείς Πρωτοδικών.
Η επιλογή του θα γίνεται από Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο. Όπως έχει διευκρινίσει ο υπουργός Δικαιοσύνης, Αντ. Ρουπακιώτης, η θέσπιση του Εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς δεν αποσκοπεί στην κατάργηση των θεσμοθετημένων θέσεων των δύο Οικονομικών Εισαγγελέων (Γρ. Πεπόνη και Σπ. Μουζακίτη).
Με διαδικασίες-εξπρές θα εκδικάζονται, πλέον, οι υποθέσεις κακουργηματικού χαρακτήρα για τις περιπτώσεις επίορκων υπαλλήλων, τόσο του στενού όσο και του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα (ΔΕΚΟ, κρατικών τραπεζικών υπαλλήλων, κ.λπ.), ενώ, προβλέπεται η υποχρεωτική επιβολή χρηματικής ποινής στο 50πλάσιο του ωφελήματος που αποκομίζουν οι επίορκοι δημόσιοι λειτουργοί-υπάλληλοι από παράνομη συναλλαγή.
Άλλη διάταξη συνιστά επιβαρυντική περίπτωση -κατά την επιμέτρηση της ποινής- η τέλεση εγκλημάτων που διαπράττονται από μίσος, εθνικό, φυλετικό, θρησκευτικό ή λόγω διαφορετικού γενετήσιου προσανατολισμού, ενώ, προβλέπεται η δυνατότητα αναψηλάφησης της δίκης ενώπιον των ελληνικών πολιτικών δικαστηρίων, σε περίπτωση ευδοκίμησης προσφυγής από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Εξάλλου, προβλέπεται συγκεκριμένος χρόνος, μέσα στον οποίο θα πρέπει να περατώνεται η ανάκριση, η υποβολή πρότασης από τον εισαγγελέα στο δικαστικό συμβούλιο και η έκδοση, από αυτό, σχετικού βουλεύματος σε υποθέσεις διαφθοράς, μείζονος κοινωνικού ενδιαφέροντος και δημοσίου συμφέροντος, στις οποίες οι κατηγορούμενοι κρατούνται προσωρινά (προφυλάκιση), ώστε να αντιμετωπιστεί το απαράδεκτο φαινόμενο της αποφυλάκισης αυτών, λόγω συμπλήρωσης του 18μηνου.
Σύμφωνα με άλλη παράγραφο του νομοσχεδίου, ο εργοδότης υποχρεούται να επαναπασχολήσει τον εργαζόμενο που απέλυσε, εφόσον η απόλυσή του κρίθηκε άκυρη και καταχρηστική από τα δικαστήρια, ενώ, προσαρμόζεται η νομοθεσία στις αποφάσεις του Αρείου Πάγου, αναφορικά με το ύψος των προστίμων που μπορούν να επιβληθούν για προσβολή της προσωπικότητας, της τιμής και της υπόληψης από δημοσιεύματα Τύπου και εκπομπές ραδιοτηλεοπτικών μέσων.
Έτσι, για τα πρόστιμα που θα επιβάλλονται δεν θα ισχύει το κατώτατο πλαφόν που προβλέπει η νομοθεσία, αλλά, θα επιβάλλονται κατά περίπτωση, ανάλογα με τον βαθμό του παραπτώματος και τη ζημιά που προκαλεί.
Τέλος ρυθμίζονται θέματα αδειών κρατουμένων και πειθαρχικών ποινών τους.
Πηγή : Newsroom ΔΟΛ, με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ