ΟΨΕΠΟΤΕ γίνει, ο ανασχηματισμός θα είναι μία πρωτόγνωρη και περιπετειώδης δοκιμασία. Συνταγματικό δικαίωμα του πρωθυπουργού, αλλά: τον επιδιώκει και σχεδόν τον προανήγγειλε -ολίγον άκομψα- ο κ. Βενιζέλος, τον απεύχεται ο κ. Κουβέλης και τον διαψεύδει -ως είθισται- ο κυβερνητικός εκπρόσωπος…
Περιπετειώδης, ακόμα, διότι αν σε τυπικούς ανασχηματισμούς του παρελθόντος οι «καραμπόλες» έφερναν τα πάνω κάτω μέχρι την τελευταία στιγμή, τώρα ο κ. Σαμαράς είναι υποχρεωμένος να λάβει υπόψη του τις «εταιρικές» ποσοστώσεις, τις ισορροπίες μεταξύ υπουργών και υφυπουργών που προέρχονται από διαφορετικά κόμματα, αλλά και τις ισορροπίες με την τρόικα. Ενα ενδιαφέρον ερώτημα, για παράδειγμα, είναι κατά πόσο μπορεί να αλλάξουν υπουργοί, όπως οι κ.κ. Στουρνάρας (αποκλείεται, λένε άπαντες, και έχουν δίκιο), Χατζηδάκης, Στυλιανίδης. Εξαιρετικά δύσκολο. Ή κατά πόσο μπορεί να πειράξει κανείς τους κ.κ. Μανιτάκη και Ρουπακιώτη, διακινδυνεύοντας τις σχέσεις του Μαξίμου με τον κ. Φώτη Κουβέλη. Σταυρόλεξο, λοιπόν, για δυνατούς λύτες. Πριν απ’ αυτό, όμως, ο πρωθυπουργός γνωρίζει πως για να φτάσει σε ανασχηματισμό πρέπει να περάσει αλώβητος από τα Καυδιανά δίκρανα της επιθεώρησης Τόμσεν. Εάν δεν αποφύγει τους σκοπέλους των απολύσεων, της μείωσης της έμμεσης φορολογίας και της ρύθμισης των υπερχρεωμένων νοικοκυριών, ίσως -κάποιοι το ισχυρίζονται με βεβαιότητα- ο ανασχηματισμός να μην έχει νόημα, αφού δεν θα υπάρχει η σημερινή κυβέρνηση. |