Η διάχυση του ελληνικού προβλήματος, της «ελληνικής τραγωδίας», όπως συνήθισαν να το αποκαλούν οι ευρωπαίοι εταίροι μας, σε αρκετές χώρες της ευρωζώνης, ιδίως στον ευρωπαϊκό νότο, είναι αυταπόδεικτη κι αναπόφευκτη παρά την προσπάθεια των ευρωπαϊκών αρχών, που κάλλιο αργά συνειδητοποίησαν το μείζον πρόβλημα που αντιμετωπίζει το ευρώ, να αντιδράσουν και να δημιουργήσουν αυτόν τον μηχανισμό στήριξης, με αμφίβολα όμως αποτελέσματα.
Αυτός είναι ο λόγος, που ακόμα και μετά την ανακοίνωση του μηχανισμού, οι αγορές δεν ησύχασαν. Παρά την προσπάθεια όλων, ακόμα και των ισχυρών χωρών, όπως η Γαλλία κι η Γερμανία, να προχωρήσουν σε δραστικές περικοπές στο Δημόσιο, στους μισθούς και στις συντάξεις, ακολουθώντας ουσιαστικά το ελληνικό παράδειγμα.
Η κρίση στην Ευρώπη φοβόμαστε ότι είναι βαθύτερη. Κι οφείλεται κυρίως σε δύο λόγους. Πρωτίστως πραγματικούς και δευτερευόντως πολιτικούς.
Ο πρώτος λόγος κατά τη γνώμη μας είναι το σύστημα, που καθιέρωσαν οι ευρωπαϊκές χώρες μετά τον Πόλεμο υπό τον φόβο και την απειλή του σοβιετικού συστήματος. Το κοινωνικό κράτος μπορεί να διατήρησε την συνοχή της δυτικοευρωπαϊκής κοινωνίας από την σοβιετική απειλή αλλά μακροπρόθεσμα την υπονόμευσε. Για δύο αιτίες, η πρώτη γιατί κατέστη ιδιαίτερα πολυδάπανο για να το χρηματοδοτούν όλες οι χώρες, των σκανδιναβικών και της Γερμανίας μη εξαιρουμένων. Αλλά και γιατί το κοινωνικό κράτος στις περισσότερες των χωρών έγινε τόσο γραφειοκρατικό, που λειτουργούσε περισσότερο για την αναπαραγωγή των δημοσιοϋπαλληλικών μηχανισμών και λιγότερο για την εξυπηρέτηση του πολίτη.
Την ίδια ώρα, οι ευρωπαϊκές κοινωνίες, με την ουσιαστική ίσως εξαίρεση μόνον της Γερμανίας, εγκατέλειψαν τους κρίσιμους παραγωγικούς τομείς της οικονομίας στην τεχνολογική παντοκρατορία των ΗΠΑ και στα φθηνά εργατικά των ανερχόμενων ασιατικών οικονομιών, με πρώτες και καλύτερες την Κίνα και την Ινδία. Δεν είναι τυχαίο ότι σήμερα, η Ευρώπη υπολείπεται σε όλους τους τομείς, που έχουν σημασία, στην τεχνολογία, την επιστήμη, την έρευνα, την καινοτομία και την εκπαίδευση, όπου ακόμα πρωτοστατούν οι ΗΠΑ αλλά και διεκδικούν μερίδιο οι ασιατικές οικονομίες.
Ο δεύτερος λόγος είναι η έλλειψη ικανής ηγεσίας στην Ευρώπη. Οι γραφειοκρατικοί μηχανισμοί της Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι αργόσυρτοι, διστακτικοί και χωρίς όραμα και φαντασία. Αλλά το δυστύχημα είναι κι ότι οι ηγέτες των σημαντικών χωρών της Ενωσης, της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Βρετανίας αλλά και της Ιταλίας είναι πολύ κατώτεροι των κρίσιμων στιγμών, που διέρχεται η Ε.Ε. ΤΙ σχέση μπορεί να έχει ο Ντέϊβιντ Κάμερον, που ηγείται μιάς κυβέρνησης κι ενός κόμματος, που αρχηγοί του κάποτε στη Μεγάλη Βρετανία ήταν ο μέγας Τσώρτσιλ κι η Θάτσερ; Τι σχέση έχει η Μέρκελ με τον Αντενάουερ, τον Χέλμουτ Σμιντ ακόμα και τον Χέλμουτ Κολ; Τι κοινό έχει ο Σαρκοζί στη Γαλλία με τον Ντε Γκωλ και τον Μιττεράν. Οι ηγέτες διαμετρήματος, με την ισχυρή προσωπικότητα, που μπορούσαν να πάρουν στους ώμους τους την Ευρώπη και να πάνε μπροστά σήμερα ελλείπουν δυστυχώς.
Γι αυτό το λόγο ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλο μας, το Βερολίνο αργά η γρήγορα θα υποχρεωθεί να προχωρήσει στην αύξηση της κυκλοφορίας του χρήματος. Αλλά προηγουμένως είναι επίσης προφανές ότι θα επιβάλει αλλαγές στις συνθήκες, που θα οδηγήσουν στην οριστική μεταρρύθμιση του συστήματος ευρωπαϊκής διακυβέρνησης με κεντρική συσσώρευση εξουσιών από τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ενωσης στις Βρυξέλλες, δηλαδή την ίδια τη Γερμανία. Μέχρι όμως να φθάσουμε εκεί, το πρόβλημα μπορεί να καταστεί ανεξέλεγκτο κι αυτό προκαλεί συναγερμό τόσο εντός όσο κι εκτός ευρωζώνης. Αυτή την στιγμή είναι προφανές ότι τυχόν κατάρρευση του ευρώ θα προκαλέσει την ενεργοποίηση των ασφαλίστρων κινδύνου, που θα κληθούν να πληρώσουν κι αμερικανικές τράπεζες και κατά συνέπεια θα οδηγηθούμε μοιραία σε παγκόσμια κρίση και ύφεση. Γι’ αυτό από την Ούασιγκτον μέχρι το Τόκιο και από το Λονδίνο μέχρι τη Μόσχα και το Πεκίνο όλοι πιέζουν την Γερμανία να πάρει πρωτοβουλίες για να αντιμετωπισθεί άμεσα το πρόβλημα. Όμως, κακά τα ψέματα, υπό τις παρούσες συνθήκες υπάρχει σοβαρό θέμα με την ευρωπαϊκή διακυβέρνηση. Ενιαίο νόμισμα χωρίς ενιαία οικονομική και δημοσιονομική πολιτική δεν μπορεί να υπάρξει. Κι αυτό ήταν το λάθος, που ξεκίνησε από την συνθήκη του Μάαστριχτ και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μόνον η ενιαία στάση της Ευρωπαϊκής Ενωσης μπορεί να σώσει την κατάσταση, που σήμερα είναι περισσότερο επικίνδυνη κι εφιαλτική από ποτέ.
Η κρίση στην Ευρώπη φοβόμαστε ότι είναι βαθύτερη. Κι οφείλεται κυρίως σε δύο λόγους. Πρωτίστως πραγματικούς και δευτερευόντως πολιτικούς.
Ο πρώτος λόγος κατά τη γνώμη μας είναι το σύστημα, που καθιέρωσαν οι ευρωπαϊκές χώρες μετά τον Πόλεμο υπό τον φόβο και την απειλή του σοβιετικού συστήματος. Το κοινωνικό κράτος μπορεί να διατήρησε την συνοχή της δυτικοευρωπαϊκής κοινωνίας από την σοβιετική απειλή αλλά μακροπρόθεσμα την υπονόμευσε. Για δύο αιτίες, η πρώτη γιατί κατέστη ιδιαίτερα πολυδάπανο για να το χρηματοδοτούν όλες οι χώρες, των σκανδιναβικών και της Γερμανίας μη εξαιρουμένων. Αλλά και γιατί το κοινωνικό κράτος στις περισσότερες των χωρών έγινε τόσο γραφειοκρατικό, που λειτουργούσε περισσότερο για την αναπαραγωγή των δημοσιοϋπαλληλικών μηχανισμών και λιγότερο για την εξυπηρέτηση του πολίτη.
Την ίδια ώρα, οι ευρωπαϊκές κοινωνίες, με την ουσιαστική ίσως εξαίρεση μόνον της Γερμανίας, εγκατέλειψαν τους κρίσιμους παραγωγικούς τομείς της οικονομίας στην τεχνολογική παντοκρατορία των ΗΠΑ και στα φθηνά εργατικά των ανερχόμενων ασιατικών οικονομιών, με πρώτες και καλύτερες την Κίνα και την Ινδία. Δεν είναι τυχαίο ότι σήμερα, η Ευρώπη υπολείπεται σε όλους τους τομείς, που έχουν σημασία, στην τεχνολογία, την επιστήμη, την έρευνα, την καινοτομία και την εκπαίδευση, όπου ακόμα πρωτοστατούν οι ΗΠΑ αλλά και διεκδικούν μερίδιο οι ασιατικές οικονομίες.
Ο δεύτερος λόγος είναι η έλλειψη ικανής ηγεσίας στην Ευρώπη. Οι γραφειοκρατικοί μηχανισμοί της Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι αργόσυρτοι, διστακτικοί και χωρίς όραμα και φαντασία. Αλλά το δυστύχημα είναι κι ότι οι ηγέτες των σημαντικών χωρών της Ενωσης, της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Βρετανίας αλλά και της Ιταλίας είναι πολύ κατώτεροι των κρίσιμων στιγμών, που διέρχεται η Ε.Ε. ΤΙ σχέση μπορεί να έχει ο Ντέϊβιντ Κάμερον, που ηγείται μιάς κυβέρνησης κι ενός κόμματος, που αρχηγοί του κάποτε στη Μεγάλη Βρετανία ήταν ο μέγας Τσώρτσιλ κι η Θάτσερ; Τι σχέση έχει η Μέρκελ με τον Αντενάουερ, τον Χέλμουτ Σμιντ ακόμα και τον Χέλμουτ Κολ; Τι κοινό έχει ο Σαρκοζί στη Γαλλία με τον Ντε Γκωλ και τον Μιττεράν. Οι ηγέτες διαμετρήματος, με την ισχυρή προσωπικότητα, που μπορούσαν να πάρουν στους ώμους τους την Ευρώπη και να πάνε μπροστά σήμερα ελλείπουν δυστυχώς.
Γι αυτό το λόγο ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλο μας, το Βερολίνο αργά η γρήγορα θα υποχρεωθεί να προχωρήσει στην αύξηση της κυκλοφορίας του χρήματος. Αλλά προηγουμένως είναι επίσης προφανές ότι θα επιβάλει αλλαγές στις συνθήκες, που θα οδηγήσουν στην οριστική μεταρρύθμιση του συστήματος ευρωπαϊκής διακυβέρνησης με κεντρική συσσώρευση εξουσιών από τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ενωσης στις Βρυξέλλες, δηλαδή την ίδια τη Γερμανία. Μέχρι όμως να φθάσουμε εκεί, το πρόβλημα μπορεί να καταστεί ανεξέλεγκτο κι αυτό προκαλεί συναγερμό τόσο εντός όσο κι εκτός ευρωζώνης. Αυτή την στιγμή είναι προφανές ότι τυχόν κατάρρευση του ευρώ θα προκαλέσει την ενεργοποίηση των ασφαλίστρων κινδύνου, που θα κληθούν να πληρώσουν κι αμερικανικές τράπεζες και κατά συνέπεια θα οδηγηθούμε μοιραία σε παγκόσμια κρίση και ύφεση. Γι’ αυτό από την Ούασιγκτον μέχρι το Τόκιο και από το Λονδίνο μέχρι τη Μόσχα και το Πεκίνο όλοι πιέζουν την Γερμανία να πάρει πρωτοβουλίες για να αντιμετωπισθεί άμεσα το πρόβλημα. Όμως, κακά τα ψέματα, υπό τις παρούσες συνθήκες υπάρχει σοβαρό θέμα με την ευρωπαϊκή διακυβέρνηση. Ενιαίο νόμισμα χωρίς ενιαία οικονομική και δημοσιονομική πολιτική δεν μπορεί να υπάρξει. Κι αυτό ήταν το λάθος, που ξεκίνησε από την συνθήκη του Μάαστριχτ και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μόνον η ενιαία στάση της Ευρωπαϊκής Ενωσης μπορεί να σώσει την κατάσταση, που σήμερα είναι περισσότερο επικίνδυνη κι εφιαλτική από ποτέ.