Και πάλι, στο κέντρο των διαπραγματεύσεων με την τρόικα (όπως, κατ’ευφημισμό, αποκαλείται ο περιοδικός εκβιασμός των δανειστών προς την πρόθυμη κυβέρνηση μας) βρέθηκε το δημόσιο. Το νέο έγκειται στο ότι ο Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης αυτή τη φορά είπε ορισμένες αλήθειες που, ενώ είναι αυταπόδεικτες, μέχρι σήμερα διατυπώνονταν μόνον από όσους ασκούμε κριτική στις μνημονιακές πολιτικές διάλυσης της διοίκησης.
Ο Υπουργός μίλησε για τη “δραματική και ανεξέλεγκτη μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων” (που) «κινδυνεύει σύντομα να γίνει, με τις αθρόες και μαζικές συνταξιοδοτήσεις, ο εφιάλτης της δημόσιας διοίκησης και των ταμείων συνταξιοδότησης”. Συνεχίζοντας, ανέφερε ότι “η μείωση του συνολικού αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων μέχρι το 2015 θα προσεγγίσει τις 180.000 χιλιάδες. Aρα το 2015 ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων θα είναι αρκετά κάτω από τις 600.000. Μείωση που ξεπερνά το 25% σε πέντε χρόνια και είναι τρομακτική, διότι δημιουργεί κενά τα οποία δεν μπορεί να καλυφθούν (…) . Μείωση τρομακτική για τις δραματικές ελλείψεις, την παράλυση που μπορεί να προκαλέσει στις δημόσιες υπηρεσίες και στον κρατικό μηχανισμό, κυρίως νοσοκομεία και υπηρεσίες κοινωνικές”.
Φυσικά, ο Υπουργός έχει δίκιο. Όπως έγραφα και εγώ από τη στήλη αυτή στις 26/2, το ελληνικό δημόσιο δεν πάσχει από υπερτροφία, εφόσον τόσο από πλευράς υπαλλήλων όσο και από πλευράς μισθολογικής δαπάνης βρίσκεται περίπου στο μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αντιθέτως, λόγω των πελατειακών πρακτικών του παλαιοκομματισμού, πάσχει από ανισοκατανομή των ανθρώπινων πόρων, δηλαδή από υπερπληθυσμό στις «ευγενείς» θέσεις και υποστελέχωση των κοινωνικών και ελεγκτικών υπηρεσιών. Εάν υλοποιηθούν οι περικοπές των μνημονίων ως το τέλος, τότε οι δημόσιες δαπάνες θα μειωθούν σε ποσοστό γύρω στο 9% του ΑΕΠ, μικρότερο και από τις χαμηλότερες δαπάνες των χωρών του ΟΟΣΑ.
Την ίδια εβδομάδα, ο Υπουργός απάντησε και σε επερώτηση βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας. Ο επερωτών, αφού ξεκίνησε λέγοντας ότι “είναι ευχάριστο να απολύσουμε τους επίορκους δημοσίους υπαλλήλους» κατέληξε: “Εάν ήταν δική σας επιχείρηση, θα τους είχατε δει και θα τους είχατε διώξει. Κινδυνεύετε να μείνετε στη ιστορία ως ο υπουργός προστάτης των επίορκων, των κοπανατζήδων και των τεμπέληδων». Και πάλι η απάντηση ήταν αυτονόητη: «Σε καμιά χώρα, οι υπουργοί δεν απολύουν. Ο υπουργός δεν είναι προϊστάμενος επιχείρησης. Όποιοι απολύονται, απολύονται από πειθαρχικά ή υπηρεσιακά συμβούλια και όχι απ’ τον υπουργό».
Μεταξύ των λεγόμενων «επιόρκων» συγκαταλέγονται αθώοι και ένοχοι, ήτοι όλοι οι υπάλληλοι που έχουν παραπεμφθεί σε πειθαρχικό συμβούλιο, πολλοί από αυτούς μάλιστα, μετά τη θέση σε ισχύ του ν. 4093/2012, για ελάσσονα αδικήματα. Αναμφισβήτητα υπάρχουν μεταξύ τους και συστηματικοί κοπανατζήδες ανάξιοι για τη θέση τους, αλλά και εγκληματίες, εκβιαστές και καταχραστές του δημοσίου χρήματος. Η πειθαρχική δίκη πολλών από αυτούς χρονίζει λόγω της προστασίας που τους παρείχε το πελατειακό σύστημα του δικομματισμού. Το τεκμήριο αθωότητας, όμως, ισχύει και για αυτούς. Σε κάθε περίπτωση, η απαίτηση της τρόϊκας να απολυθούν μέσα σε ένα μήνα είναι εντελώς αδύνατη και μόνον προσχηματικά και στο πλαίσιο διαφανούς εκβιασμού διατυπώθηκε. Και τούτο γιατί το Σύνταγμα μας προβλέπει ότι η οριστική παύση υπαλλήλου όχι μόνον γίνεται μετά από απόφαση πειθαρχικού συμβουλίου, αλλά και υπόκειται σε προσφυγή ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας που αναστέλλει την απόλυση. Η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής είναι εξήντα ημέρες και έχει και αυτή ανασταλτικό αποτέλεσμα.
Σωστά, λοιπόν, απάντησε ο υπουργός. Πώς εξηγείται όμως το γεγονός, ότι στον ίδιο οφείλονται και οι πρόσφατες ρυθμίσεις του νόμου του τρίτου μνημονίου που επέβαλαν οριζόντιες περικοπές σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες, ανεξαρτήτως εάν αυτές παρουσιάζουν λειτουργικά και οργανικά κενά ή πλεονάζον προσωπικό, με αυθαίρετα κριτήρια όμοια με αυτά που ο ίδιος στις δηλώσεις του καταδικάζει; Ήταν τόσο πρόδηλα αντίθετες στις αρχές της αξιοκρατίας και της ισότητας οι διατάξεις αυτές, ώστε να απορριφθούν διαρρήδην ως αντισυνταγματικές ακόμη και από τους Δημάρχους Θεσσαλονίκης και Αθήνας, πολιτικούς που κινούνται, γενικά, στο ίδιο πολιτικό μήκος κύματος με τον Υπουργό. (Ο Γιώργος Καμίνης είναι, άλλωστε, και έγκυρος συνταγματολόγος).
Ο Αντώνης Μανιτάκης ξέρει το Σύνταγμα όσο λίγοι. Και όχι μόνο αυτό: υπήρξε εμβληματική μορφή στο χώρο της προάσπισης των δικαιωμάτων, με αναγνώριση πολύ ευρύτερη της μικρής μας κοινότητας των συνταγματολόγων. Δεν έγινε ξαφνικά άλλος άνθρωπος. Φοβάμαι, όμως ότι έπεσε θύμα ενός φαουστιανού συμφώνου, όπως και πολλοί άλλοι «εκσυγχρονιστές». Πίστεψε, λόγω των ικανοτήτων του, ότι, ως υπουργός του Σαμαρά, θα μπορούσε να προωθήσει τις μεταρρυθμίσεις που θεωρούσε σκόπιμες, υπηρετώντας ταυτόχρονα και την Τρόικα και το Σύνταγμα. Κανείς όμως δεν μπορεί να είναι υπηρέτης δύο αφεντάδων. Το παρασύνταγμα των μνημονιακών δεσμεύσεων δεν μπορεί να συμβιβαστεί με τη συνταγματική προστασία των κοινωνικών και εργασιακών δικαιωμάτων. Το ένα συνιστά την άρνηση του άλλου. Εξ ου οι ακροβασίες, οι αντιφάσεις και η διπλολαλιά.
Δυστυχώς, οι συμφωνίες με το διάβολο καταλήγουν πάντα άσχημα. Όχι για τον διάβολο. Ούτε για την τρόικα…
Δημοσιεύθηκε στην Ελευθεροτυπία, 9/4/2013
* Ο Γ. Κατρούγκαλος είναι καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στο ΔΠΘ