Δυστυχώς η ελληνική οικονομία αλλά και η κοινωνία δεν πρέπει να καλύψει μόνο το δημοσιονομικό έλλειμμα αλλά και το έλλειμμα στην κουλτούρα της επιχειρηματικότητας. Η μακροχρόνια επιβίωση της ελληνικής κοινωνίας πέριξ και γύρω του δημόσιου τομέα δημιούργησε ψευδαισθήσεις σχετικά με τον τρόπο παραγωγής πλούτου και αυτόν της δημιουργίας θέσεων εργασίας. Οι περίφημες κρατικοποιήσεις και κοινωνικοποιήσεις των εργοστασίων της δεκαετίας του 1980 φαίνεται να έχουν αφήσει μια ανεξίτηλη σφραγίδα στον τρόπο σκέψης και αντίδρασης της κοινωνίας. Αυτές είναι οι σκέψεις και ίσως η μοναδική ερμηνεία που μπορεί να δώσει κανείς παρακολουθώντας τις αντιδράσεις συγκεκριμένης ομάδας κατοίκων της Ιερισσού και της Θράκης.
Αυτός ο επιφορτισμένος συναισθηματικά διάλογος αλλά και η εμμονή σε τυφλές κινητοποιήσεις οδήγησαν την δεκαετία του 1980 την Pirelli φύγει από την Πάτρα μετά από μια μακρά περίοδο εργατικών κινητοποιήσεων και να χαθούν 520 θέσεις εργασίας. Τότε μια μικρή ομάδα ανθρώπων αλλά με την ανοχή μιας πολύ μεγαλύτερης ομάδας που επένδυε πολιτικά οδήγησαν την Χώρα σε αποβιομηχανοποίηση και διαμόρφωσαν την κυρίαρχη ιδεολογία της κρατικοδίαιτης επιχειρηματικότητας. H ΤΕΟΚΑΡ συνέχισε το χορό των λουκέτων στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Το κλείσιμο των επιχειρήσεων ΤΕΟΚΑΡ έστειλε στην ανεργία 420 εργαζόμενους, σε μια περίοδο όπου η NISSAN επιθυμούσε διακαώς τη βιομηχανική παρουσία της στην Ευρώπη με αντάλλαγμα την εργασιακή ειρήνη. Το αποτέλεσμα ήταν ο ιαπωνικός όμιλος να μεταφέρει τις δραστηριότητές του στην Αγγλία. Ηταν άνοιξη του 1983 όταν το το πανώ της διαδήλωσης στο κέντρο της Αθήνας των εργαζομένων στα λατομεία Σκαλιστήρη έγραφε: ‘ΟI EΡΓΑΤΕΣ ΖΗΤΑΝΕ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ’. Με αυτό το σύνθημα ως προμετωπίδα των εργατικών αγώνων οδηγήσαμε την επιχειρηματικότητα σε διωγμό.Όπως τότε έτσι και σήμερα αυτό που είναι εντυπωσιακό στις κινητοποιήσεις ενάντια στην εξόρυξη του χρυσού είναι η ευκολία με την οποία συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων προσπαθεί να ακυρώσει μια επένδυση και κατ επέκταση χιλιάδες θέσεις εργασίας χωρίς να δέχεται την οποιαδήποτε επιχειρηματολογία. Όταν στις ανησυχίες για την περιβαλλοντική επιβάρυνση της περιοχής αντιπαρατίθεται το επιχείρημα των σκληρών περιβαλλοντικών όρων που ικανοποιούν οι επενδύσεις τότε επισείετε ο κίνδυνος του ατυχήματος. Όπως τότε έτσι και σήμερα ορισμένοι αδυνατούν να κατανοήσουν τις φωνές των ειδικών επιστημόνων διαβεβαιώνουν για την εκπλήρωση των σκληρών περιβαλλοντικών όρων. Είναι πραγματικά εντυπωσιακή η ευκολία με την οποία ό καθένας υποκαθιστά τις αρμόδιες υπηρεσίες και η χαρακτηριστική άνεση υποκατάστασης του επιστημονικού διαλόγου από κοινωνικό ακτιβισμό. Όπως επίσης εντυπωσιακή είναι και η προσπάθεια να δημιουργηθεί αναπτυξιακό αντίβαρο με την δημιουργία πολυάριθμων θέσεων εργασίας από άλλες δραστηριότητες φιλικές προς το περιβάλλον. Σχετίζονται με εβδομαδιαίες ανακοινώσεις τοπικών αρχόντων της περιοχής περί γερμανών και ουκρανών επενδυτών όπου θα δημιουργήσουν χιλιάδες θέσεις εργασίας και κατ αυτό τον τρόπο δεν θα χρειαζόμαστε τις επενδύσεις για την εξόρυξη του χρυσού.
Αυτή όμως η ευκολία της ακύρωσης των επενδύσεων δεν απαντά στην πραγματικότητα η οποία λέει κάτι το διαφορετικό. Για παράδειγμα στο ν. Ροδόπης ενώ το 2004 λειτουργούσαν 100 εργοστάσια τώρα έχουν μείνει 30. Στην βιομηχανική περιοχή της Ροδόπης εργάζονταν 11.000 άτομα μέχρι το 2007 σήμερα όχι περισσότεροι από 1000.Ο ζητούμενος παραγωγικός μετασχηματισμός της χώρας δεν είναι τίποτα άλλο από την μείωση της συμμετοχής του τομέα των υπηρεσιών στο ΑΕΠ και της αύξησης της συμμετοχής της μεταποίησης, της βιομηχανίας, των εξορυκτικών δραστηριοτήτων και του πρωτογενή τομέα. Δυστυχώς η επιβίωση και η δημιουργία θέσεων εργασίας αυτών των παραγωγικών τομέων απαιτεί προσπάθεια, ανταγωνιστικότητα και διαχείριση των επιπτώσεων τους. Δυστυχώς παραγωγική δραστηριότητα χωρίς επιπτώσεις δεν υπάρχει. Το θέμα είναι αυτές οι επιπτώσεις να είναι διαχειρίσιμες από την διαθέσιμη τεχνολογία και η πιθανότητα απρόβλεπτων να είναι απειροελάχιστη. Αν εξοβελίσουμε τις πιθανότητες τότε πραγματικά καμμία παραγωγική δραστηριότητα δεν θα πρέπει να υφίσταται. Πάνω σ αυτή την βάση θα μπορούσε να εξελιχθεί μια συζήτηση και διαβούλευση ακόμα και από τον πιο δύσπιστο κριτή. Η διαδικασία αυτή όμως απαιτεί διάλογο για την διαχείριση και εποπτεία της παραγωγικής δραστηριότητας. Όταν όμως η συζήτηση διαφεύγει αυτού του σκοπού και περικλείει στοιχεία τοπικών ισορροπιών όσον αφορά τις δημοτικές εκλογές, προσπάθειες πολιτικών και κομματικών κερδών, τοπικοί επιχειρηματικοί ανταγωνισμοί ή απλά ετσιθελισμό προκειμένου να εξασφαλίσουμε το πολυπόθητο πεντάλεπτο στα ΜΜΕ τότε φοβάμαι ότι ο κοινωνικός ή ακόμα και ο περιβαλλοντικός ακτιβισμός γίνεται επικίνδυνος.