Το Συμβούλιο της Επικρατείας έκανε δεκτή την αίτηση του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης Λέανδρου Ρακιντζή και μετέτρεψε την πειθαρχική ποινή που είχε επιβληθεί σε εκπαιδευτικό, λόγω μακροχρόνιας αδικαιολόγητης αποχής από τα καθήκοντά του πάνω από δύο χρόνια, από 6μηνη προσωρινή παύση σε οριστική απόλυση. Παράλληλα, απέρριψε την αίτηση του εκπαιδευτικού που ζητούσε να ακυρωθεί η απόφαση του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου που του επέβαλε την 6μηνη προσωρινή παύση…
Ειδικότερα, ο εκπαιδευτικός παραπέμφθηκε στο πρωτοβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο, καθώς υπέπεσε στα πειθαρχικά παραπτώματα (σύμφωνα με τον Υπαλληλικό Κώδικα): 1) της αδικαιολόγητης αποχής από τα καθήκοντά του πάνω από 22 συνεχόμενες ημέρες και 2) της άρνησης εκτέλεσης υπηρεσίας. Πράγματι το πρωτοβάθμιο συμβούλιο το έτος 2007 έκρινε ότι ο εκπαιδευτικός υπέπεσε στα αποδιδόμενα σ’ αυτόν πειθαρχικά παραπτώματα: α) της αδικαιολόγητης αποχής από τα καθήκοντά του πάνω από 30 εργάσιμες ημέρες μέσα σε ένα έτος και β) της άρνησης εκτέλεσης υπηρεσίας και του επέβαλε την ποινή της οριστικής παύσης.
Στη συνέχεια, ο εκπαιδευτικός άσκησε ένσταση στο δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο, το οποίο το Νοέμβριο του 2008 την έκανε δεκτή και μετέτρεψε την πειθαρχική ποινή της οριστικής απόλυσης σε προσωρινή παύση έξι μηνών.
Ο εκπαιδευτικός προσέφυγε στη Δικαιοσύνη ζητώντας να ακυρωθεί η δευτεροβάθμια απόφαση, ενώ παράλληλα ο κ. Ρακιντζής ζήτησε από το ΣτΕ να μεταρρυθμιστεί η πειθαρχική απόφαση του επίμαχου εκπαιδευτικού και να του επιβληθεί η ποινή της οριστικής απόλυσης. Οι δυο αυτές αιτήσεις συνδικάστηκαν.
Σύμφωνα με το ιστορικό και την Ένορκη Διοικητική Εξέταση (ΕΔΕ) που διενεργήθηκε ο επίμαχος εκπαιδευτικός που υπηρετούσε στην Θεσσαλονίκη, μετά την μη επανεκλογή του ως σχολικού συμβούλου (28.3.2003) και μέχρι την ημέρα που ανέλαβε υπηρεσία σε Γυμνάσιο των Αθηνών (13.6.2005), δηλαδή συνολικά δυο χρόνια, δυο μήνες και 16 ημέρες, απείχε παράνομα από τα εκπαιδευτικά του καθήκοντά του και με δική του υπαιτιότητα, ενώ αρνήθηκε να συμμορφωθεί με τις εντολές του υπουργείου Παιδείας. Να σημειωθεί ότι όλο αυτό το επίμαχο διάστημα ο εκπαιδευτικός ελάμβανε κανονικά το μισθό του.
Αναλυτικότερα, μετά την μη ανανέωση της θητείας του ως σχολικού συμβούλου ο εκπαιδευτικός προσπάθησε να τοποθετηθεί σε Μουσικό Σχολείο του Αλίμου, κάτι που δεν έγινε δεκτό. Ομως, την 1η Σεπτεμβρίου 2004 παρουσιάστηκε αυτοβούλως στο Μουσικό Σχολείο Πειραιά, χωρίς να υπάρχει σχετική υπηρεσιακή απόφαση για την τοποθέτησή του. Του γνωστοποιήθηκε από το υπουργείο ότι δεν μπορεί να διδάξει στο σχολείο του Πειραιά.
Στη συνέχεια, στις 11 Οκτωβρίου 2004 υπέβαλε αίτηση για να τοποθετηθεί σε ένα από τα Μουσικά Σχολεία του Πειραιά ή του Αλίμου ή του Ιλίου, κάτι που δεν έγινε αποδεκτό. Τελικά τοποθετήθηκε σε Γυμνάσιο των Αθηνών στις 13.6.2005, ενώ στο ενδιάμεσο διάστημα (1.9. έως 10.10.2004) παρείχε υπηρεσία στην αρμόδια καλλιτεχνική επιτροπή του υπουργείου Παιδείας, χωρίς όμως να υπάρχει σχετική απόφαση τοποθέτησής του στο επίμαχο σχολείο.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας με την υπ’ αριθμ. 1670/2013 απόφασή τους (Γ΄ Τμήμα) απέρριψαν ως αβάσιμους όλους τους ισχυρισμούς που προέβαλε ο επίμαχος εκπαιδευτικός και δέχτηκαν ότι υπέπεσε στα πειθαρχικά παραπτώματα που του αποδίδονται. Οι δικαστές έκριναν ότι η προσήκουσα ποινή που πρέπει να επιβληθεί στον εν λόγω εκπαιδευτικό είναι αυτή της οριστικής παύσης.