Τη νόμιμη αποζημίωση 32.495 ευρώ θα πρέπει να καταβάλει αγροτική συνεταιριστική οργάνωση σε εργαζόμενο που απολύθηκε χωρίς αποζημίωση λόγω διάλυσης της επιχείρησης, σύμφωνα με απόφαση του εργατικού τμήματος του Αρείου Πάγου. Είναι μια απόφαση-σταθμός ενόψει των επιπτώσεων στις εργασιακές σχέσεις από την οικονομική κρίση.
Η απόφαση αυτή του Αρείου Πάγου ουσιαστικά θέτει τα όρια της αποκαλούμενης ανωτέρας βίας που επικαλούνται επιχειρήσεις που κλείνουν για να μην καταβάλλουν αποζημίωση στους εργαζόμενους.
Ο Άρειος Πάγος (υπ αριθμ. 172/2013 απόφαση) ξεκαθαρίζει πώς «ανώτερη βία δεν συντρέχει στην περίπτωση που τα επικαλούμενα από τον εργοδότη περιστατικά ανάγονται στον κύκλο της επιχειρηματικής του δραστηριότητας και στη σφαίρα κινδύνου αυτού, αφού αυτά θα μπορούσαν εκ των προτέρων να ληφθούν υπόψη ως ενδεχόμενα κατά την κοινή πείρα και συνεπώς να αντιμετωπιστούν…. Ούτε όμως, συνιστά ανώτερη βία, χωρίς την συνδρομή άλλης περιστάσεως, η κακή πορεία της οικονομικής καταστάσεως της επιχειρήσεως και ειδικότερα η δυσαναλογία μεταξύ των εξόδων αυτής, μεταξύ των οποίων και οι αποδοχές των εργαζομένων και των από την επιχειρηματική δραστηριότητα εσόδων, αφού είναι γεγονός προβλέψιμο δια καταβολής της συνήθους επιμελείας, κείμενον εντός του συνήθους επιχειρηματικού κινδύνου».
Ο εργαζόμενος ως οδηγός σε αγροτική συνεταιριστική οργάνωση στο χώρο της γαλακτοκομίας η οποία συνεργαζόταν αποκλειστικά επί 16 συναπτά έτη με συγκεκριμένη γαλακτοκομική εταιρεία, απολύθηκε όταν διακόπηκε αυτή η συνεργασία επικαλούμενη το γεγονός ότι κατέφυγε σε εκκαθάριση λογω χρεών.
Ο οδηγός προσέφυγε στη Δικαιοσύνη κατά της συνεταιριστικής οργάνωσης και το Πρωτοδικείο του επιδίκασε το ποσό των 32.495 ευρώ ως αποζημίωση απολύσεως, απόφαση η οποία ανατράπηκε από το Εφετείο. Τελικά όμως ο Άρειος Πάγος αποφάνθηκε ότι το Εφετείο έσφαλε στην κρίση του, αφού τα αποτελέσματα των οικονομικών προβλημάτων «θα μπορούσαν εκ των προτέρων να ληφθούν υπόψη ως ενδεχόμενα κατά την κοινή πείρα και συνεπώς να αντιμετωπιστούν με άλλες ενέργειες, όπως εξεύρεση άλλων πελατών ή αλλαγή της επιχειρηματικής δραστηριότητας».