Αυτό προκύπτει από έγγραφο από συνάντηση εκπροσώπων της Task Force με τον υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης Αντώνη Μανιτάκη, στην οποία συμμετείχε και ο γενικός γραμματέας συντονισμού του κυβερνητικού έργου, Δημήτρης Βαρτζόπουλος. Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από το έγγραφο που φέρει ημερομηνία 13 Μαΐου, το αρμόδιο υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης σε συνεργασία με το επιτελείο της Task Force θα διαμορφώσουν τα κριτήρια για την επιλογή των δημοσίων υπαλλήλων που θα τεθούν στο πρόγραμμα κινητικότητας. Ηδη, η Task Force θα κινητοποιήσει εξειδικευμένο προσωπικό της για την εφαρμογή της κινητικότητας στον ελληνικό δημόσιο τομέα.
Με δεδομένο ότι ο αριθμός των υπαλλήλων έχει προσδιοριστεί στις 12.500, οι πρώτες δεξαμενές θα είναι τα υπουργεία με τους περισσότερους δημοσίους υπαλλήλους, δηλαδή το Παιδείας και το Εσωτερικών. Ειδικότερα, στο υπουργείο Παιδείας υπάγονται περί τους 150.000 νηπιαγωγούς, δασκάλους και καθηγητές, ενώ στο υπουργείο Εσωτερικών υπάγονται οι υπάλληλοι της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Για τον σκοπό αυτό η Γενική Γραμματεία του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και οι εκπρόσωποι της Task Force θα έχουν στο αμέσως προσεχές διάστημα συναντήσεις με τις Γενικές Γραμματείες των δύο αυτών υπουργείων για να επιταχύνουν τη διαδικασία.
Επίσης, όπως αναφέρεται στο ίδιο έγγραφο, έξι υπουργεία (Εργασίας, Υγείας, Παιδείας, Οικονομικών, Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος) θα δεχθούν την τεχνική υποστήριξη της Task Force για τη διοικητική αναδιάρθρωσή τους. Σε κάθε υπουργείο θα διατεθούν δύο εμπειρογνώμονες. Και στο πλαίσιο αυτό θα δοθεί προτεραιότητα στο υπ. Παιδείας, διότι, όπως αναφέρει το έγγραφο, «η αξιολόγηση του προσωπικού της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης επείγει».
Το έγγραφο αυτό αναμένεται να πυροδοτήσει τις αντιδράσεις των εκπαιδευτικών, ήδη πληροφορίες αναφέρουν ότι είναι εις γνώσιν της ΟΛΜΕ, που συνδέει τα αποτελέσματα της επικείμενης, από το επόμενο σχολικό έτος, αξιολόγησης του κλάδου με απολύσεις.