ΕΩΣ ΚΑΙ 12 ΔΙΣ Η ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ
«Σταγόνα στον ωκεανό» (και ούτε καν… «πετρελαιοκηλίδα») θεωρούν στο υπουργείο Οικονομικών την αποκάλυψη πως το παράνομο κύκλωμα που εντοπίστηκε είχε διακινήσει λαθραία 4,5 εκατ. λίτρα ναυτιλιακού πετρελαίου σε δύο χρόνια και ότι από την υπόθεση αυτή το ελληνικό δημόσιο έχει χάσει 3,5 εκατ. ευρώ από φόρους καυσίμων. Εκτιμούν ότι δεν αντιστοιχεί ούτε στο 1% της ετήσιας κλοπής φόρων από τα ναυτιλιακά καύσιμα στη χώρα μας.
Η πραγματική έκταση του λαθρεμπορίου στα καύσιμα εκτιμάται σε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ. Ανάλογα με το πότε και ποιος κάνει την εκτίμηση, τα ποσά ανεβοκατεβαίνουν από 300 εκατ. έως 2 δισ. ευρώ το χρόνο. Το 2012 ο τότε πρωθυπουργός Λουκάς Παπαδήμος μιλούσε για παράνομους «τζίρους» 2,5 δισ.ευρώ στα λαθραία καύσιμα και φοροδιαφυγή ύψους 1 δισ. ευρώ το χρόνο.
Η σημερινή ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών παραδέχεται ότι το δημόσιο χάνει το χρόνο τουλάχιστον 150-200 εκατ. ευρώ το χρόνο, που καταλήγουν αφορολόγητα στα παράνομα κυκλώματα. Και αυτό παρά τις αυξήσεις φόρων στο πετρέλαιο θέρμανσης, με τις οποίες θεωρεί ότι καταπολεμήθηκε σε μεγάλο βαθμό η νοθεία (περίπου 300 από τα 600 εκατ.ευρώ το χρόνο), αλλά έστρεψε τους λαθρέμπορους στην ανάμειξη φθηνού ναυτιλιακού καυσίμου (που δεν ανατιμήθηκε) με πετρέλαιο θέρμανσης, κίνησης κ.ά.
Αυτό γνώριζε προφανώς και ο υπουργός Οικονομικών κ. Στουρνάρας όταν δήλωνε προ μηνός ότι «εάν μπορέσουμε να καταπολεμήσουμε το λαθρεμπόριο στο ναυτιλιακό καύσιμο, τότε θα μπορέσουμε να μειώσουμε τον φόρο στο πετρέλαιο θέρμανσης»! Δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί κάτι τέτοιο αν οι απώλειες ήταν μόλις 3 ή 6 εκατ. ευρώ, όπως υποστηρίζουν παράγοντες των εταιριών εμπορίας καυσίμων.
Ειδική μελέτη μάλιστα που έχει στα χέρια του ο υπουργός Οικονομικών δείχνει ότι το 1/3 της πτώσης κατανάλωσης πετρελαίου θέρμανσης το 2013, οφειλόταν σε νοθεία ναυτιλιακού πετρελαίου. Με άλλα λόγια διακινήθηκαν τουλάχιστον 400 εκατ. λίτρα ναυτιλιακού πετρελαίου σαν πετρέλαιο θέρμανσης και το δημόσιο πάνω από 150 εκατ. ευρώ την περσινή χειμερινή σαιζόν.
«Εκτιμήσεις» αντί για ελέγχους
Και αυτές οι εκτιμήσεις όμως φαντάζουν συντηρητικές, για έμπειρα στελέχη του υπουργείου Οικονομικών που έχουν εγγράφως καταγγείλει στην υπηρεσία τους ότι από το λαθρεμπόριο εμπορευμάτων συνολικά το δημόσιο χάνει πάνω από 1 δισ. ευρώ κάθε μήνα!
Για να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο το ΣΔΟΕ τοποθέτησε και GPS στα σλέπια ώστε να ελέγχονται διαρκώς σε πραγματικό χρόνο πού βρίσκονται και εάν παραδίδουν καύσιμα σε πλοία ή αν ξεφορτώνουν παρανόμως καύσιμα στην ξηρά, που καταλήγουν στα στη βιομηχανία, στη γεωργία, στα αυτοκίνητα και στα σπίτια μας. Από 1/11/2013 όμως και αυτοί οι έλεγχοι σταμάτησαν, όπως οι περισσότεροι έλεγχοι του ΣΔΟΕ.
Μπροστά στην κατάσταση αυτή, μόνο «χαμόγελα» προκαλει η αποκάλυψη της Αστυνομίας ότι στο πλαίσιο των ερευνών για το παράνομο κύκλωμα που εντοπίσηκε, κατασχέθηκαν 8.000 λίτρα ναυτιλιακού καυσίμου (marine diesel), πέντε βυτιοφόρα οχήματα μεταφοράς καυσίμων και 18.400 ευρώ.
Πώς στήνουν την κομπίνα
Σύμφωνα με την Αστυνομία, τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης παρακρατούσαν ναυτιλιακό πετρέλαιο έπειτα από ανεφοδιασμό πλοίων ναυτιλιακών εταιρειών και στη συνέχεια το διοχέτευαν σε πρατήρια υγρών καυσίμων, όπου, έπειτα από πρόσμειξη με πετρέλαιο κίνησης, το διέθεταν και πάλι στην αγορά.
Πιο αναλυτικά, όπως προέκυψε από την έρευνα, αρχικά οι οδηγοί βυτιοφόρων-υπάλληλοι της εταιρείας, κατά τη μετάβασή τους στα σημεία ελλιμενισμού διαφόρων πλοίων, ανά την επικράτεια (πλοία ακτοπλοϊκών γραμμών, επαγγελματικά και ποντοπόρα), δεν παρέδιδαν ολόκληρη την ποσότητα του πετρελαίου, η οποία αναγραφόταν στα παραστατικά.
Ακολούθως, το υπόλοιπο του πετρελαίου το επέστρεφαν στην εταιρεία και στη συνέχεια οι αρχηγοί της εγκληματικής οργάνωσης το διέθεταν εκ νέου στο εμπόριο, μέσω «συνεργαζόμενων» πρατηρίων υγρών καυσίμων, ενώ σε πολλές περιπτώσεις το επαναδιέθεταν αυτούσιο στους πλοιοκτήτες.
Μέχρι στιγμής έχει προκύψει ότι η εγκληματική οργάνωση «συνεργαζόταν» με 12 πρατήρια υγρών καυσίμων στην Αττική.
Επιπλέον, προέκυψε ότι, σε πολλές περιπτώσεις, άτομα που εμπλέκονταν στη διαδικασία μεταφοράς, διακίνησης, παράδοσης και παραλαβής των καυσίμων, ενεργούσαν και για λογαριασμό τους.
Ειδικότερα, υπάλληλοι-οδηγοί των βυτιοφόρων, κατά την επιστροφή του παράνομα παρακρατηθέντος ναυτιλιακού καυσίμου, δεν το επέστρεφαν στο σύνολό του, αλλά παρακρατούσαν και για ίδιο όφελος μεγάλες ποσότητες, τις οποίες διέθεταν με χαμηλότερη τιμή σε συγκεκριμένους πρατηριούχους, αποκομίζοντας έτσι μεγάλα χρηματικά ποσά.
Σε άλλη περίπτωση μηχανικός πλοίου, ο οποίος συνελήφθη, είχε παρακρατήσει για ίδιο όφελος 11 τόνους ναυτιλιακό καύσιμο και προσπαθούσε να βρει τρόπο να το διαθέσει στους οδηγούς των βυτιοφόρων, με διαγραφόμενη την προοπτική για συνεχή ανεφοδιασμό του συγκεκριμένου πλοίου και παράνομη παρακράτηση τριών έως τεσσάρων τόνων καυσίμων εβδομαδιαίως.
Τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, για να ξεπερνούν τις διαδικασίες ελέγχου κατά την παράδοση στα ελλιμενισμένα πλοία των ποσοτήτων που είχαν παραγγελθεί (πετρέλευση) και να παραπλανούν τους αρμόδιους τελωνειακούς υπαλλήλους ελεγκτές ή τους υπεύθυνους των πληρωμάτων για την παραλαβή του καυσίμου, χρησιμοποιούσαν ιδιαίτερα τεχνάσματα.
Ενδεικτικά, σε προσυνεννόηση με συγκεκριμένο χειριστή γεφυροπλάστιγγας για βαριά οχήματα στο κεντρικό λιμάνι του Πειραιά, εμφάνιζαν πλασματικές μετρήσεις κατά την ζύγιση του βυτιοφόρου.
Οι πλασματικές μετρήσεις πραγματοποιούνταν με παρέμβαση από πριν στο λογισμικό των ηλεκτρονικών συστημάτων της γεφυροπλάστιγγας, έτσι ώστε να διασφαλίζεται το «κατά παραγγελία» επιδιωκόμενο κάθε φορά αποτέλεσμα.
Για την άμεση συνέργεια στη διαδικασία αυτή ο χειριστής γεφυροπλάστιγγας, ελάμβανε ως αμοιβή για κάθε μετρικό τόνο 150 ευρώ (ένας μετρικός τόνος πετρελαίου ισούται με 1.200 λίτρα).
Στην περίπτωση όμως που ο αρμόδιος για την παραλαβή του καυσίμου συνεργούσε στην απάτη, στο να παραλάβει δηλαδή λιγότερη από την ποσότητα που αναγράφονταν στα παραστατικά, δεν πραγματοποιούσαν ζύγιση ή κατέστρεφαν τα ζυγολόγια.
Σε άλλες περιπτώσεις γέμιζαν με νερό κάποιο από τα διαμερίσματα της δεξαμενής του βυτιοφόρου, αυξάνοντας έτσι τεχνηέντως το μικτό βάρος του οχήματος, το οποίο μετά την αφαίρεση του απόβαρου, προσμετρούνταν ως μεταφερόμενο καύσιμο.
Ο ρόλος του τελωνειακού και του υπαλλήλου του ΥΠΕΚΑ
Σύμφωνα πάντα με την Αστυνομία, στην εγκληματική οργάνωση είχε ενταχθεί υπάλληλος του Α’ Τελωνείου Πειραιά, ο οποίος, έναντι οικονομικών ανταλλαγμάτων, ενημέρωνε για επικείμενους ελέγχους στα πλωτά μέσα που διέθετε η εταιρεία για την διακίνηση του ναυτιλιακού καυσίμου, αποφεύγοντας έτσι ενδεχόμενες ποινικές και διοικητικές κυρώσεις.
Για τον ίδιο λόγο, η εγκληματική οργάνωση ενημερωνόταν για επικείμενους ελέγχους από ανώτερο υπάλληλο του ΥΠΕΚΑ, ο οποίος, λόγω της ιδιότητάς του, είχε πρόσβαση σε στοιχεία για προγραμματισμένους ελέγχους της Υπηρεσίας του ή άλλων συναρμόδιων Υπηρεσιών (εντολές ελέγχου) και γνώριζε εκ των προτέρων λεπτομέρειες για το χρόνο και τις περιοχές όπου επρόκειτο να κινηθούν τα αρμόδια συνεργεία ελέγχου.
Πηγή: protothema.gr