Από την Επένδυση
Ο πρώην διοικητής της ΤτΕ κ. Γιώργος Προβόπουλος ομολόγησε –εκ των υστέρων, φυσικά, όπως γίνεται συνήθως- πως «το μείγμα της πολιτικής που ακολουθήθηκε από την περίοδο του πρώτου μνημονίου ήταν λανθασμένο», αναφερόμενος στην επιλογή της τότε κυβέρνησης Παπανδρέου να καταφύγει στην εύκολη συνταγή της υπερφορολόγησης.
Το ίδιο παραδέχθηκε, κυνικά, και ο υπουργός Οικονομικών κ. Γκίκας Χαρδούβελης.« Οι κυβερνήσεις ήταν ανίκανες να πατάξουν τη φοροδιαφυγή και καταφεύγουν στην υπερφορολόγηση», είπε προ ημερών.
Αυτή η εγκληματική εμμονή παραπέμπει στη ρήση του αείμνηστου Ξενοφώντα Ζολώτα που έλεγε ότι «οι φόροι σκοτώνουν τους φόρους», επισημαίνοντας πως η φορολόγηση των πολιτών πέραν της (συνταγματικά αναγνωριζόμενης) φοροδοτικής τους ικανότητας καταλήγει, εν τέλει, στην αδυναμία του κράτους να εισπράξει και στην αναποτελεσματικότητα των φόρων.
Από τις αρχές του έτους, οι ανείσπρακτες οφειλές των Ελλήνων προς το Δημόσιο αυξάνουν κατά 1 δις μηνιαίως.
Σήμερα, περίπου 3.000.000 πολίτες οφείλουν σε εφορία και ασφαλιστικά ταμεία περισσότερα από 80 δισεκατομμύρια ευρώ, ποσό που είναι πρακτικώς αδύνατο να εισπραχθεί και εκτοξεύει στα ύψη το εσωτερικό ιδιωτικό χρέος που έχει αγγίξει το ύψος του ΑΕΠ (περίπου 170 δις).
Το πρόσφατο φιάσκο με την εξαίρεση του ΕΝΦΙΑ από τη ρύθμιση των 72-100 δόσεων –σε αντίθεση με ότι ψήφισαν στη Βουλή οι βουλευτές της συμπολίτευσης – κατόπιν τελεσιγράφου της τρόϊκας που επικαλέστηκε ότι κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε δημοσιονομικό κενό, επιβεβαιώνει ότι ο προσανατολισμός της κυβέρνησης και των δανειστών είναι η συνέχιση της υπερφορολόγησης.
Αυτό, δυστυχώς, επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι η τρόϊκα επιμένει στην επίτευξη των στόχων για φαραωνικά πρωτογενή πλεονάσματα (3,5 και 4,5%) τα επόμενα χρόνια.
Αυτά τα πλεονάσματα επιβάλλουν στην κυβέρνηση τη συνέχιση της υπερφορολόγησης, άρα –κατά τον κ. Προβόπουλο- την διατήρηση του ίδιου «λανθασμένου» μείγματος πολιτικής.
Την ίδια ώρα, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Κομισιόν, η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας θα στηριχθεί, κυρίως, στην αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης και των επενδύσεων.
Για το δεύτερο μένει να δούμε τα αποτελέσματα, αν και η διεθνής αγορά δεν προϊδεάζει θετικά, όμως προκαλεί τουλάχιστον απορία πως μπορεί να βασίζεται κανείς στην αύξηση της κατανάλωσης υπερφορολογούμενων πολιτών και υπερχρεωμένων νοικοκυριών.
Δυστυχώς, η κυβέρνηση στροβιλίζεται επικίνδυνα γύρω από το πολιτικό ζητούμενο της εξόδου από το μνημόνιο δίχως να έχει στοιχειωδώς προετοιμάσει την επιβίωση της οικονομίας έξω απ΄ αυτό.
Καμία ουσιαστική συζήτηση δεν γίνεται για την αύξηση του παραγόμενου πλούτου, για την ανάπτυξη με βιώσιμους όρους και, εν τέλει, για ένα εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης.
Ακόμα περισσότερο δεν φαίνεται να τίθεται στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης με τους δανειστές η αλλαγή του «μείγματος» πολιτικής. Είναι εφικτό να επιβιώσει η κοινωνία με τη συνέχιση της υπερφορολόγησης στο κυνηγητό εξωφρενικών και εξοντωτικών πλεονασμάτων; Η απάντηση είναι προφανής. Όλοι το αναγνωρίζουν αλλά ουδείς το θέτει σοβαρά ενώπιον των δανειστών. Οι οποίοι, εν κατακλείδι, ενδιαφέρονται μόνο να υλοποιούνται οι εικονικοί σχεδιασμοί και να επιβεβαιώνεται η «επιτυχία του ελληνικού προγράμματος». Καθόλου δεν τους ενδιαφέρει εάν σκοτώνουν την κοινωνία…