Μετά από τρία εικοσιτετράωρα αρνητικών διαρροών και κορύφωσης των πιέσεων προς την ελληνική πλευρά, το απόγευμα της Τετάρτης το κλίμα στις διαπραγματεύσεις άλλαξε και αντί για ναυάγιο άρχισε να διαφαίνεται συμφωνία, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι η κυβέρνηση θα κάνει και νέες υποχωρήσεις.
Οι δανειστές μέχρι την έναρξη της Συνόδου Κορυφής στις Βρυξέλλες κορύφωσαν την πολεμική τους με έναν συνδυασμό δηλώσεων κυβερνητικών παραγόντων των χωρών μελών, αξιωματούχων της ΕΕ και κατευθυνόμενων δημοσιευμάτων του διεθνούς Τύπου, που δημιουργούσαν ασφυκτική ατμόσφαιρα για την ελληνική κυβέρνηση. Οι εταίροι έφθασαν να απειλούν εμμέσως πλην σαφώς, το πρωί της Τετάρτης με ναυάγιο καθώς αρνούνταν να επιβεβαιώσουν τις επαφές του Έλληνα πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα με τους κ.κ. Μέρκελ, Ολάντ και Γιούνκερ. Εάν στο περιθώριο της Συνόδου δεν γίνονταν οι συναντήσεις και ο πρωθυπουργός αποχωρούσε από τις Βρυξέλλες δίχως να σημειωθεί αλλαγή του κλίματος και βήματα σύγκλισης, θα επρόκειτο πλέον για ρήξη και θα άρχισαν να ξετυλίγονται οι συνέπειες για όλες τις πλευρές.
Γνώστες πάντως, της νοοτροπίας των Ευρωπαίων έλεγαν ότι “είναι η συνήθης κορύφωση της έντασης πριν από την αποκλιμάκωση που θα συνδυαστεί βέβαια με νέες υποχωρήσεις της ελληνικής πλευράς”. Μέχρι και την άφιξη των ηγετών στην Σύνοδο Κορυφής η γερμανική πλευρά διέρρεε ότι “δεν υπάρχει προγραμματισμένο ραντεβού της καγκελαρίου με τον Έλληνα πρωθυπουργό”. Από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης ο αξιωματούχος που έχει αναλάβει την διαχείριση της διαπραγμάτευσης διοχέτευε ότι “το ενδεχόμενο συνάντησης είναι ανοικτό αλλά θα γίνει μόνο εάν υπάρχει έδαφος”. Η πρώτη ένδειξη σε σημειολογικό επίπεδο, ότι κανείς δεν εννοούσε την ρήξη ήταν η θετική υποδοχή και ο εναγκασλισμός του κ. Γιούνκερ με τον κ. Τσίπρα που είχε και μία “πατρική χροιά”. Στην συνέχεια ανακοινώθηκε ότι οι δύο θα έχουν συνάντηση και την Πέμπτη κάτι που έδειξε ότι στο παιχνίδι των πιέσεων ήταν από το περασμένο Σάββατο και ο κ. Γιούνκερ όταν αρνήθηκε τηλεφωνική συνομιλία με τον έλληνα πρωθυπουργό.
Η επισφράγιση της μεταβολής ήλθε με την δήλωση του επικεφαλής του Eurogroup Ντάισενμπλουμ, ο οποίος δήλωσε το απόγευμα της Τετάρτης και πριν αρχίσει η τριμερής Τσίπρα-Μέρκελ- Ολάντ ότι “μόνο λίγα ζητήματα με την Ελλάδα παραμένουν προς επίλυση, αλλά χρειάζεται χρόνος για τεχνική εργασία από τους Θεσμούς πριν από το Eurogroup”. Πρόσθεσε ότι μία συμφωνία με την Ελλάδα εξακολουθεί να είναι δυνατή πριν από το Eurogroup της 18ης Ιουνίου. Αυτό δεν σημαίνει ότι το θέμα έκλεισε και ότι οι πιέσεις θα σταματήσουν. Αντίθετα ο κ. Ντάισελμπλουμ προειδοποίησε ότι ο χρόνος εξαντλείται γρήγορα και τα όργανα που εκπροσωπούν τους πιστωτές χρειάζονται χρόνο για να αξιολογήσουν τυχόν νέες προτάσεις από την Ελλάδα. Άφησε δε να εννοηθεί ότι η ελληνική πλευρά θα πρέπει να κάνει κι άλλες υποχωρήσεις λέγοντας ότι “ενώ μόνο μερικά ζητήματα παραμένουν προς επίλυση έπειτα από το τετράμηνο των διαπραγματεύσεων, οι τελευταίες προτάσεις από την Αθήνα δεν κάνουν τη διαφορά”. Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο επίτροπος Οικονομικών της ΕΕ Πιέρ Μοσκοβισί ο οποίος εκτίμησε ότι “η συμφωνία είναι πιο πιθανή από ποτέ εφόσον υπάρξει πολιτική βούληση απ όλους. Οι επόμενες ημέρες θα είναι καθοριστικές”.