«Η ελληνική κρίση δεν τελειώνει με τον πάταγο μιας έκρηξης, αλλά με ένα δημοψήφισμα». Ο δημοσιογράφος των NY Times, Νιλ Ιρβάιν, αναφέρει πως οι επόμενες ημέρες θα είναι καθοριστικές για όλους.
Μάλιστα, αναφέρει πως οι ημέρες που απομένουν μέχρι το ελληνικό δημοψήφισμα αναμένεται να μετασχηματίσουν αυτό που χτίστηκε στην Ευρώπη τα τελευταία 60 χρόνια. Μόνο που κανείς δεν γνωρίζει τι είδους και σε ποια κατεύθυνση θα είναι αυτή η μετατροπή.
Το σίγουρο είναι, κατά τον αρθρογράφο, ότι οι παρατεταμένες συνομιλίες ανάμεσα στις δύο πλευρές -σε όποιο επίπεδο και αν έγιναν- όχι μόνο δεν έφεραν αποτέλεσμα, αλλά έδειξαν πόσο δισεπίλυτο είναι το πρόβλημα της Ελλάδα.
Το ερώτημα που τίθεται με τη μορφή του «Ναι» ή του «Όχι», αναγκάζει τους Έλληνες να σκεφτούν τις δύο εκδοχές της απόφασής τους.
Για τον Ιρβάιν, το «Ναι» σημαίνει ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει την εποχή της λιτότητας που έχει προκαλέσει τόσο πόνο στους πολίτες της τα τελευταία πέντε χρόνια, με αντάλλαγμα να παραμείνει η χώρα στο ευρώ.
Το «Όχι» σημαίνει ότι η Ελλάδα θα αποχωρήσει από το ευρώ, θα εισάγει δικό της νόμισμα, θα προκαλέσει χρηματοοικονομικό χάος στο άμεσο μέλλον, αλλά θα δημιουργήσει τη δυνατότητα ανάκαμψης σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, καθώς μέσω της υποτίμησης, η χώρα θα γίνει ανταγωνιστική.
Τα αβάσιμα σχέδια
Γράφει το άρθρο των NW Times: «Η ελληνική κυβέρνηση και ο Αλέξης Τσίπρας αρνούνται πως θα συμβούν όλα αυτά και ότι η Ελλάδα θα παραμείνει στο ευρώ, ακόμη και αν απορρίψει τις προτάσεις των δανειστών. Όσα συνέβησαν στην Ελλάδα μέσα στο Σαββατοκύριακο δείχνουν πως κάτι τέτοιο είναι αβάσιμο να λέγεται. ΟΙ Έλληνες περίμεναν στις ουρές έξω από τα ΑΤΜ για να σηκώσουν τα χρήματά τους. Ειδικά μετά την απόφαση της ΕΚΤ να μην αυξήσει τον ELA προς τις ελληνικές τράπεζες. Μια κίνηση που ανάγκασε την ελληνική κυβέρνηση να κλείσει τα τραπεζικά καταστήματα και να επιβάλλει έλεγχο κεφαλαίων. Κάτι τέτοιο, φυσικά, δεν είναι σημάδι μιας υγιούς νομισματικής ένωσης. Για να φανταστούμε τι θα μπορούσε να συμβεί στις ΗΠΑ αν ένας νόμος απέτρεπε από τους κατοίκους του Μέριλαντ να στείλουν τα χρήματά τους στη Βιρτζίνια».