Γιατί ο πρωθυπουργός δεν θέλει πρόωρες εκλογές- Ποιοι του εισηγούνται μια τέτοια λύση- Η νέα ιδιότυπη “Θεωρία των Παιγνίων” που σηματοδοτεί τη στροφή του πρωθυπουργού υπέρ της άμεσης ολοκλήρωσης της αξιολόγησης με κάθε κόστος.
Οι επικριτές της εκλογολογίας που ενέσκηψε τις προηγούμενες ημέρες στο κυβερνητικό στρατόπεδο, με αφορμή τις σχετικές δηλώσεις του κυβερνητικού εταίρου και υπουργού Άμυνας κ. Πάνου Καμένου, λένε πως «η Θεωρία των Παιγνίων» επέστρεψε με καινούριο προσωπείο. Θεωρούν, δηλαδή, πως ο πρόεδρος των Αν.Ελ δεν λειτούργησε αυτοβούλως και παρορμητικά αλλά στο πλαίσιο μιας ευρύτερης κυβερνητικής στρατηγικής –και πάντως εν γνώσει του πρωθυπουργού- που θέλει να αφήνει ανοικτό το σενάριο πρόωρης προσφυγής στις κάλπες -εφόσον το κουαρτέτο επιμείνει σε ακόμα σκληρότερα μέτρα- με διττό σκοπό την εσωτερική πολιτική συσπείρωση και την εκπομπή μηνύματος προς τους δανειστές.
Οι πληροφορίες της «Ε» αναφέρουν πως ο κ. Καμένος εξέφρασε μια υπαρκτή τάση στους κόλπους της κυβέρνησης που υποστηρίζει πως ο κ. Αλέξης Τσίπρας δεν μπορεί να αποδεχθεί μειώσεις συντάξεων στο Ασφαλιστικό ή δημοσιονομικά μέτρα που θα προκαλέσουν ανεξέλεγκτη κοινωνική έκρηξη. Η τάση αυτή ήταν και εξακολουθεί να είναι μειοψηφική, αθροίζει, όμως, κορυφαίους υπουργούς όπως ο κ. Πάνος Σκουρλέτης, ο κ. Θόδωρος Δρίτσας και ο κ. Νίκος Φίλης –όχι απαραίτητα όλοι για τον ίδιο λόγο-, ενώ ακόμα και στο επιτελείο του Μεγάρου Μαξίμου φαίνεται πως υπάρχουν συνεργάτες του πρωθυπουργού που δεν απορρίπτουν απνευστί ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Η πλειοψηφούσα τάση, ωστόσο, είναι αυτή που εκφράστηκε σε μεγάλο βαθμό από τον ίδιο τον κ. Τσίπρα κατά την ομιλία του στη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, την περασμένη Τετάρτη.
Ο πρωθυπουργός ήταν σαφής. Έκανε λόγο για «έγκαιρη ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης δίχως κωλυσιεργίες και τακτικισμούς εκ μέρους των δανειστών» και επικαλέστηκε το γεγονός ότι «η κυβέρνηση επανεξελέγη μόλις πριν τέσσερις μήνες».
Ο κ. Τσίπρας αναφέρει σε συνομιλητές του ( το έπραξε και κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του στην Τεχεράνη, όταν, σύμφωνα με πληροφορίες, ρωτήθηκε σχετικά από ανησυχούντες επιχειρηματίες που τον συνόδευσαν) πως σκοπός του είναι να αναλάβει το πολιτικό κόστος που συνεπάγεται η ολοκλήρωση της αξιολόγησης αφού, μετά θα έχει «καθαρό πολιτικό χρόνο» να ανακάμψει πολιτικά και να επιταχύνει την ανάταξη της οικονομίας.
«Δεν παραβλέπω την κόπωση του λαού μετά από έξι χρόνια ύφεσης, όμως μετά από αυτόν τον κάβο υπάρχει φως», αναφέρει, τις τελευταίες ημέρες, ο πρωθυπουργός.
«Οδικός χάρτης»
Στο πρωθυπουργικό επιτελείο έχουν εκπονήσει, μάλιστα, «οδικό χάρτη». Ο διαγωνισμός για τις τηλεοπτικές άδειες και ο πόλεμος κατά της διαπλοκής, σε συνδυασμό με το «παράλληλο πρόγραμμα», είναι δύο παράμετροι που η κυβέρνηση θεωρεί πως μπορούν να εξισορροπήσουν επικοινωνιακά τις αρνητικές πολιτικές συνέπειες του Ασφαλιστικού και του Φορολογικού και να δώσουν θετικά επιχειρήματα στους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ και των Αν.Ελ. Μαζί, βεβαίως, με τη διαβούλευση για το νέο εκλογικό νόμο που, όπως λέγεται, θα βοηθήσει την κυβέρνηση να ανακτήσει την πολιτική πρωτοβουλία.
Από την άλλη διατυπώνεται η εκτίμηση πως η ολοκλήρωση της αξιολόγησης θα φέρει «καλά νέα», όπως η έναρξη των διαπραγματεύσεων για την ελάφρυνση του χρέους, η ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης και…στο βάθος η άρση των κεφαλαιακών ελέγχων.
Ένθερμος υποστηρικτής αυτής της άποψης είναι ο πρόεδρος του ΤΑΙΠΕΔ κ. Στέργιος Πιτσιόρλας, ο άνθρωπος, ίσως, που επηρεάζει περισσότερο τον πρωθυπουργό, μαζί με τον υπουργό Επικρατείας κ. Νίκο Παππά.
Ο κ. Πιτσιόρλας –που αποκαλείται εύστοχα και «money maker» (αυτός που φέρνει χρήματα με τις ιδιωτικές επενδύσεις και τις αποκρατικοποιήσεις) της κυβέρνησης- θεωρεί πως μία πρόωρη προσφυγή στις κάλπες θα ήταν καταστροφική για την οικονομία. Αντιθέτως, όπως αναφέρει ο ίδιος, η επιμονή στην υλοποίηση του προγράμματος και η εμπέδωση κλίματος εμπιστοσύνης μέσω των αποκρατικοποιήσεων και των ιδιωτικών επενδύσεων, θα αποκαταστήσει κλίμα οικονομικής και πολιτικής σταθερότητας.
Στο ίδιο κλίμα απόρριψης κάθε ενδεχομένου εκλογών κινείται και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης κ. Γιάννης Δραγασάκης,ο υπουργός Εσωτερικών κ. Παναγιώτης Κουρουμπλής, ο υπουργός Οικονομικών κ. Ευκλείδης Τσακαλώτος, ο υπουργός Παραγωγικής Ανασυγκρότησης κ. Γιώργος Σταθάκης και άλλοι.
Το κακό σενάριο
Στο Μέγαρο Μαξίμου δεν παραβλέπουν το «κακό σενάριο» να συρθεί η Ελλάδα σε ένα σπιράλ καθυστέρησης της αξιολόγησης, κάτι που υποκινεί ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών κ. Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε, χρησιμοποιώντας, άλλοτε τον πρόεδρο του Eurogroup κ. Γερούν Ντάϊσελμπλουμ και άλλοτε τον επικεφαλής του Euroworking Group κ. Τόμας Βίζερ.
«Καταλύτης» σε όλα αυτά θα είναι αναμφίβολα το ΔΝΤ, το οποίο μέχρι πρότινος επέμενε σε έκτακτα δημοσιονομικά μέτρα πάνω από 2 δις ευρώ αλλά και οριζόντιες μειώσεις στις συντάξεις –με παράλληλη περικοπή του 10-20% των 62.000 εφάπαξ που πρέπει να καταβάλλει το Δημόσιο σε συνταξιούχους.
Η παράμετρος…Deutsche Bank
Οι πληροφορίες θέλουν να αλλάζει το κλίμα τις τελευταίες ημέρες. Πολλοί εξεπλάγησαν, για παράδειγμα, από την αναφορά του πρωθυπουργού, στη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, ότι «είναι αυτονόητο πως οι Θεσμοί θα αποδεχθούν την αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών». Κι αυτό διότι άπαντες είχαν σχηματίσει την εντύπωση πως το κουαρτέτο –πρωτίστως το ΔΝΤ- είχαν απορρίψει κατηγορηματικά ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Στην ερώτηση «πόθεν αντλεί αυτή τη βεβαιότητα ο πρωθυπουργός», η απάντηση αξιωματούχου των Βρυξελλών μας παρέπεμψε στην τεραστίων διαστάσεων κρίση της Deutsche Bank που αποτελεί, αυτή τη στιγμή, την «παράφρονα μεταβλητή» στην Ευρωζώνη.
«Μπορεί η Deutsche Bank να σώσει την ελληνική αξιολόγηση», μας είπε ο συγκεκριμένος αξιωματούχος.
Το σκεπτικό είναι πως οι δανειστές ίσως αναγκαστούν να αντιμετωπίσουν με μεγαλύτερη ελαστικότητα το ελληνικό πρόγραμμα και να κλείσουν την αξιολόγηση μέχρι τα τέλη Μαρτίου αφού δεν θέλουν να προσθέσουν άλλο ένα επεισόδιο σεναρίων για Grexit, την ώρα που η Ευρωζώνη έχει να αντιμετωπίσει τη διάσωση της κολοσσιαίας γερμανικής τράπεζας (με επαναγορά χρέους πολλών δις που ενεργοποίησε ήδη ο επικεφαλής της ΕΚΤ κ. Μάριο Ντράγκι), το Brexit, το Προσφυγικό, την πολιτική κρίση στην Ισπανία και τις φυγόκεντρες τάσεις χωρών της Ανατολικής Ευρώπης.
«Πως θα διαχειριστεί η κυρία Μέρκελ μια νέα ελληνική κρίση, λίγους μήνες μετά το αίτημά της στη γερμανική Βουλή να στηρίξει το ελληνικό πρόγραμμα, όταν, με καταρρακωμένη δημοτικότητα, έχει να διαχειριστεί πολύ σοβαρότερα προβλήματα;», μας εξήγησε με νόημα ο αξιωματούχος της Κομισιόν.
Η παράμετρος αυτή που δεν πρέπει να υποτιμάται αλλά ούτε και να υπερτιμάται φαίνεται πως κερδίζει έδαφος τα τελευταία εικοσιτετράωρα στο Μέγαρο Μαξίμου, δίνοντας πρόσθετα επιχειρήματα σε εκείνα τα κυβερνητικά στελέχη που απορρίπτουν το ενδεχόμενο εκλογικού αιφνιδιασμού.