Μια πρώτη αποτίμηση της συμφωνίας Ε.Ε- Τουρκίας
Η συνοπτική κατάσταση προσφυγικών ροών που κοινοποίησε το πρωί του Σαββάτου η κυβέρνηση αναφέρει πως 47.536 πρόσφυγες και μετανάστες βρίσκονται αυτή τη στιγμή επί του ελληνικού εδάφους. Περίπου 25.000 εξ αυτών στη Βόρεια Ελλάδα και κάτι περισσότερο από 13.000 στην Αττική.
Γι’ αυτούς τους ανθρώπους η προσπάθεια αποκωδικοποίησης της συμφωνίας Ε.Ε- Τουρκίας δεν οδηγεί σε κάποιο ασφαλές συμπέρασμα σχετικά με την τύχη τους. Το πιθανότερο είναι πως είτε θα παραμείνουν εγκλωβισμένοι στη χώρα μας για μη προβλέψιμο αυτή την ώρα χρονικό διάστημα (ίσως δύο ή και τρία χρόνια όπως ανέφεραν, πρόσφατα, κυβερνητικά στελέχη), είτε τινές εξ αυτών θα αναζητήσουν απελπισμένα παράνομες διαδρομές προς την Ευρώπη.
Η πρώτη αντίδραση στην ανάγνωση των βασικών παραμέτρων της συμφωνίας των Ευρωπαίων με την Τουρκία υπήρξε αναμφίβολα θετική. Όχι για το περιεχόμενο της συμφωνίας αυτής καθ’ αυτής όσο διότι είχε δημιουργηθεί η εντύπωση πως η σύνοδος οδηγείτο σε ναυάγιο.
Παρόλα αυτά είναι προφανές πως πρέπει να διατηρούμε πολλές επιφυλάξεις και να είμαστε καχύποπτοι σχετικά με την βούληση των μερών της συμφωνίας. Εκείνο το οποίο, ωστόσο, προκαλεί απορίες είναι κατά πόσο η ελληνική διοίκηση, οι τουρκικές κρατικές δομές και αρκετές από τις ευρωπαϊκές χώρες θέλουν και μπορούν να συνεισφέρουν στην τεχνική εφαρμογή αυτής της συμφωνίας.
Ας μην υποτιμούμε τις εξαιρετικά δύσκολες και πολύπλοκες τεχνικές παραμέτρους που τίθενται σε εφαρμογή από την Κυριακή 20 Μαρτίου.
Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε στη δέσμευση της Τουρκίας να ελέγξει και να καταστείλει τα κυκλώματα διακίνησης προσφύγων και μεταναστών. Πως, όμως, θα γίνει κάτι τέτοιο;
Είναι γνωστό πως πρόκειται για κυκλώματα που «τζιράρουν» εκατομμύρια ευρώ καθημερινά με το εμπόριο της απόγνωσης των προσφυγικών ροών. Είναι επίσης γνωστό πως έως τώρα η δράση αυτών των κυκλωμάτων γινόταν με την ανοχή, ίσως και με τη συμμετοχή κρατικών αξιωματούχων (περίπου όπως συμβαίνει και με το λαθρεμπόριο πετρελαίου από τον ISIS). Θα σπεύσουν, πράγματι, οι ευρωπαϊκές δομές και το ΝΑΤΟ να ελέγξουν εάν η Τουρκία τηρεί ως προς τούτο τα συμφωνηθέντα;
Πολλά ερωτηματικά προκύπτουν ακόμα. Από το πώς θα υλοποιηθεί η δέσμευση για 1:1 (κάθε Σύρος που επιστρέφει από τα ελληνικά νησιά, ένας πρόσφυγας θα μετεγκαθίσταται σε ευρωπαϊκή χώρα) μέχρι την ανεπάρκεια των δομών εξατομικευμένης απονομής ασύλου –και στην Ελλάδα και στην Τουρκία- για εκείνους που τα αιτούνται σχετικά.
Αλλά και οι ευρωπαϊκές χώρες που έσπευσαν να κλείσουν τα σύνορά τους και ναρκοθετούσαν μέχρι σήμερα τις ευρωπαϊκές συμφωνίες, πως θα δράσουν;
Γιατί, για παράδειγμα, οι χώρες της ομάδας του Βίζεγκραντ ή η Αυστρία που αρνούνται να υποδεχθούν πρόσφυγες στο έδαφος τους που θα προέρχονται από την Ελλάδα (γι αυτό δεν έκλεισαν τα σύνορα στην πΓΔΜ), θα το πράξουν τώρα για πρόσφυγες που θα προέρχονται από την Τουρκία;
Αλλά και εάν ακόμα όλα λειτουργήσουν «ρολόϊ», τι θα συμβεί όταν εξαντληθεί το «πλαφόν» των 72.000 προσφύγων που θέτει η συμφωνία;
Αμέτρητες επιφυλάξεις, λοιπόν, σε μια συμφωνία την οποία αναμφίβολα καλωσορίζουμε υπό τον φόβο ότι η μη-συμφωνία θα ισοδυναμούσε με καταστροφή.
Όσον αφορά την Ελλάδα, πάντως, είναι αυτονόητο πως η κυβέρνηση:
– Πρέπει υπό το φως των νέων δεδομένων να εξηγήσει στους πολίτες που θα φιλοξενηθούν οι εγκλωβισμένοι πρόσφυγες και με ποιον τρόπο θα ενσωματωθούν, έστω και προσωρινά, στην καθημερινή λειτουργία των τοπικών κοινωνιών.
– Πρέπει να μπει τέλος άμεσα στο «χάος» της Ειδομένης
– Πρέπει να οργανωθούν αμέσως οι κρατικές δομές με τη συμμετοχή ευρωπαίων ειδικών
Στο πλαίσιο αυτό απαιτείται να λειτουργήσουν διακομματικοί φορείς με στόχο να εδραιωθεί πλαίσιο μίνιμουμ συναίνεσης. Η διαχείριση του προσφυγικού δεν μπορεί να αποτελεί πεδίο καθημερινής πολεμικής ρητορικής μεταξύ της συμπολίτευσης και της αντιπολίτευσης. Και, εν κατακλείδι, ας συνδράμουν οι ικανότεροι, ασχέτως κομματικής προέλευσης. Στην κυβέρνηση Σαμαρά- Βενιζέλου υπήρξαν άξιοι ειδικοί που εργάστηκαν επί του προσφυγικού (ο καθηγητής Αχ. Συρίγος που διετέλεσε γ.γ μεταναστευτικής πολιτικής είναι, για παράδειγμα, ένας εξ αυτών). Αλλά και ο Γιάννης Μουζάλας που τόσο εργάστηκε (με τις επιτυχίες και τα όποια λάθη του) δεν μπορεί να εξοστρακισθεί στο βωμό κάποιας πολιτικής εμμονής. Πρέπει να μείνει και να διαχειριστεί τη δύσκολη κατάσταση στο πλαίσιο νέων κανόνων εμπιστοσύνης μεταξύ των πολιτικών κομμάτων που κυβερνούν και αντιπολιτεύονται.
Το προσφυγικό και η διαχείριση αυτής της δύσκολης και εύθραυστης συμφωνίας μας υπερβαίνει…