Εγκώμιο από τον Γερμανό πολιτικό. Πόσο θα κρατήσει και τι κρύβει;
Πριν μερικούς μήνες ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε ήταν εκείνος που εκβίαζε την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα βάζοντας στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων το περιβόητο σχέδιο του προσωρινού (;) Grexit. Αλλά και αμέσως μετά την υπογραφή του τρίτου μνημονίου και την βαριά συνθηκολόγηση (οικονομική, πολιτική και ιδεολογική) στην οποία αναγκάστηκε να οδηγηθεί η πρώτη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ, ο Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε εξακολουθούσε να διατυπώνει σε όλους τους τόνους την έλλειψη εμπιστοσύνης εκ μέρους του στις πραγματικές προθέσεις της Αθήνας. Ακόμα και πριν μερικούς μήνες, ενώπιον του Αλέξη Τσίπρα στο forum του Νταβός, ο Γερμανός πολιτικός, γνωστός και ως “λύκος του Βερολίνου”, εκτόξευε τη φράση ” It’s the implementation stupid”, κάτι που θεωρήθηκε, αρχικώς, αρκετά προσβλητικό και απαίτησε μια υψηλών τόνων απάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού.
Κι’ όμως, αυτός ο πολιτικός που χαίρει μεγάλης δημοφιλίας στη Γερμανία, ενώ στην Ελλάδα, και άλλες χώρες που έχουν υποστεί την κοινωνική αποσάρθρωση ως συνέπεια των πολιτικών λιτότητας, αντιμετωπίζεται ως μια μεφιστοφελική προσωπικότητα υπεύθυνη για πολλά δεινά, δεν δίστασε, σήμερα, να μιλήσει με πολύ θετικό τρόπο για την ελληνική κυβέρνηση και να δηλώσει ρητώς πως “εμπιστεύεται τον Αλέξη Τσίπρα”.
Συγκεκριμένα, τη στήριξη τους προς το πρόσωπο του Αλέξη Τσίπρα και αιχμές για τη στάση προηγούμενων κυβερνήσεων διατύπωσαν ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και ο υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας, Μισέλ Σαπέν.
Σε κοινή συνέντευξη στο ραδιοσταθμό Europe1 και την τηλεόραση itele, με αφορμή την έκδοση βιβλίου τους για τις Γάλλο-γερμανικές σχέσεις και την Ευρώπη.
«Ποτέ χωρίς την Ευρώπη» είναι ο τίτλος του βιβλίου στα γαλλικά, «Μαζί διαφορετικοί» στα γερμανικά.
«Εμπιστεύεστε σήμερα τον Αλέξη Τσίπρα;» ήταν το ερώτημα δημοσιογράφου προς τους υπουργούς.
– Εγώ τον εμπιστεύομαι, δήλωσε ο Μισέλ Σαπέν
Φυσικά και εγώ, απάντησε ο Β. Σόιμπλε
– «Πως έτσι; Είναι γιατί μιλάει φέτος λιγότερο ελληνικά και περισσότερο τη γαλλογερμανική γλώσσα και τη γλώσσα των Βρυξελλών;» ρώτησε ο δημοσιογράφος.
«Όχι, δεν είναι έτσι» απάντησε ο Β. Σόιμπλε και πρόσθεσε: «Κάνουμε τα πάντα ώστε οι αποφάσεις στις οποίες με δυσκολία καταλήξαμε το περασμένο καλοκαίρι να μπορέσουν να υλοποιηθούν. Δεν είναι εύκολο για τους Έλληνες να υλοποιήσουν όλα αυτά, εργάζονται όμως».
Στο ερώτημα εάν προτίθενται να προχωρήσουν στη «μείωση ή αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, ο Β. Σόιμπλε απάντησε:
«Η ελληνική κρίση μας επιβάλλει το ερώτημα τι θα πρέπει να κάνει η Ελλάδα για την ανάκαμψη και αποτελεσματικότητα της οικονομίας της ώστε να αποκτήσει μακροπρόθεσμα μια βιώσιμη οικονομία. Θα πρέπει η Ελλάδα να προχωρήσει στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, να δημιουργήσει μια αποτελεσματική διοίκηση γιατί με το πέρασμα των χρόνων έχουν συσσωρευτεί πολλά προβλήματα. Για να μπορέσει να φθάσει το ευρωπαϊκό επίπεδο ζωής θα πρέπει να αποκτήσει μια μοντέρνα διοίκηση. Ο Βαρουφάκης είπε ότι εάν διαγράφαμε ολοσχερώς το ελληνικό χρέος, τρία χρόνια αργότερα θα βρισκόμαστε στην ίδια κατάσταση. Εκείνο που έχει σημασία είναι να δημιουργήσουμε εποικοδομητικές υποδομές και μια ανταγωνιστική οικονομία. Εάν ξεκινήσουμε με την αναδιάρθρωση του χρέους, θα χαλαρώσουμε στις μεταρρυθμίσεις».
Ο Her Σόϊμπλε έχει ταυτιστεί με τα σχέδια περί Grexit. Τουλάχιστον τρεις φορές έχει διατυπώσει την πρόθεσή του να συνεισφέρει στην έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, έναντι ικανοποιητικού ανταλλάγματος ως “οδοιπορικά” στη νέα πορεία. Παρόλα αυτά έχει ομολογήσει, παλαιότερα, με απόλυτο κυνισμό πως το μνημόνιο δεν μπορεί να υλοποιηθεί αφού ανατροφοδοτεί την ύφεση.
Τώρα, εμφανίζεται να συνδράμει την πολιτική Τσίπρα, αντιλαμβανόμενος πως τα πράγματα έρχονται σε ένα ιστορικό σταυροδρόμι:
- Ο Σόϊμπλε θέλει την παρουσία του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, το Ταμείο, ωστόσο, θέτει δημοσιονομικούς όρους που δεν μπορούν να καταστούν εφικτοί. Ο Γερμανός πολιτικός το γνωρίζει αυτό, γι αυτό, άλλωστε, διαμορφώνεται ένα plan b για τη συνέχιση του προγράμματος δίχως την ενεργό συμμετοχή του Ταμείου. Ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας και ο πολιτικός με την ισχυρότερη επιρροή στο Eurogroup γνωρίζει, όμως, πως “δεν είναι εύκολο να υλοποιήσουν οι Έλληνες όσα συμφωνήσαμε” και δεν φαίνεται διατεθειμένος να τινάξει τα πάντα στον αέρα, όπως με ευκολία ήταν έτοιμος να πράξει περίπου εννιά μήνες πριν.
- Ο Σόϊμπλε αναγνωρίζει, επίσης, ότι η Ελλάδα είναι ο απαραίτητος αλλά και αδύναμος κρίκος στην αλυσίδα της προσφυγικής κρίσης που απειλεί με διάλυση την Ευρώπη. Παρότι η αντίληψή του για μια Ευρώπη- δημοσιονομικό φρούριο είναι γνωστή, ο Σόϊμπλε αντιλαμβάνεται πως η Αθήνα δεν μπορεί να διαχειριστεί δύο φαραωνικές κρίσεις ταυτοχρόνως.
Γι αυτό προσπαθεί να παράσχει πολιτική στήριξη στην κυβέρνηση Τσίπρα και το κάνει, ομολογουμένως, με έναν τρόπο που αιφνιδιάζει όσους γνωρίζουν την πολιτική του mentalite.
Θα συνεχίσει; Ουδείς μπορεί να γνωρίζει. Η παράμετρος του ΔΝΤ είναι εξαιρετικά ισχυρή στο πολιτικό savoir faire του Γερμανού πολιτικού όσον αφορά το ελληνικό πρόγραμμα. Όμως, μετά την εύθραυστη συμφωνία ΕΕ- Τουρκίας για το προσφυγικό, ο ρόλος της Αθήνας είναι κομβικός. Και κανείς, ακόμα και ο Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε, δεν θα ήθελε να καταρρεύσει ο ελληνικός “πύργος”.
Υποστηρικτικός και ο Σαπέν
Παίρνοντας το λόγο ο Γάλλος υπουργός Μ. Σαπέν δήλωσε από μέρους του: «Θα πρέπει σίγουρα να βοηθήσουμε εκ νέου την Ελλάδα και δεν μιλώ μόνο για τους πρόσφυγες. Η Ελλάδα περνάει μια δύσκολη περίοδο και έχει ανάγκη την αλληλεγγύη μας».
Ο Μισέλ Σαπέν υπενθύμισε στη συνέχεια ότι «πριν από την τωρινή κυβέρνηση υπήρξαν άλλες κυβερνήσεις που δεν έκαναν τις απαραίτητες προσπάθειες, ενώ έχουμε μια κυβέρνηση σήμερα που προσπαθεί. Θα πρέπει να προχωρήσει μέχρι τέλους και θα πρέπει να την συνοδεύσουμε και βοηθήσουμε. Στο ερώτημα εάν θα πρέπει να καταλήξει στη συνέχεια στην αναδιάρθρωση του χρέους, η απάντηση είναι «ναι», όπως άλλωστε έχει αποφασισθεί στη συμφωνία του Ιουλίου.
Δεν μπορείτε όμως να πείτε ότι αρχίζουμε από το χρέος εάν ξεκινήσουμε με το χρέος δεν θα έχουμε κάνει τις απαραίτητες προσπάθειες και υλοποιήσει τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Είναι μια διαδικασία στην οποία πρέπει να προχωρήσουμε γρήγορα, γιατί η Ελλάδα σήμερα δεν αντιμετωπίζει μόνο την μη ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της, αντιμετωπίζει ένα είδος επιθετικής επιδρομής από ένα υπερβολικά μεγάλο αριθμό προσφύγων. Θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε όλα αυτά γι αυτό έχουμε ανάγκη να δείξουμε αλληλεγγύη αλλά και υπευθυνότητα απέναντι στην ελληνική κυβέρνηση».
Σ.Κ