Τα μουσεία μάς υποδέχονται ξανά λίγο πριν τον εορτασμό της Διεθνούς Ημέρας Μουσείων (video)
Υπάρχουν δύο τρόποι να προσεγγίσει κανείς την υπογραφή MoU μεταξύ του ΤΑΙΠΕΔ και της Lamda Development για το Ελληνικό. Ο πρώτος είναι να πει κανείς «επιτέλους». Με μια αρκετά βελτιωμένη σύμβαση που φαίνεται πως μπορεί να εγγυηθεί μεγαλύτερο κύκλο εργασιών και περισσότερα οφέλη, η κυβέρνηση –έστω και υπό τις πιέσεις των δανειστών- προχωρά ένα θέμα που παρέμενε σε εκκρεμότητα επί της θητείας 6 πρωθυπουργών (Σημίτης, Καραμανλής, Παπανδρέου, Παπαδήμος, Σαμαράς και, τώρα, Τσίπρας). Ο δεύτερος είναι να ψέξει τον Αλέξη Τσίπρα που προχωρά την ιδιωτικοποίηση την οποία θεωρούσε «διαβολική» μέχρι πριν περίπου ένα χρόνο. Η κυβέρνηση διακινεί την πρώτη εκδοχή, η αξιωματική αντιπολίτευση τη δεύτερη.
Η αλήθεια βρίσκεται συνήθως κάπου στη μέση. Θα ήταν ευχής έργο να μπορούσε το ελληνικό κράτος να μετατρέψει το εγκαταλελειμμένο πρώην αεροδρόμιο Ελληνικού σε Μητροπολιτικό Πάρκο, κάτι σαν το «Χαϊντ Πάρκ» της Αττικής. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί, φυσικά, να συμβεί, Ουδέποτε ήταν εφικτό. Ακόμα και στις περιόδους ευημερίας η συντήρηση ενός τέτοιου κολοσσιαίου έργου θα ήταν απαγορευτική.
Άρα, για να είμαστε δίκαιοι και ακριβείς, η επιλογή θα ήταν μεταξύ του να παραμείνει το Ελληνικό χωματερή και καταυλισμός προσφύγων και του να παραχωρηθεί για τη δημιουργία ενός πόλου πρασίνου, οικιστικής και τουριστικής ανάπτυξης αλλά και εμπορικής δραστηριότητας, ενταγμένου, μάλιστα –κατά το δυνατόν αρμονικά και λειτουργικά- στην δημιουργία του περίφημου παραλιακού μετώπου, αυτού που αποκαλείται και ως Αθηναϊκή Ριβιέρα. Και είναι προφανές πως αυτό το δίλημμα δεν μπορεί παρά να έχει μία μόνο απάντηση.
Το ερώτημα που πρέπει να τεθεί στο δημόσιο διάλογο είναι εάν επαρκεί ένα τέτοιο έργο ή μερικές ακόμα ιδιωτικοποιήσεις. Δυστυχώς, επ αυτού η απάντηση είναι μάλλον αρνητική.
Όσες «Ριβιέρες» κι αν δημιουργηθούν, η ανάπτυξη δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι μονοσήμαντη και να στηρίζεται αποκλειστικά στις ιδιωτικές επενδύσεις.
Κατ’ αρχάς για να συμβεί κάτι τέτοιο πρέπει να συντρέξουν μια σειρά προϋποθέσεις: ευέλικτο και προνομιακό φορολογικό καθεστώς, αποκατάσταση κλίματος εμπιστοσύνης της χώρας και δημόσια εποπτεία που να διασφαλίζει την κοινωνική υπεραξία τέτοιων έργων.
Όμως, ας μη γελιόμαστε. Η ανάπτυξη είναι ένας τόπος στον οποίο πρέπει να συγκλίνουν τρία πράγματα. Η άριστη διαχείριση και απορρόφηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων (ΕΣΠΑ, πακέτο Γιουνκέρ κ.ά), η προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων και η αύξηση των δημοσίων επενδύσεων, ενίοτε ως συμπράξεις ιδιωτικού και δημοσίου τομέα.
Όλα αυτά συγκροτούν ένα εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης. Καμία κυβέρνηση στα χρόνια των μνημονίων δεν κατόρθωσε να φέρει ένα τέτοιο πειστικό σχέδιο που θα αποτελούσε και το μεγάλο ισοδύναμο των επώδυνων μέτρων που έχουν ληφθεί και συνεχίζουν να λαμβάνονται.
Κι απ΄ ότι φαίνεται δεν είναι δουλειά μιας μόνο κυβέρνησης. Εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης μπορεί να υπάρξει μόνο δια της συγκλίσεως των κομμάτων του δημοκρατικού τόξου ώστε αυτό να υπερβαίνει το χρόνο θητείας μιας κυβέρνησης και έτσι να δημιουργεί σχέση εμπιστοσύνης. Και κάτι ακόμα. Ένα τέτοιο σχέδιο πρέπει να συνοδευτεί και με την θεσμική θωράκιση της χώρας. Να υποστηριχθεί, δηλαδή, από δημόσια διοίκηση και πολιτικό σύστημα που δεν θα δρα στις παρυφές της διαπλοκής. Στο πλαίσιο αυτό η συμφωνία για την συζητούμενη Αναθεώρηση του Συντάγματος είναι απολύτως απαραίτητη…
Από την Επένδυση