Απορίες και ερωτηματικά έχουν δημιουργήσει οι δηλώσεις νωρίτερα σήμερα συνεργατών της Άνγκελα Μέρκελ για “δεύτερες σκέψεις” περί δημοψηφίσματος που πρέπει να κάνει η κυβέρνηση του Ντέϊβιντ Κάμερον στο Λονδίνο. Δηλώσεις που αφήνουν ανοικτές χαραμάδες για μη υλοποίηση της ετυμηγορίας του βρετανικού λαού.
Είναι κάτι τέτοιο πιθανό;
Θεωρητικά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος δεν είναι νομικά δεσμευτικό, καθώς πρέπει να περάσει από τη Βουλή σε περίπτωση νίκης του «Brexit», καθώς και να ακυρωθεί η 1972 European Communities Act – ενώ επίσης θα πρέπει να επικυρωθεί και μια συμφωνία απόσυρσης. Οι βουλευτές θεωρητικά θα μπορούσαν να αγνοήσουν το αποτέλεσμα και να μπλοκάρουν τη διαδικασία. Πρακτικά ωστόσο, βρετανικά ΜΜΕ χαρακτηρίζουν «πολιτική αυτοκτονία» (για τα βρετανικά δεδομένα) μια τέτοια επιλογή από πλευράς βουλευτών σε περίπτωση νίκης του «Brexit»- αν και το BBC επισημαίνει ένα πιθανό σενάριο που θα μπορούσε να οδηγήσει σε ανατροπή είναι αν η Βρετανία οδηγηθεί σε εκλογές, κάποιο κόμμα βασιστεί προεκλογικά στην υπόσχεση παραμονής στην Ε.Ε., κερδίσει και μετά υποστηρίξει πως το αποτέλεσμα των εκλογών ανέτρεψε αυτό του δημοψηφίσματος.
Η αλήθεια είναι πως κάποια ακραία σενάρια αρχίζουν να κάνουν δειλά δειλά την εμφάνισή τους.
Εάν για παράδειγμα, το κοινοβούλιο της Σκωτίας ή της Ιρλανδίας δεν συμφωνήσουν στην επικύρωση του αποτέλεσματος τι πραγματικά μπορεί να συμβεί; Μπλοκάρουν ή όχι την υλοποίηση του Brexit;
Οι αναλυτές δεν έχουν καθαρές απαντήσεις και η αβεβαιότητα επιτείνεται ιδιαίτερα από τη στιγμή που ο μοιραίος Βρετανός πρωθυπουργός δεν έχει προχωρήσει ακόμα στην ενεργοποίηση του άρθρου 50 της Ευρωπαίκής Συνθήκης και μετατρέπει σε εσωκομματικό ένα παγκόσμιου βεληνεκούς ζήτημα.
Μετά από τη χθεσινή δήλωση της Ανγκελα Μέρκελ, η οποία ανέφερε «Δεν βιαζόμαστε για να φύγει η Βρετανία, αλλά να μην πάρει και… αιώνες», σήμερα η Γερμανία επιβεβαίωσε ξανά ότι δεν ακολουθεί τη- δημόσια τουλάχιστον- τακτική της πίεσης προς το Λονδίνο, ώστε να κινηθεί γρήγορα.
Ο προσωπάρχης της Γερμανίδας καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ δήλωσε πως οι πολιτικοί στο Λονδίνο θα πρέπει να έχουν την ευκαιρία να ξανασκεφτούν τις συνέπειες της αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση και να… πάρουν τον χρόνο τους, πριν επίσημα δηλώσουν ότι ξεκινούν τη διαδικασία αποχώρησης.
«Οι πολιτικοί στο Λονδίνο θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επανεξετάσουν τις συνέπειες μιας εξόδου», δήλωσε ο προσωπάρχης της Μέρκελ Πέτερ Αλτμάιερ, όπως αναφέρει σήμερα το δίκτυο γερμανικών εφημερίδων RND. Αν η Βρετανία πραγματικά αποχωρήσει, αυτό θα είναι «ένα δύσκολο ορόσημο με πολλές συνέπειες», δήλωσε ο Αλτμάιερ. Φυσικά η Βρετανία θα μπορούσε να υποβάλει αργότερα αίτηση για να επανενταχθεί στην ΕΕ, «αλλά αυτό θα έπαιρνε πολύ χρόνο».
Ποια είναι τα επόμενα βήματα
1. Δήλωση της Βρετανίας ότι αποφάσισε να αποχωρήσει βάσει των εσωτερικών συνταγματικών κανόνων. Τούτο σημαίνει ότι η βρετανική κυβέρνηση, σε συνέχεια του δημοψηφίσματος, θα ενημερώσει σχετικά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Το δημοψήφισμα δεν παράγει νομικά αποτελέσματα αφ’εαυτού – συνιστά απλώς πολιτική επιλογή που πρέπει να περιβληθεί χαρακτηριστικά νόμου από το Κοινοβούλιο (είτε στο ξεκίνημα είτε στο τέλος της διαδικασίας αποχώρησης). Τυπικά, επειδή το δημοψήφισμα δεν είναι δεσμευτικό, είναι δυνατό το Κοινοβούλιο (το παρόν ή το επόμενο, μετά από τυχόν νέες εκλογές) να το αγνοήσει – ωστόσο μια τέτοια απόφαση πολιτικά θα ήταν εξαιρετικά παρακινδυνευμένη, ακόμα και αν στην κυβέρνηση ανέβαινε άλλο κόμμα.
Ως προς τούτο, Κάμερον και Όσμπορν προσπαθούν ήδη να μπλοκάρουν την ανάδειξη του δημοφιλούς Μπόρις Τζόνσον σε ηγέτη των Τόρις και πρωθυπουργό επειδή ήταν ο βασικός εκπρόσωπος του Brexit και πλασάρουν μία πιο μετριοπαθή προσωπικότητα που, όπως λένε κάποιοι, θα μπορούσε να ναρκοθετήσει την ετυμηγορία του βρετανικού λαού.
2. Με την ενημέρωση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, θα ξεκινήσουν οι σχετικές διαπραγματεύσεις. Στην πράξη το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα συναντηθεί αμέσως μετά το δημοψήφισμα (στις 25-26 Ιουνίου), δεν είναι ωστόσο βέβαιο ότι θα δώσει αμέσως τους «προσανατολισμούς» για τις σχετικές διαπραγματεύσεις που προβλέπει η Συνθήκη ή θα αφήσει ένα περιθώριο χρόνου για να σκεφθεί την περαιτέρω πορεία. Οι διαπραγματεύσεις αυτές θα διεξαχθούν στο πλαίσιο του Συμβουλίου με σημαντική ωστόσο εμπλοκή και της Επιτροπής μέσω των «συστάσεων» που αναφέρει το άρθρο 218.3 ΣΛΕΕ. Οι υποστηρικτές του LEAVE διατείνονται ότι στις διαπραγματεύσεις αυτές θα ζητήσουν (και θεωρούν ότι θα επιτύχουν) την διατήρηση των εμπορικών δεσμών της Βρετανίας με την Ένωση, κατά βάση την ενιαία αγορά. Το άρθρο 50 άλλωστε αναφέρει ότι οι συζητήσεις θα περιλάβουν και το «πλαίσιο των μελλοντικών σχέσεων με την Ένωση» του προς αποχώρηση κράτους. Δεν είναι βέβαιο, ωστόσο, ότι η Ένωση θα θέλει – και θα μπορεί τεχνικά – να δώσει μια τέτοια δυνατότητα, λαμβάνοντας υπόψη ιδίως το γεγονός ότι η τελική συμφωνία ενδέχεται να πρέπει να εγκριθεί και από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Επιπλέον είναι νομικά συζητήσιμο κατά πόσον μια νέα σχέση Βρετανίας – ΕΕ (π.χ. η συμμετοχή της στην ενιαία αγορά) δεν θα θεωρηθεί ότι απαιτεί την έγκρισή της από τα εθνικά κοινοβούλια, όπως συνέβη με την συμμετοχή χωρών όπως των μελών της ΕΖΕΣ (Νορβηγία, Ελβετία κ.α.) σε κοινοτικές πολιτικές.
3. Η περίοδος των διαπραγματεύσεων και η αποχώρηση της Βρετανίας πρέπει να ολοκληρωθεί το αργότερο σε 2 χρόνια, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο – και η Βρετανία – «αποφασίσει ομόφωνα την παράταση της προθεσμίας αυτής». Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ υποστήριξε πρόσφατα ότι οι διαπραγματεύσεις και η αποχώρηση μπορεί να κρατήσουν έως και επτά χρόνια1. Δεν είναι ξεκάθαρο κατά πόσον και οι δύο πλευρές θα ήθελαν ή όχι μια παρατεταμένη περίοδο πριν το οριστικό διαζύγιο, ωστόσο τα ζητήματα που πρέπει να επιλυθούν είναι όντως σημαντικά και σύνθετα. Δεν είναι επίσης απίθανο, πριν την αποχώρηση και κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, η -ίδια ή άλλη- βρετανική κυβέρνηση να προκαλέσει νέο δημοψήφισμα, με το επιχείρημα π.χ. ότι οι προτάσεις της Ένωσης για τις σχέσεις της Βρετανίας με την Ένωση είναι ιδιαίτερα αρνητικές για τους Βρετανούς. Σε περίπτωση που το δεύτερο δημοψήφισμα αποβεί θετικό, η Βρετανία δεν θα έχει αποχωρήσει από την Ένωση.
4. Η μεταβατική περίοδος και ο ρόλος της Βρετανίας σε αυτή είναι επίσης περίπλοκο θέμα. Σε τι βαθμό η χώρα θα μετέχει και θα ψηφίζει κανονισμούς και οδηγίες η έναρξη ισχύος των οποίων θα είναι ενδεχομένως μετά την αποχώρησή της; Ποιες αρμοδιότητες θα έχει ο Βρετανός επίτροπος, πώς θα δικάζει ο Βρετανός δικαστής στο Δικαστήριο της Ένωσης; Τέλος τι ρόλο θα διαδραματίζουν οι Βρετανοί βουλευτές στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ο αριθμός των οποίων μπορεί να αλλάξει τις ισορροπίες στην τελική ψηφοφορία; Καθοριστική επίσης – όπως σε κάθε διαζύγιο – είναι και η οικονομική διάσταση. Μέχρι πότε θα μετέχει η χώρα στον προϋπολογισμό της Ένωσης; Η απλή λύση είναι μέχρι την ημερομηνία της αποχώρησής της αλλά στην πράξη αυτό δεν μπορεί να συμβεί – η Ένωση προβαίνει σε αναλήψεις υποχρεώσεων και σε πληρωμές με μεγάλη χρονική απόκλιση.
Ο ρόλος της Σκωτίας και της Ιρλανδίας
Μπορεί η πλάστιγγα του βρετανικού δημοψηφίσματος να έγειρε προς το Brexit, αλλά η Σκωτία και η Β. Ιρλανδία φαντάζονται ακόμη το ευρωπαϊκό τους μέλλον, καθώς ψήφισαν μαζικά για την παραμονή της χώρας στην Ε.Ε. Μετά το καθόλου ευνοϊκό για τους ίδιους αποτέλεσμα, οι Σκωτσέζοι και οι Ιρλανδοί πολιτικοί αρχηγοί έσπευσαν να καλέσουν για τη διενέργεια τοπικών δημοψηφισμάτων, που θα καθορίσουν το μέλλον των διαφιλονικούμενων περιοχών του Ηνωμένου Βασιλείου.
Σύμφωνα με την πρώτη υπουργό της Βρετανίας και μέλος του Σκωτσέζικου Εθνικού Κόμματος, Νικόλα Στέρτζον, η Σκωτία δεν είναι απίθανο να επιδιώξει ξανά να ψηφίσει για την ανεξαρτησία της σε ένα δημοψήφισμα, που θα οδηγούσε σε διάλυση το Ηνωμένο Βασίλειο. Με βάση την καταμέτρηση των ψήφων, οι Σκωτσέζοι ψήφισαν υπέρ του Bremain κατά 62% έναντι του 38% υπέρ του Brexit. «Η Σκωτία μετέφερε ένα ισχυρό, ξεκάθαρο μήνυμα για την παραμονή στην Ε.Ε.», τόνισε η ίδια. Οι Σκωτσέζοι είχαν σε μεγάλο ποσοστό απορρίψει την απόσχιση από τη Βρετανία στο δημοψήφισμα του 2014, ώστε να μη χάσουν την ιδιότητα του Ευρωπαίου πολίτη. Σήμερα, το 60% των κατοίκων της Σκωτίας φέρεται να υποστηρίζει την πρόταση της Στέρτζον, όπως υποδεικνύει δημοσκόπηση της YouGov.
Την ίδια στιγμή, στη Β. Ιρλανδία επικρατεί μεγάλος προβληματισμός για τις σοβαρές επιπτώσεις που θα έχει το Brexit, με αποτέλεσμα ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Μάρτι ΜακΓκίνες να κάνει λόγο για επιδίωξη της ένωσης με την Ιρλανδία μέσω διαδικασίας δημοψηφίσματος. Η Ιρλανδία αποτελεί μία από τις πιο γρήγορα αναπτυσσόμενες οικονομίες της Ευρώπης, αλλά το εμπόριο, η οικονομία και η ενεργειακή ασφάλειά της εξαρτάται από τη Βρετανία. Το 56% των ψηφοφόρων τάχθηκε υπέρ της παραμονής, ενώ μόλις το 28% υπέρ του Brexit. «Η βρετανική κυβέρνηση πλέον δεν έχει δημοκρατική εντολή να εκπροσωπεί τις απόψεις του Βορρά σε μελλοντικές διαπραγματεύσεις με την Ε.Ε.», τόνισε ο ΜακΓκίνες. Ο Ιρλανδός πρωθυπουργός Εντα Κένι ανέφερε ότι η κυβέρνησή του είχε δημιουργήσει από πριν σχέδιο σε περίπτωση αποχώρησης της Βρετανίας από την Ε.Ε
Με πληροφορίες από το thehuffingtonpost.gr