Σχεδόν άπαντες συνομολογούν πια πως είναι αναγκαίο και, μάλιστα, είναι ΤΩΡΑ αναγκαίο να ανοίξει η συζήτηση για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.
Ο Μπενουά Κερέ της ΕΚΤ το έθεσε ρητά: μόνο έτσι θα δοθεί η δυνατότητα να ενταχθεί η ελληνική οικονομία στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) και να μειωθούν σημαντικά τα μακροπρόθεσμα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων. Για τους γνωρίζοντες αυτό σημαίνει οικονομική σταθερότητα, σημαντικές προοπτικές για επενδύσεις και άρα θέσεις εργασίας και μείωση της ανεργίας, ρευστότητα στις τράπεζες και την πραγματική οικονομία, ελεγχόμενη έξοδος στις αγορές και οριστική απομάκρυνση κάθε πιθανού η απίθανου σεναρίου για Grexit -όπως αυτό που περιέγραψε η αρχισυντάκτρια της Die Welt Δωροθέα Σίμς και έγινε πρώτο θέμα στα εγχώρια μέσα που αναπαράγουν με ευκολία και δίχως περαιτέρω ανάλυση τις αρνητικές ειδήσεις.
Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Αμερικανοί, διεθνείς οίκοι, έγκυροι αναλυτές κινούνται προς την ίδια κατεύθυνση. Αλλά και στο εσωτερικό της χώρας: ο πρωθυπουργός το διεκδικεί θεωρώντας το μείζονος σημασίας, ο επικεφαλής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας το επισημαίνει σε κάθε ευκαιρία (προφανώς υιοθετώντας τη “γραμμή” του Μάριο Ντράγκι), ο Κυριάκος Μητσοτάκης συναινεί, ακόμα κι εκείνοι που μέχρι πρότινος έλεγαν πως το χρέος είναι βιώσιμο έχουν αντιληφθεί την ουσία του θέματος.
Ακόμα, όμως, κι αν το σύμπαν έχει συνωμοτήσει θετικά υπέρ της ελληνικής θέσης -σε μια Ευρωζώνη που αργά ή γρήγορα θα αναγκαστεί να αναμετρηθεί με την κρίση χρέους που αφορά, πλέον, πολλές οικονομίες- ο Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε το μεταθέτει στις καλένδες εξαιτίας των Γερμανικών εκλογών.
Ο εσωτερικός πολιτικός κύκλος και οι σκοπιμότητες της Γερμανίας, όπως και το 2010 που ακύρωσε κάθε προσπάθεια για αναδιάρθρωση του χρέους αλλά και επί κυβέρνησης του Αντώνη Σαμαρά, έτσι και τώρα χειραγωγεί και κατευθύνει τη βούληση όλων και καταργεί τη λογική.
Δεν είναι σενάριο φαντασίας, μάλιστα, η πιθανότητα να υπονομευθεί από το Βερολίνο η πορεία ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης, ώστε έτσι να μετατίθεται χρονικά οιαδήποτε συζήτηση για το χρέος και να δημιουργούνται ασφυκτικές συνθήκες εκβιασμού της ελληνικής οικονομίας και αιτιολογία για…επίπληξη και αυστηρότητα.
Αυτά τα γνωρίζουν και η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση, μείζονα και ελάσσονα. Γι αυτό και είναι απόλυτη ανάγκη, έστω και γι αυτή τη μία φορά, να συναινέσουν σε ένα κοινό πλαίσιο διεκδίκησης.
Μικρή σημασία έχουν μπροστά σε αυτό τα…πτυχία του κ. Μητσοτάκη ή οι…περγαμηνές κοινωνικών αγώνων του κ. Τσίπρα. Ακόμα και η διαπλοκή του ενός ή του άλλου μπορούν να μείνουν επ΄ολίγον στην άκρη. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί κάλλιστα να φιλοξενήσει μία πρωτοβουλία για σύγκλιση του Συμβουλίου Αρχηγών που θα καταλήξει σε μια κοινή δήλωση- πρόταση για το χρέος.
Δεν χρειάζεται κανείς να ομνύει σε μια φαντασιακή εθνική συνεννόηση επί παντός. Αρκεί η στιγμιαία συναίνεση επί του συγκεκριμένου και η από κοινού διεκδίκηση του εφικτού.