Γράφει ο Σεραφείμ Κοτρώτσος
Πιο σαφής δεν θα μπορούσε να είναι ο πρωθυπουργός σχετικά με τα σενάρια περί πρόωρων εκλογών που καταγράφονται στον εγχώριο και διεθνή Τύπο.”Οι επόμενες εκλογές θα είναι οι ευρωεκλογές που θα γίνουν τον Μάϊο του 2019 και εθνικές εκλογές θα έχουμε τον Οκτώβριο του 2019. Θα εξαντλήσουμε την τετραετία μέχρι κεραίας”, είπε -ανεβάζοντας τους τόνους- σε μια αποστροφή της ομιλίας του στη Βουλή κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού του 2017.
Οι αναλύσεις, ωστόσο, κινούνται σε άλλο μήκος κύματος. Η “Καθημερινή” του Ομίλου Αλαφούζου, για παράδειγμα, περίπου προεξοφλεί πως ο Αλέξης Τσίπρας θα αναγκαστεί να οδηγηθεί σε εκλογές εξαιτίας των απαιτήσεων των δανειστών για νέα μέτρα (4,2 δις), υψηλά πλεονάσματα (3,5%) για αρκετά χρόνια και ανατροπή σε συνταξιοδοτικό και αφορολόγητο. Αναφέρει, δε, πως μία εναλλακτική που εισηγούνται στον πρωθυπουργό είναι να φέρει, εφόσον εκβιασθεί, το πακέτο των νέων μέτρων στη Βουλή και να ζητήσει να ψηφισθεί από τουλάχιστον 180 βουλευτές -αλλιώς ανοίγει ξανά ο δρόμος των εκλογών.
Η τελευταία πληροφορία έχει νόημα υπό την έννοια πως τα επιπλέον μέτρα (4,2 δις) που ζητούν οι δανειστές ή η δέσμευση της χώρας σε πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% έως και 10 χρόνια μετά το 2018, είναι αποφάσεις που εφόσον ληφθούν τώρα δεσμεύουν την επόμενη, ίσως και την μεθεπόμενη κυβέρνηση, κάτι που αναμφίβολα είναι πολιτικό unfair.
Υπό την έννοια αυτή οποιοδήποτε νέο μέτρο που εκτείνεται χρονικά πέραν του 2018-2019 εγκλωβίζει πολιτικά την επόμενη κυβέρνηση. Όταν, για παράδειγμα, η Ν.Δ του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι βεβαία πως μπορεί να διαπραγματευθεί πλεονάσματα του 2% με ρυθμό ανάπτυξης 4% και μπορεί να προσελκύσει πολλές περισσότερες επενδύσεις, θα ήταν άδικο να μην της δοθεί αυτή η δυνατότητα και να βρεθεί, ως κυβέρνηση, σε “ομηρία” των δεσμεύσεων που θα έχει αναλάβει ο Αλέξης Τσίπρας.
Ίσως, όμως, αυτός είναι και ο λόγος που μεταξύ των δανειστών ακούγεται ολοένα και περισσότερο η ανάγκη να υπάρξει δέσμευση και της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα που θα πρέπει να συμφωνηθεί και να ψηφισθεί στη Βουλή μέχρι το επόμενο καλοκαίρι.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, o Ελεύθερος Τύπος προεξοφλεί εκλογές τον Μάρτιο, ενώ η Real News βλέπει πιθανό ένα τέτοιο σενάριο μόνο εφόσον η κυβέρνηση εκβιασθεί.
Ο ίδιος ο πρωθυπουργός μπορεί να διαψεύδει με ηχηρό τρόπο τα εκλογικά σενάρια, όμως οι παροχές που εξήγγειλε και ο τόνος του στη μονομαχία του στη Βουλή με τον Κυριάκο Μητσοτάκη δείχνει πως προετοιμάζεται για σύγκρουση με τους δανειστές εφόσον κάτι τέτοιο απαιτηθεί. Επί της ουσίας δεν θέλει εκλογές, έχει όμως θέσει την κυβέρνηση σε εκλογική ετοιμότητα.
Το κλίμα, πάντως, με τους Θεσμούς είναι βαρύ και γι αυτό ευθύνεται η διελκυστίνδα μεταξύ Βερολίνου (που οδεύει προς εκλογές) και ΔΝΤ.
Για παράδειγμα, σε εξαιρετικά δεινή θέση βρέθηκε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος κατά τη διάρκεια του Eurogroup της περασμένης Δευτέρας.
«Δεν μπορούμε να πάρουμε νέα μέτρα, αν μας πιέσετε κι άλλο θα αναγκαστούμε να πάμε σε εκλογές», είπε ο υπουργός Οικονομικών στους ομολόγους του στην ευρωζώνη, θέτοντας ξεκάθαρο δίλημμα. «Αν νομίζετε ότι δεν αντέχετε τότε να πάτε», ήταν η αντίδραση που εισέπραξε, όπως συνοψίζουν στο «Βήμα» πηγές πολύ κοντά στις συνομιλίες.
«Ηταν ένα πολύ κακό Eurogroup», επιβεβαίωσε στην εφημερίδα Ευρωπαίος αξιωματούχος. «Εκτός από την Κομισιόν, όλοι οι άλλοι ήταν εναντίον του κ. Τσακαλώτου. Καιρό είχα να δω τόσο άσχημο αποτέλεσμα για την Ελλάδα, ίσως με λίγη χρυσόσκονη για το χρέος. Πέρα από τα πλεονάσματα στο 3,5% του ΑΠΕ, ήταν σαφέστατο ότι θέλουν οπωσδήποτε το ΔΝΤ μέσα συμφωνία», ανέφερε η ίδια πηγή.
Ακόμη και ο Πιερ Μοσκοβισί φέρεται να είπε συνομιλώντας με την ελληνική αποστολή: «Η απόφαση ήταν βίαιη και άδικη, η χειρότερη των τελευταίων ετών!», σύμφωνα πάντα με το «Βήμα».
Στο Eurogroup, η ελληνική πλευρά πήρε τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για τη μείωση του χρέους κατά 20% του ΑΕΠ το 2060, αλλά αναγκάστηκε να αποδεχθεί τη διατήρηση πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ από το 2018 και μετά. Ο κ. Τσακαλώτος, σε εσωτερικές συσκέψεις τις τελευταίες ημέρες φέρεται να διεμήνυσε στον πρωθυπουργό «Αν συμφωνηθεί πλεόνασμα πάνω από 2% του ΑΕΠ, εγώ φεύγω».
Μέσα σε όλα αυτά, οι εξαγγελίες του Αλέξη Τσίπρα την Πέμπτη, με την έκτακτη ενίσχυση των χαμηλοσυνταξιούχων, επιβάρυναν περισσότερο τις σχέσεις της Αθήνας με τις Βρυξέλλες. «Αυτό δεν βοηθάει το κλίμα της διαπραγμάτευσης», σχολίασε στο «Βήμα» στέλεχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. «Δεν είναι ότι η Κομισιόν δεν έχει καρδιά και δεν θέλει την ενίσχυση των πλέον αδύναμων, αλλά υπάρχουν συμφωνημένες διαδικασίες», ανέφερε ακόμη η ίδια πηγή.
Αυτό το κλίμα παράγει εκ των πραγμάτων πολιτική αστάθεια. Η ανεξέλεγκτη μεταβλητή του να ζητηθούν επιπλέον σκληρά μέτρα από την Ελλάδα -παρά την αναγνώριση απ΄ όλους της υπεραπόδοσης των μέτρων και της επιτυχούς υλοποίησης των συμφωνηθέντων- και η διαρκής εκλογολογία επιδρούν εκ των πραγμάτων αρνητικά.
Αξίζει να σημειωθεί, για παράδειγμα, πως από τις αρχές της άνοιξης, όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης (υπό την καθοδήγηση του Τάκη Θεοδωρικάκου) έβαλε στην προμετωπίδα της στρατηγικής του το καθημερινό αίτημα για εκλογές, η χώρα έχει περιέλθει σε δίνη αστάθειας. Κι αυτό παρότι η Ν.Δ διαψεύσθηκε μία φορά όταν προεξοφλούσε πως δεν θα κλείσει η πρώτη αξιολόγηση και ίσως διαψευσθεί ακόμα μία με τη δεύτερη.
Βεβαίως, όλη αυτή η συζήτηση λειτουργεί κάποιες φορές ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Ξεκινώντας με την εκλογολογία, μετά στην εκλογική ετοιμότητα (δια παν ενδεχόμενο) και, τελικά, στις εκλογές…