Περίπου 2,5 μήνες μετά τη συνεδρίαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, ολοκληρώθηκε η διαδικασία της σύνταξης της απόφασης για τις τηλεοπτικές άδειες.
Η απόφαση επαναβεβαιώνει την πάγια θέση της νομολογίας του Δικαστηρίου ότι η μέχρι σήμερα λειτουργία των τηλεοπτικών σταθμών με συνεχείς παρατάσεις της νόμιμης λειτουργίας είναι συνταγματικώς μη ανεκτή και παράνομη.
Και, προκειμένου ακριβώς να αποκατασταθεί η νομιμότητα, απαιτεί την ταχύτατη επανάληψη του διαγωνισμού.
Το ΣτΕ κρίνει αντισυνταγματική τη διάταξη περί διενέργειας του διαγωνισμού από τον Υπουργό ειδικά κατά την πρώτη εφαρμογή του νόμου (την παρ. 2 του άρθρου 2Α του ν.4339/15).
Τη διάταξη, δηλαδή, που θεσμοθετήθηκε εκ των υστέρων και δεδομένης της αδυναμίας συγκρότησης Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, προκειμένου να διενεργήσει αυτόν τον διαγωνισμό και παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες για συναίνεση των πολιτικών κομμάτων στη Βουλή.
Η απόφαση δεν θεωρεί αντισυνταγματικές τις άλλες ρυθμίσεις, που αφορούν τόσο στον ορισμό του αριθμού των δημοπρατούμενων αδειών, όσο και στον καθορισμό της τιμής εκκίνησης.
Το ΣτΕ, στο σκεπτικό του, ξεκαθαρίζει ότι οι τηλεοπτικές συχνότητες αποτελούν δημόσια αγαθά και σπάνιους πόρους του εθνικού πλούτου με μεγάλη οικονομική αξία. Και, άρα, ότι η χρήση των ραδιοτηλεοπτικών συχνοτήτων πρέπει να γίνεται με ανάλογο οικονομικό αντάλλαγμα και σε καμία περίπτωση δωρεάν.
Τέλος, η μειοψηφία του ΣτΕ (11 Σύμβουλοι Επικρατείας) δέχονται ότι από το άρθρο 15 του Συντάγματος δεν προκύπτει υποχρέωση συμμετοχής του ΕΣΡ σε κάθε φάση της διαγωνιστικής διαδικασίας, αλλά -αντίθετα- ότι το ΕΣΡ έχει μόνον ελεγκτικές αρμοδιότητες επί της διαγωνιστικής διαδικασίας.