Η χώρα βυθίζεται, δυστυχώς, στη μονοκαλλιέργεια της επιδίωξης να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση, την ώρα που συντρέχουν προϋποθέσεις κοσμογονικών αλλαγών στην Ευρώπη και παγκοσμίως. Οι τελευταίες δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ για τη “Γερμανική Ευρώπη” ίσως αποδειχθούν προάγγελος ενός σχίσματος στις παραδοσιακά σταθερές σχέσεις μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ε.Ε, κάτι που είναι βέβαιο πως θα επηρεάσει τις εύθραυστες ισορροπίες και στο ελληνικό ζήτημα (π.χ την παραμονή ή όχι του ΔΝΤ και υπό ποιες προϋποθέσεις ).
Ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς και ο υπουργός Άμυνας Πάνος Καμμένος διατηρούν μεν επαφές με το επιτελείο του νέου εκλεγμένου Προέδρου των ΗΠΑ (ο πρώτος είχε συναντήσεις πριν μερικές μέρες στη Νέα Υόρκη, ο δεύτερος θα έχει κατά την επίσκεψή του στην Ουάσιγκτον), αυτό, όμως, πόρρω απέχει από το να διαθέτει η Αθήνα εμπεριστατωμένη άποψη για τη στρατηγική του Ντόναλντ Τραμπ σχετικά με το γεωπολιτικό περιβάλλον στο οποίο ανήκει η χώρα μας. Οι σχέσεις της Ουάσιγκτον με την Τουρκία, το Ισραήλ, την Αίγυπτο, οι επιλογές που θα κάνει σχετικά με τη Συρία και, φυσικά, η καθοριστική παράμετρος ως προς τη Ρωσία είναι ψηφίδες που λείπουν αυτή τη στιγμή από το μωσαϊκό μιας αναγκαίας εθνικής στρατηγικής.
Το γεγονός ότι αρκετοί Ελληνοαμερικανοί (Πρίμπους, Παπαδόπουλος, Τζιτζίκος) θα βρεθούν στο στενό επιτελείο του Τραμπ, ή οι ρόλοι-κλειδιά που αναλαμβάνουν ο Τίλερσον (πρώην CEO της Exxon Mobil με βαθιά γνώση των ενεργειακών ισορροπιών στην περιοχή) ή ο Γκάρι Κον (στέλεχος της Goldman Sachs με εμπλοκή στα swaps επί Σημίτη και στο σχέδιο διάσωσης του 2009-2010), έχουν αναμφίβολα ενδιαφέρον, δεν σημαίνουν, όμως, και κάποια θετική στάση της νέας διοίκησης της Ουάσιγκτον ως προς την Ελλάδα.
Το εγχώριο πολιτικό σύστημα παρακολουθεί τις εξελίξεις αμήχανα δίχως, όμως, εδραιωμένους διαύλους επικοινωνίας και επιρροής. Κι ακόμα χειρότερα, παλινδρομεί ανάμεσα σε μικροπολιτικές επιδιώξεις που υπονομεύουν το μείζον. Και το μείζον αυτή τη στιγμή είναι η εκπόνηση ενός εθνικού σχεδιασμού. Γεωπολιτικού, ήτοι προσδιορισμού του ρόλου της χώρας που αυτή τη στιγμή είναι σχεδόν μονοσήμαντα προσανατολισμένος στην Ευρώπη και ειδικότερα στη Γερμανία, αλλά και αναπτυξιακού, δηλαδή αναζήτησης πλαισίου προσέλκυσης επενδύσεων και σκιαγράφησης της τοποθέτησης της ελληνικής οικονομίας στο διεθνές στερέωμα.
Η κυβέρνηση αναζητά εναγωνίως το κλείσιμο της αξιολόγησης σε πείσμα του Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε, χωρίς σαφή σχέδιο εξόδου, και η αξιωματική αντιπολίτευση ποντάρει στην πολιτική αστάθεια επιδιώκοντας εκλογές που κατά βάθος γνωρίζει πως δεν θα επιλύσουν κανένα πρόβλημα.
Όλα αυτά δεν οδηγούν πουθενά. Παρότι είναι ουτοπικό να αναζητά κανείς από ένα “αυτιστικό” πολιτικό σύστημα να γίνει, αίφνης, εξωστρεφές, η ανάγκη πρέπει να επισημανθεί. Μια πρωτοβουλία συνεννόησης έναντι των ανατροπών που έρχονται ταχύτατα είναι απαραίτητη. Αλέξης Τσίπρας και Κυριάκος Μητσοτάκης αλλά και όλοι οι πολιτικοί αρχηγοί οφείλουν να συνομιλήσουν για την πορεία της χώρας μέσα σε αυτό το ταραγμένο περιβάλλον.
Θα το πράξουν; Δύσκολα. Αλλά όσοι διαθέτουν δημόσιο λόγο και εθνική “ματιά” οφείλουν να το επισημαίνουν…