Η κυβέρνηση έκανε, σήμερα, δια του εκπροσώπου Δημήτρη Τζανακόπουλου, μια κίνηση προς εξομάλυνση των αντιθέσεων με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, προκειμένου να απεγκλωβιστεί η διαδικασία ολοκλήρωσης της αξιολόγησης. Η ρήση του κυβερνητικού εκπροσώπου για επέκταση του “κόφτη” και μετά το 2018, αυτό ακριβώς το νόημα είχε. Να διασφαλιστεί, δηλαδή, το ΔΝΤ ότι η μη επίτευξη των υψηλών πλεονασμάτων -κάτι που το Ταμείο θεωρεί δεδομένο- θα φέρει πρόσθετα μέτρα, και από την άλλη να αποφύγει η Αθήνα να αναλάβει τώρα τη δέσμευση (και ακόμα περισσότερο να νομοθετήσει) γι αυτά τα μέτρα.
Είναι επαρκής αυτή η κίνηση; Πιθανότατα, όχι. Αλλά πολιτικά, η κυβέρνηση δεν θα μπορούσε, αυτή την ώρα, να προσφέρει κάτι περισσότερο, εάν θέλει, φυσικά, να αποφύγει μια “ηρωϊκή έξοδο” με εκλογές.
Η άλλη λύση θα ήταν η οριστική αποχώρηση του Ταμείου και η έναρξη ενός νέου γύρου (πολύμηνων;) διαπραγματεύσεων με στόχο τη συμφωνία ενός νέου μεγαλύτερης διάρκεια Μνημονίου μεταξύ της κυβέρνησης και των Ευρωπαίων δανειστών.
Το δίλημμα το έθεσε ο ίδιος ο ενορχηστρωτής των παρασκηνιακών διαβουλεύσεων, υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ξεκαθαρίζοντας ότι προτιμά την παραμονή του ΔΝΤ στο Ελληνικό πρόγραμμα και ως εκ τούτου τη λήψη επιπλέων μέτρων.
Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών δεν κινείται εν αγνοία του ΔΝΤ.Είναι προφανές πως Σόϊμπλε και Πολ Τόμσεν κινούνται σε απόλυτη συνεννόηση. Ο δεύτερος αξιοποιεί το …κενό Τραμπ και δρα ως επικεφαλής του Ταμείου, ενώ ο πρώτος εμφανίζεται να πιέζει την Αθήνα για να κρατήσει το ΔΝΤ “εντός παιδιάς” και, από την άλλη, στέλνει μηνύματα στο κόμμα του ενόψει των γερμανικών εκλογών.
Τα μέτρα είναι αυτά που ο ίδιος ο Πόλ Τόμσεν τα έχει καταγράψει σε δύο άρθρα του και προ ημερών υπενθύμισε ο εκπρόσωπος του Ταμείου Τζέρι Ράις. Διεύρυνση της φορολογικής βάσης (νέα μείωση αφορολόγητου, κατάργηση φοροαπαλλαγών) και μεγαλύτερες περικοπές στις υφιστάμενες συντάξεις, με στόχο να επιτευχθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% του ΑΕΠ.
Ειδικά οι δύο πρόσφατες παρεμβάσεις του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, όπως και οι χθεσινές δηλώσεις του επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ, ο οποίος θεωρείται ότι κινείται απόλυτα στη γραμμή Σόιμπλε, καθιστούν ξεκάθαρο ότι ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών βρίσκεται πολύ κοντά σε συμφωνία με το ΔΝΤ, προκειμένου το Ταμείο να παραμείνει στο πρόγραμμα.
Και αυτό γιατί από Ευρωπαϊκούς κύκλους θεωρείται ότι ο κ. Σόιμπλε δεν θα επιτρέψει να προκληθούν προεκλογικά νέες συζητήσεις περί λανθασμένης Γερμανικής επιλογής σχετικά με την εμπλοκή του Ταμείου το προγράμματα «διάσωσης» εάν αυτό αναγκαστεί να αποχωρήσει πρίν το τέλος των Μνημονίων.
Η ελληνική απόφαση
Η κυβέρνηση καλείται να διαλέξει μεταξύ δύο ιδιαίτερα δημοσιονομικά δύσκολων και πολιτικά επικίνδυνων λύσεων οι οποίες προτείνονται από την πλευρά των δανειστών ως όρος για την επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων. Από τις επαφές των προηγούμενων ημερών που είχε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος σε Παρίσι και Βρυξέλλες η Ελληνική πλευρά κατάφερε να αποσπάσει μόνο τη «συμπάθεια» των συνομιλητών της.
Συμμαχίες δεν μπορεί εύκολα να αναμένει κανείς. Η Κομισιόν βρίσκεται κι αυτή στο στόχαστρο του Σόϊμπλε (επιθυμεί την αντικατάσταση της Επιτροπής από τον ESM για τον δημοσιονομικό έλεγχο στην Ευρωζώνη), η δε Γαλλία βρίσκεται κι αυτή σε τροχιά εκλογών που πιθανότατα θα φέρουν στα Ηλύσια Πεδία τον Φρανσουά Φιγιόν.
Υπό αυτές τις συνθήκες το οικονομικό επιτελείο προετοιμάζει την εναλλακτική του πρόταση, στο πλαίσιο των απαιτήσεων του ΔΝΤ επιχειρώντας ωστόσο να αποφύγει την ψήφιση των μέτρων από τη Βουλή.
Το νέο ορόσημο για μια πολιτική συμφωνία επί της δεύτερης αξιολόγησης είναι η συνεδρίαση του Eurogroup στις 20 Φεβρουαρίου. Η Αθήνα επιθυμεί να μη χαθεί και αυτό το ορόσημο προκειμένου να προλάβει τη συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας το Μάρτιο όπου θα συζητηθεί το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Περισσότερο όμως στην κυβέρνηση επιθυμούν μια γρήγορη λύση προκειμένου να μην υλοποιηθεί ο σχεδιασμός Σόιμπλε για μια μακρόσυρτη διαπραγμάτευση η οποία θα καταλήξει το καλοκαίρι επαναφέροντας στο προσκήνιο τον «εφιάλτη» της ταμειακής ασφυξίας.
Αντίστοιχη επιθυμία, για διαφορετικούς λόγους, έχει και ένα σημαντικό μέρος των δανειστών. Αρκετοί παράγοντες από την πλευρά των Ευρωπαίων, βλέπουν ότι η παράταση της Ελληνικής εκκρεμότητες μετά το Μάρτιο ενδέχεται να προκαλέσει προβλήματα στον εκλογικό κύκλο που ξεκινά σε Ολλανδία, Παρίσι και φυσικά το Βερολίνο.
Αρκετοί είναι και αυτοί που δηλώνουν την ανησυχία τους σχετικά με την στάση που θα κρατήσει το Ταμείο μετά την ανάληψη της προεδρίας των ΗΠΑ από τον Ντόναλντ Τράμπ, με αποτέλεσμα να πιέζουν για την επίσπευση των διαδικασιών.
Ωστόσο, το χρόνο ρυθμίζει ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και οι κινήσεις του έως τώρα δεν δείχνουν ότι βιάζεται να κλείσει το Ελληνικό ζήτημα καθώς εκτιμά ότι ασκώντας πιέσεις κερδίζει «πόντους» στο εσωτερικό της χώρας του εν μέσω προεκλογικής περιόδου.
Πηγή: thehuffingtonpost.gr