Τους πολιτικούς συντάκτες για όλα τα τρέχοντα ζητήματα και κυρίως για τις αποφάσεις του Eurogroup της Δευτέρας ενημερώνει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.
«Η συμφωνία του Eurogroup συνιστά το πλέον καθοριστικό βήμα για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης,» τόνισε ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος και τόνισε από 1/1/2019 θα νομοθετηθούν και θα ισχύουν και τα μέτρα και τα αντισταθμιστικά.
«Οι θεσμοί επιστρέφουν μετά την Καθαρή Δευτέρα και έχουμε στόχο την ολοκλήρωση της αξιολόγησης το ταχύτερο δυνατόν», σημείωσε μεταξύ άλλων.
Επισήμανε παράλληλα ότι «είναι η ώρα για την Γερμανία να βαδίσει στο δρόμο του ρεαλισμού ενώ η ελληνική πλευρά αναμένει από το γερμανικό υπουργείο οικονομικών να κάνει πίσω στην απαίτηση των πρωτογενών πλεονασμάτων την επόμενη δεκαετία».
Αναλυτικά:
Η συμφωνία του Eurogroup συνιστά το πλέον καθοριστικό βήμα για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, τόνισε ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος κατά την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών.
Κατηγόρησε τη ΝΔ ότι δεν επηρεάζεται από αυτές τις θετικές εξελίξεις και ότι επιμένει σε μια παράδοξη γραμμή αμφισβήτησης της ίδιας της πραγματικότητας, συνεχίζοντας να επενδύει στην αποτυχία. Τόνισε πως όσο θα διαψεύδεται το καταστροφολογικό σενάριο της, τόσο θα αυξάνεται η στρατηγική αμηχανία της. Είπε ότι θα ήταν καλύτερα η ΝΔ να στηρίξει την προσπάθεια που καταβάλει η κυβέρνηση για γρήγορο και με όσο το δυνατόν καλύτερο αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης και πως μια τέτοια στάση θα ήταν περισσότερο θετική.
Μετά την καταρχήν συμφωνία στο Eurogroup με την οποία επιστρέφουν τα τεχνικά κλιμάκια στην Αθήνα μετά την Καθαρά Δευτέρα προκειμένου να ολοκληρωθεί η τεχνική συμφωνία, «εισερχόμαστε σε μια εξίσου κρίσιμη φάση της διαπραγμάτευσης: αυτή για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος και για τα πρωτογενή πλεονάσματα».
Αυτό επισήμανε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, τονίζοντας ότι μετά τη χθεσινή πρόοδο, με υποχωρήσεις από όλες τις πλευρές, «τώρα είναι η ώρα και για τη Γερμανία να βαδίσει στο δρόμο του ρεαλισμού». Σε αυτό το πλαίσιο, σημείωσε ο Δημήτρης Τζανακόπουλος, «αναμένουμε και από το γερμανικό ΥΠΟΙΚ να κάνει πίσω από την παράλογη απαίτηση για πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% για μια δεκαετία» και να υιοθετήσει μια εποικοδομητική στάση ώστε να συμφωνηθεί η μεσοπρόθεσμη ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.
Υπογράμμισε ότι παραμένει στόχος της κυβέρνησης μία συνολική συμφωνία ώστε το 2018 η χώρα να αναχρηματοδοτεί το χρέος της χωρίς στήριξη από τον επίσημο τομέα.
Η εισαγωγική τοποθέτηση του κυβερνητικού εκπροσώπου:
Η χθεσινή συνεδρίαση του Eurogroup κατέληξε σε μια καταρχήν συμφωνία ανάμεσα στην ελληνική κυβέρνηση και τους επικεφαλής των θεσμών.
Στο πλαίσιο αυτό προσδιορίστηκαν οι βασικές αρχές που θα διέπουν την τεχνική συμφωνία που θα επέλθει μετά τη διαπραγμάτευση σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων στην Αθήνα και θα οδηγήσει στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης.
Από τη χθεσινή συμφωνία προκύπτουν τα εξής:
Πρώτον: επιστρέφουν τα τεχνικά κλιμάκια στην Αθήνα αμέσως μετά την Καθαρά Δευτέρα, για να ολοκληρωθεί η τεχνική συμφωνία το ταχύτερο δυνατόν.
Δεύτερον: Η θέση της ελληνικής κυβέρνησης για ούτε ένα ευρώ επιπλέον λιτότητα, έγινε σεβαστή και αποδεκτή από όλους.
Η νομοθέτηση μεταρρυθμίσεων που θα εφαρμοστούν από 1.1.2019, γίνεται υπό την προϋπόθεση ότι αυτές θα έχουν μηδενικό δημοσιονομικό αντίκτυπο. Αυτό πρακτικά
σημαίνει ότι για κάθε ευρώ επιβάρυνσης θα υπάρχει και ένα ευρώ ελάφρυνσης.
Τρίτον: Δεν είναι πλέον στην ατζέντα της συζήτησης η απαίτηση για 4,5 δισεκατομμύρια ευρώ επιπλέον μέτρα το 2019.
Τέταρτον: Διαμορφώνεται η δυνατότητα επιστροφής της εργασιακής κανονικότητας, με την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, πριν το τέλος του τρέχοντος προγράμματος, στη βάση του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου.
Η συμφωνία του χθεσινού Eurogroup συνιστά το πλέον αποφασιστικό βήμα για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης.
Το βασικό μήνυμα έχει δοθεί και είναι η επαναφορά της σταθερότητας, το οριστικό τέλος των κινδυνολογικών και καταστροφικών σεναρίων και η εμπέδωση της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία.
Ωστόσο, η στάση της ΝΔ δεν φαίνεται να επηρεάζεται από αυτές τις θετικές εξελίξεις.
Η αξιωματική αντιπολίτευση, όχι μόνο δεν χαιρέτισε την χθεσινή συμφωνία αλλά επιμένει σε μια παράδοξη γραμμή αμφισβήτησης των γεγονότων, σε μια παράδοξη γραμμή αμφισβήτησης της ίδιας της πραγματικότητας.
Αρνείται με πείσμα ότι χθες υπήρξε επί της αρχής συμφωνία μεταξύ των θεσμών και της ελληνικής κυβέρνησης και όπως κατά την περίοδο της α΄ αξιολόγησης έτσι και σήμερα συνεχίζει να επενδύει στην αποτυχία.
Είναι κατανοητό ότι όσο το καταστροφολογικό σενάριο της θα διαψεύδεται, τόσο θα αυξάνεται η πολιτική της αμηχανία και θα γίνεται εμφανές το στρατηγικό της αδιέξοδο.
Θα ήταν όμως πιθανά καλύτερο για την αξιωματική αντιπολίτευση αλλά και για τον κύριο Μητσοτάκη, να αφήσουν την κινδυνολογία και τον καταστροφολογικό παροξυσμό τους και να στηρίξουν όσο είναι καιρός την μεγάλη προσπάθεια που καταβάλλει η ελληνική κυβέρνηση, ώστε πολύ σύντομα να υπάρξει και οριστική τεχνική συμφωνία χωρίς επιβαρύνσεις για τα ελληνικά νοικοκυριά.
Μια τέτοια στάση θα ήταν περισσότερο θετική και για την ελληνική οικονομία αλλά και για την ίδια την ΝΔ, καθώς είναι η μοναδική πολιτική επιλογή που δεν θα την οδηγήσει για άλλη μια φορά στη διάψευση.
Η χθεσινή συμφωνία επετεύχθη επειδή τόσο η ελληνική πλευρά και οι Ευρωπαϊκοί θεσμοί όσο και το ΔΝΤ, έκαναν βήματα ώστε να γεφυρωθούν οι διαφορές οι οποίες αφορούσαν τις δημοσιονομικές προβλέψεις για την περίοδο μετά τη λήξη του προγράμματος.
Τώρα όμως, εισερχόμαστε σε μια εξίσου κρίσιμη φάση της διαπραγμάτευσης. Εκείνη που σχετίζεται με τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος και τον προσδιορισμό των πρωτογενών πλεονασμάτων.
Είναι προφανές ότι μετά την πρόοδο που επετεύχθη στο χτεσινό Eurogroup, με υποχωρήσεις από όλες τις πλευρές, είναι τώρα η ώρα και για τη Γερμανία να βαδίσει στο δρόμο του ρεαλισμού.
Αναμένουμε επομένως και από το Γερμανικό Υπουργείο Οικονομικών, να κάνει πίσω από την παράλογη απαίτηση για πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% για μια δεκαετία και να υιοθετήσει μια εποικοδομητική στάση ώστε να καταστεί εφικτή, μια συμφωνία για την μεσοπρόθεσμη ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.
Αυτός εξάλλου είναι και ο τρόπος για την οριστική εμπέδωση της σταθερότητας και της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία που θα ανοίξει και το δρόμο για την ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
Στόχος της ελληνικής κυβέρνησης παραμένει μία συνολική συμφωνία, η οποία θα δώσει την απαραίτητη ώθηση στην ελληνική οικονομία έτσι ώστε η Ελλάδα να βγει από τον κύκλο των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής, να επιστρέψει σταδιακά στις αγορές χρήματος και να αποκτήσει τη δυνατότητα με τη λήξη του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018, να αναχρηματοδοτεί το χρέος της χωρίς δανεισμό από τον επίσημο τομέα.