Στόχος της ελληνικής κυβέρνησης είναι μέχρι το eurogroup της 20ης Μάρτη να έχουν ολοκληρωθεί οι συζητήσεις για το SLA και να έχουν γεφυρωθεί οι όποιες διαφορές απομένουν σε σχέση με την αλλαγή του δημοσιονομικού μείγματος για την περίοδο μετά το 2019, τόνισε ο Δημήτρης Τζανακόπουλος.
Για πρώτη φορά μετά από μια οχταετία είμαστε πολύ κοντά σε μια συνολική λύση που δεν θα μεταθέτει το πρόβλημα αλλά θα δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την οριστική έξοδο από τα μνημόνια και την επιτροπεία, σημείωσε ο Δημήτρης Τζανακόπουλος.
Ασκώντας κριτική στη ΝΔ, είπε ότι «είναι εξάλλου ακριβώς για το λόγο αυτό που η αντιπολιτευτική τακτική της ΝΔ η οποία ζητούσε το άρον-άρον κλείσιμο της αξιολόγησης χωρίς να έχει επιτευχθεί συνολική λύση αποδεικνύεται κοντόφθαλμη αλλά και ανεύθυνη».
Σε διάψευση των προσδοκιών του κ. Μητσοτάκη, βαδίζουμε προς μία συμφωνία με τους θεσμούς σαφώς καλύτερη από αυτή που μας καλούσε να υπογράψουμε, τόνισε ο Δημήτρης Τζανακόπουλος.
Διερωτήθηκε εάν «ο κος Μητσοτάκης θα ψηφίσει την συμφωνία συμπεριλαμβανομένων των μέτρων ελάφρυνσης ή αν θα ξανακάνει το λάθος του Δεκεμβρίου όταν δεν ψήφισε το μέτρο για την ενίσχυση των χαμηλοσυνταξιούχων με 617 εκατομμύρια ευρώ».
Αναλυτικά, η εισαγωγική τοποθέτηση του κυβερνητικού εκπροσώπου:
Η ελληνική κυβέρνηση συνεχίζει να εργάζεται για την ολοκλήρωση των τεχνικών διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς.
Τις τελευταίες μέρες σημειώθηκε πρόοδος, η οποία συνεχίστηκε και χθες, καθώς ολοκληρώθηκε η συζήτηση για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό.
Επίσης, πρόοδος έχει σημειωθεί και στη συζήτηση για τα μέτρα και τα αντίμετρα που αφορούν την περίοδο μετά τη λήξη του προγράμματος. Ειδικά σε ότι αφορά τα θετικά μέτρα, είτε πρόκειται για φορολογικές ελαφρύνσεις είτε για αύξηση κοινωνικών δαπανών, είμαστε πολύ κοντά σε συμφωνία.
Διαφορές παραμένουν ακόμα μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και του ΔΝΤ, στο ζήτημα των εργασιακών και συγκεκριμένα σε σχέση με την αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Οι διαπραγματεύσεις θα συνεχιστούν και σήμερα με την επόμενη συνάντηση να έχει οριστεί για τις 14:00 το μεσημέρι, ενώ το Euroworking Group θα γίνει με τηλεδιάσκεψη καθώς οι επικεφαλής των θεσμών βρίσκονται ακόμη στην Αθήνα.
Στόχος της ελληνικής κυβέρνησης είναι μέχρι το Eurogroup της 20ης Μάρτη, να έχουν ολοκληρωθεί οι συζητήσεις για το SLA και να έχουν γεφυρωθεί οι όποιες διαφορές απομένουν σε σχέση με την αλλαγή του δημοσιονομικού μείγματος για την περίοδο μετά το 2019.
Επαναλαμβάνουμε ότι βασική αρχή της συμφωνίας είναι πως όποια μέτρα συμφωνηθούν για την περίοδο μετά το 2019 θα έχουν μηδενικό δημοσιονομικό αντίκτυπο, υπό την προϋπόθεση ότι θα επιτευχθεί και ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% το 2018. Ενώ όλα τα μέτρα, θετικά και αρνητικά, θα νομοθετηθούν ταυτόχρονα.
Επιδίωξη όλων των πλευρών, δεν είναι απλώς και μόνο η ολοκλήρωση της τεχνικής συμφωνίας αλλά η επίτευξη μιας συνολικής λύσης που θα περιλαμβάνει τόσο τον προσδιορισμό των στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα από το 2019, όσο και των μεσοπρόθεσμων μέτρων που θα απαιτηθούν ώστε το ελληνικό χρέος να καταστεί βιώσιμο.
Είναι ακριβώς αυτή η συνολική λύση που θα επιτρέψει και την πρόσβαση της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, το οποίο θα ενισχύσει την ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών, θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη, θα υποτιμήσει τον κίνδυνο και θα σηματοδοτήσει την οριστική επιστροφή της χώρας στην ευρωπαϊκή κανονικότητα, ανοίγοντας το δρόμο για την επιτυχημένη έξοδο στις αγορές χρήματος.
Για πρώτη φορά λοιπόν μετά από μια οχταετία, είμαστε πολύ κοντά σε μια συνολική λύση που δεν θα μεταθέτει το πρόβλημα, αλλά θα δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την οριστική έξοδο από τα μνημόνια και την επιτροπεία.
Είναι εξάλλου ακριβώς για το λόγο αυτό που η αντιπολιτευτική τακτική της ΝΔ η οποία ζητούσε το άρον-άρον κλείσιμο της αξιολόγησης, χωρίς να έχει επιτευχθεί συνολική λύση, αποδεικνύεται κοντόφθαλμη αλλά και ανεύθυνη.
Διότι το ζήτημα δεν είναι απλώς το πότε θα κλείσουμε αλλά και το πώς θα κλείσουμε.
Η ΝΔ μας ζητούσε λοιπόν, να κάνουμε τη χειρότερη από τις δυνατές επιλογές.
Να αποδεχτούμε άνευ ετέρου τα μέτρα που από τον Δεκέμβρη του 2015 ζητούσε το ΔΝΤ, αλλά και να ολοκληρώσουμε τη συμφωνία χωρίς να εξασφαλίσουμε μια συνολική λύση.
Αποδείχτηκε λοιπόν εκ των πραγμάτων ότι η θέση της δεν ήταν απλώς λανθασμένη αλλά και οικονομικά και κοινωνικά καταστροφική.
Θα οδηγούσε στη μετάθεση για άλλη μια φορά του προβλήματος, με ευκαιριακό κέρδος δύο ή τριών μηνών σχετικής και εύθραυστης σταθεροποίησης, ενώ στη συνέχεια το πρόβλημα θα ξαναεμφανιζόταν και μάλιστα πολύ πιο έντονο.
Είναι ακριβώς η συνειδητοποίηση αυτή εκ μέρους τους, ότι δηλαδή βαδίζουμε προς μια συνολική λύση, που έχει εντείνει το στρατηγικό αδιέξοδο της Νέας Δημοκρατίας.
Από το πάγιο αίτημα για εκλογές, μετά την επίσκεψη του στο Βερολίνο ο πρόεδρος της ΝΔ ξεκίνησε να μιλά αορίστως για ανάγκη πολιτικής αλλαγής, για να φτάσει στην πλήρη αφωνία των τελευταίων ημερών.
Είναι φανερό ότι ο κ. Μητσοτάκης, έχοντας επενδύσει για δεύτερη φορά σε ένα χρόνο που ηγείται της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην καταστροφή και στο ναυάγιο, αναζητά τώρα τις εσωτερικές του ισορροπίες αλλά και ένα νέο αφήγημα.
Διότι σε διάψευση των προσδοκιών του βαδίζουμε προς μία συμφωνία με τους θεσμούς σαφώς καλύτερη από αυτή που μας καλούσε να υπογράψουμε.
Αυτό που απομένει να δούμε είναι αν ο κ. Μητσοτάκης θα ψηφίσει τη συμφωνία, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων ελάφρυνσης ή αν θα ξανακάνει το λάθος του Δεκεμβρίου του 2016, όταν δεν ψήφισε το μέτρο για την ενίσχυση των χαμηλοσυνταξιούχων με 617 εκατομμύρια ευρώ.
Επιτρέψτε μου πάντως την πρόβλεψη, ότι ο κος Μητσοτάκης δεν θα επαναφέρει σύντομα το αίτημα του για εκλογές.