Το ροκ εν ρολ έχασε χθες Σάββατο έναν από τους ανθρώπους που το έπλασαν: ο κιθαρίστας, συνθέτης και τραγουδιστής Τσακ Μπέρι, ο οποίος απεβίωσε σε ηλικία 90 ετών, μπορούσε να καυχηθεί πως άλλαξε την ιστορία της μουσικής.
Ο Τσαρλς Έντουαρντ Άντερσον Μπέρι ο πρεσβύτερος βρέθηκε άψυχος από νοσοκόμους μέσα στο σπίτι του, όπου έσπευσαν έπειτα από μια τηλεφωνική κλήση σε κέντρο άμεσης βοήθειας. Οι προσπάθειές τους να τον επαναφέρουν δεν είχαν αποτέλεσμα. Ο θάνατός του κηρύχθηκε στις 13:26 τοπική ώρα (20:26 ώρα Ελλάδας), όπως διευκρίνισε η αστυνομία της κομητείας Σεντ Τσαρλς (Μιζούρι, κεντρικές ΗΠΑ) σε μια ανάρτησή της στον ιστότοπο κοινωνικής δικτύωσης Facebook.
«Μετά λύπης η αστυνομική διεύθυνση της κομητείας Σεντ Τσαρλς επιβεβαιώνει τον θάνατο του Τσαρλς Έντουαρντ Άντερσον Μπέρι του πρεσβύτερου, που ήταν πιο γνωστός ως ο θρυλικός μουσικός Τσακ Μπέρι», ανέφερε η ανάρτηση, αποτίοντας τον πρώτο μεταθανάτιο πια φόρο τιμής στον καλλιτέχνη.
Η οικογένεια απηύθυνε έκκληση να αντιμετωπιστεί με σεβασμό από τα μέσα ενημέρωσης καθώς πενθεί.
Τα αίτια του θανάτου του τραγουδιστή δεν αποκαλύφθηκαν από την αστυνομία.
Ο Τσακ Μπέρι αφήνει πίσω του ένα τεράστιο έργο, από το «Maybellene» ως το «Roll Over Beethoven» κι από το «Johnny B. Goode» ως το «Sweet Little Sixteen», τραγούδια που επηρέασαν γενιές ολόκληρες μουσικών.
Παρότι είναι ο Έλβις Πρίσλεϊ αυτός που έμεινε γνωστός ως ο «βασιλιάς» του ροκ εν ρολ, τον τίτλο άξιζε εξίσου ο Τσακ Μπέρι, η επιρροή του οποίου υπήρξε μνημειώδης σε κάθε παιδί που έπαιρνε στα χέρια μια κιθάρα κι ονειρευόταν να γίνει αστέρι της μουσικής?από τον Πολ Μακάρτνεϊ και τον Τζον Λένον ως τον Κιθ Ρίτσαρντς και τον Μπρους Σπρίνγκστιν. Ο Μπομπ Ντίλαν τον είχε αποκαλέσει κάποτε ούτε λίγο ούτε πολύ «τον Σέξπιρ του ροκ εν ρολ».
Αν χρειαζόταν κάποια απόδειξη για το πόσο μεγάλη ήταν η επίδραση του, αυτή την καταθέτουν οι ομότεχνοί του: από τον Μπρους Σπρίνγκστιν ?με τον οποίο ο Τσακ Μπέρι είχε στενή φιλική σχέση? που τον αποκάλεσε τον «σημαντικότερο κιθαρίστα και συνθέτη του ροκ εν ρολ που έζησε ποτέ», ως τον Μικ Τζάγκερ, που τον ευχαρίστησε «για τη μουσική που μας χάρισε, που μας ενέπνευσε», κι από τον Λένι Κράβιτς, που αναφώνησε «δόξα, δόξα σοι Τσακ Μπέρι, χωρίς εσένα κανένας από μας δεν θα ήταν εδώ» ως τον Ρίνγκο Σταρ, που αποκάλεσε τον εκλιπόντα «τον κύριο Ροκ εν Ρολ», οι αναρτήσεις διάσημων μουσικών στο Twitter διαδέχονται η μια την άλλη.
«Αν ήθελες να δώσεις στο ροκ εν ρολ ένα άλλο όνομα», είχε δηλώσει κάποτε ο Τζον Λένον, «θα μπορούσες να το πεις “Τσακ Μπέρι”».
Όταν ο Ρίτσαρντς είχε αναγγείλει την εμφάνιση επί σκηνής του καλλιτέχνη που θα εντασσόταν στο Rock and Roll Hall of Fame εν έτει 1986 πια, είχε πει: «μου είναι πολύ δύσκολο να μιλήσω για τον Τσακ Μπέρι, επειδή έχω αντιγράψει κάθε νότα που έχει παίξει ποτέ. Αυτός είναι ο κύριος που τα ξεκίνησε όλα».
Συνθέτης και ερμηνευτής δεκάδων κλασικών ροκ κομματιών, ο Τσακ Μπέρι έγραψε τα περισσότερα τραγούδια του τις δεκαετίες του 1950, του 1960 και του 1970, ενώ απέκτησε μεγάλη φήμη και για τη σκηνική του παρουσία?ήταν γνωστός με το παρατσούκλι «Crazy legs».
Γεννημένος την 18η Οκτωβρίου 1926 στο Σεντ Λούις, έμαθε να παίζει κιθάρα σε ρυθμούς τζαζ όταν ήταν παιδί. Έπιασε δουλειά σε κουρείο, παντρεύτηκε, έγινε πατέρας, και συμπλήρωνε το εισόδημά του παίζοντας κιθάρα με μια μπάντα σε κλαμπ, όπου τον ανακάλυψε ο Μάντι Γουότερς, ο θρύλος της μπλουζ, και του πρότεινε να απευθυνθεί σε μια δισκογραφική εταιρεία.
https://youtu.be/cU0nQu0_txw
Στα τέλη της δεκαετίας του ?50 η επιτυχία του ήταν τεράστια, τα τραγούδια του ακούγονταν παντού, και ο μαύρος καλλιτέχνης είχε γίνει ήρωας της λευκής νεολαίας που το ροκ την είχε συναρπάσει?και αυτό παρότι ο φυλετικός διαχωρισμός στις ΗΠΑ παρέμενε ακόμα κραταιός. Αλλά στην καριέρα του μπήκε φρένο όταν καταδικάστηκε το 1961 σε φυλάκιση δυόμισι χρόνων για μια υπόθεση ηθών: κατηγορήθηκε ότι μετέφερε μια ανήλικη ιθαγενή, μια 14χρονη σερβιτόρα, από μια Πολιτεία σε μια άλλη με «ανήθικους» σκοπούς. Εξέτισε ενάμισι χρόνο.
Για πολλούς, η καταδίκη του Τσακ Μπέρι από ένα σώμα αποκλειστικά λευκών ενόρκων ήταν κάτι σαν προειδοποίηση προς τους Αφροαμερικανούς καλλιτέχνες.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ