Οι δημοκρατίες οικοδομούνται αναμφισβήτητα στην ισορροπία μεταξύ πλειοψηφίας και μειοψηφίας. Η δεύτερη αποδέχεται την ισχύ της πρώτης και η πρώτη λαμβάνει υπόψη της τη διακριτή συμπεριφορά της δεύτερης. Αυτά, βεβαίως, αφορούν κατά κύριο λόγο τις δημοκρατίες της Δύσης -και όχι μόνο. Το κρίσιμο ερώτημα είναι εάν αφορούν την Τουρκία μετά το χθεσινό δημοψήφισμα.
Η οριακότητα της νίκης του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είναι ίσως το μικρότερο πρόβλημα της Τουρκίας. Ακόμα και η αμφισβήτηση του αποτελέσματος (με το αίτημα για επανακαταμέτρηση του 60% των ψήφων) από τους Κεμαλιστές δεν πρέπει να θεωρείται μείζον εμπόδιο μπροστά σε όσα είναι πιθανό να ακολουθήσουν.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προωθεί -και μάλιστα με άμεση ισχύ όπως διευκρίνισε- την αλλαγή των άρθρων του Συντάγματος ώστε να αποκτήσει υπερεξουσίες που θα μετατρέψουν τη γειτονική χώρα σε μία “εκλεπτυσμένη απολυταρχία” παραγνωρίζοντας τις συνιστώσες της “νέας Τουρκίας” που ανέδειξε το δημοψήφισμα. Φυσικά, δεν πρόκειται, όντως, για μία νέα Τουρκία για όσους υπομονετικά παρατηρούσαν τις μεταλλάξεις, όμως πρόκειται για μία νέα πραγματικότητα που αποτυπώνεται, πλέον, και σε ένα (μετ)εκλογικό χάρτη.
- Ένας στους δύο Τούρκους λέει “όχι” στο συνταγματικό έκτρωμα του Ερντογάν (48,6%)
- Οι τρεις μεγαλύτερες πόλεις (Κωνσταντινούπολη, Άγκυρα, Σμύρνη) απορρίπτουν το σχέδιο. Πρόκειται για τις δύο πόλεις που εκπροσωπούν το ευρωπαικό- κοσμικό πρόσωπο της Τουρκίας και την πρωτεύουσα- κέντρο του πολιτικοστρατιωτικού κατεστημένου. Είναι χαρακτηριστικό πως οι συνοικίες της Κωνσταντινούπολης που είναι συνδεδεμένες με μεγάλες ποδοσφαιρικές δυνάμεις της Τουρκίας (και μάλιστα με πρωταγωνιστικό ρόλο στο …ευρωπαϊκό Champions Leaque) Φενέρ Μπαχτσέ, Μπεσίκτας και Γαλατά Σεράϊ, στήριξαν το “Όχι” σε ποσοστά που φθάνουν ακόμα και το 80%.
- Τα μικρασιατικά παράλια και η ενδοχώρα προς την Ευρώπη ψήφισαν “Όχι” σε μεγάλα ποσοστά.
- Οι περιοχές του “Όχι” αθροίζουν το 70% της οικονομίας της Τουρκίας και μάλιστα εκείνο το κομμάτι που προσέφερε μεγάλους ρυθμούς ανάπτυξης.
- Οι κουρδικές περιοχές και οι επαρχίες που γειτνιάζουν με το Ιράκ και τη Συρία καταψήφισαν επίσης τον Ερντογάν.
Τα στοιχεία αυτά, μεταξύ άλλων, επιβεβαιώνουν την διαίρεση της χώρας, ακριβέστερα την τριχοτόμησή της:
η Ανατολία (το πιο πτωχό και αναπτυξιακά καθυστερημένο τμήμα της Τουρκίας) και ορισμένες μεγάλες περιοχές της ενδοχώρας μετατρέπονται σε ένα “κάστρο” του Ερντογάν, η ευρωπαϊκή Τουρκία με τις δυτικότροπες συνήθειες, την επιχειρηματικότητα, τις ανοικτές κοινωνίες και την μεγάλη ανάπτυξη απορρίπτουν την σουλτανική καρικατούρα που οραματίζεται ο Τούρκος πρόεδρος και, φυσικά, οι κουρδικές επαρχίες έχουν ανοικτό “πόλεμο” μαζί του.
Αυτή δεν είναι μία αλλά τρεις Τουρκίες. Τρεις αντιφατικές μεταξύ τους ψηφίδες που είναι δύσκολο να ενωθούν σε ένα μωσαϊκό, ιδιαίτερα όταν ο ίδιος ο Ερντογάν διώκει, φυλακίζει και ενοχοποιεί τα πρότυπα ζωής, την κουλτούρα και τις συμπεριφορές των δύο τμημάτων της Τουρκίας που δεν τον στηρίζουν.
Οι πολιτικές του Ερντογάν προκαλούν κοινωνικά αποσχιστικές τάσεις και το χειρότερο είναι πως ο ίδιος δείχνει να μην το κατανοεί ή να μην τον ενδιαφέρει, εάν κρίνει κανείς και από την πρώτη ουσιαστικά δέσμευσή του μετά το δημοψήφισμα που ήταν η προαναγγελία νέου δημοψηφίσματος για την θανατική ποινή.
Η κατάσταση αυτή ενισχύει την προσέγγιση δυτικών αναλυτών που μιλούν για έναν απρόβλεπτο Ερντογάν αλλά και εκείνη του Έλληνα υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά που μιλά για μία “νευρική δύναμη”, όταν αναφέρεται στην Τουρκία.
Προκαλεί, ωστόσο, ανησυχία το γεγονός ότι και η Ευρώπη, από την άλλη πλευρά, δεν δείχνει να θέλει να μάθει πως να αντιμετωπίσει ορθολογικά αυτό τον πόλο αστάθειας που δημιουργείται στα ανατολικά σύνορά της και μέσα σε ένα εξαιρετικά ευαίσθητο και ναρκοθετημένο γεωπολιτικό πεδίο που ξεκινά από την Ανατολική Ευρώπη και φθάνει στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική.
Είναι χαρακτηριστικό πως μερικά από τα μεγαλύτερα ποσοστά του το “Ναι” τα επέτυχε στη Γερμανία, την Ολλανδία και το Βέλγιο. Σκεφτείτε το: οι Τούρκοι που διαμένουν και εργάζονται πολλά χρόνια στο Άμστερνταμ ή την Κολωνία ψήφισαν υπέρ του Ερντογάν με το ίδιο πάθος που ψήφισαν Τούρκοι σε μικρά χωριά της Ανατολίας.
Αυτό έχει προφανώς να κάνει με τον αυστηρό, ενίοτε και ρατσιστικό τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισαν την Τουρκία Ευρωπαίοι ηγέτες και αξιωματούχοι. Μπορεί -και το γράφαμε και παλαιότερα αυτό- ο Μαρκ Ρούτε να κέρδισε οριακά τις Ολλανδικές εκλογές υιοθετώντας εν μέρει την ατζέντα του ακροδεξιού Βίλντερς, οι Τούρκοι της Ολλανδίας, όμως ριζοσπαστικοποιήθηκαν και στήριξαν τον Ερντογάν. Το ίδιο συνέβη και στη Γερμανία, το Βέλγιο, την Αυστρία ενώ δεν συνέβη σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες που στάθηκαν πιο ανεκτικές απέναντι στην Τουρκία.
Ο συνδυασμός, λοιπόν, είναι εκρηκτικός:
- Ένας ηγέτης που θέλει να γίνει …Σουλτάνος και προτιμά να διαιρέσει την χώρα του προκειμένου να το επιτύχει,
- Ένας ηγέτης που προσπαθεί να επιβληθεί στη γεωπολιτική σκακιέρα με όρους ισχύος και ευκαιριακές συμμαχίες
- Μία ασταθής ζώνη από τη Ρωσία έως τη Μέση Ανατολή όπου αναδιατάσσονται οι συσχετισμοί μεταξύ ΗΠΑ- Ρωσίας,
- Ένα ανοικτό μέτωπο, αυτό της Συρίας, όπου ασκούνται συγκρουσιακές τακτικές
- Μία Ευρώπη που δεν διαθέτει ενιαία αντίληψη του τι είναι και τι θέλει να είναι η Τουρκία.