του Pierre Vimont
Οι προεδρικές εκλογές στη Γαλλία το 2017 θα είναι κρίσιμες για το μέλλον της χώρας. Το αποτέλεσμα θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια μεγάλη αναμόρφωση του πολιτικού τοπίου, με την άνοδο πολιτικών κομμάτων που δεν ήταν ξανά στην εξουσία
Ή θα μπορούσε να ευνοήσει την ανασυγκρότηση κατά μήκος των νέων διαχωριστικών γραμμών, που δεν είναι πια η Αριστερά εναντίον της Δεξιάς, αλλά μάλλον εκείνοι που προάγουν την οικονομική ανοχή και την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση έναντι των υποστηρικτών του προστατευτισμού του εμπορίου, της συνολικής απαγόρευσης της μετανάστευσης, και του τερματισμού της συμμετοχής της Γαλλίας στην ΕΕ.
Την ίδια στιγμή, αυτές οι εκλογές μοιάζουν όλο και περισσότερο ως η τελευταία ευκαιρία για τη Γαλλία να σταματήσει τη συνεχή οικονομική κάμψη των τελευταίων 20 ετών και να θεσπίσει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις που οι προηγούμενες κυβερνήσεις δεν είχαν πάρει στα σοβαρά. Η χώρα θα πρέπει επειγόντως να εκμεταλλευτεί αυτή την ευκαιρία.
Οι εκλογές αναμένεται να είναι μοναδικές, με άνευ προηγουμένου αντίκτυπο στο μέλλον των σχέσεων της Γαλλίας με την ΕΕ και πιθανώς στο μέλλον της ίδιας της Ευρώπης. Αναλόγως με το ποιος θα εκλεγεί πρόεδρος στον δεύτερο γύρο στις 7 Μαΐου, το αποτέλεσμα θα μπορούσε κάλλιστα να είναι η σταδιακή κατάρρευση της ΕΕ μετά από μια απόφαση της νέας γαλλικής κυβέρνησης να αποχωρήσει από την Ένωση -ή αντιθέτως, μια σημαντική επανέναρξη της ευρωπαϊκής ενοποίησης υπό την επιρροή μιας αναζωογονημένης ηγεσίας.
Για να γίνει το δεύτερο, πολλά θα εξαρτηθούν από την ικανότητα του νέου Γάλλου προέδρου να αποκαταστήσει τις οικονομικές επιδόσεις της χώρας και να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητά της. Εάν μπορεί να γίνει αυτό, η Γαλλία θα μπορούσε να βρεθεί με μια νέα αξιοπιστία και να θεωρηθεί ξανά ως ένας γνήσιος και σταθερός εταίρος στη συνεργασία με τη Γερμανία. Η ιστορία αποδεικνύει πόσο σημαντική έχει υπάρξει αυτή η συνεργασία σε όλη τη σημαντική πρόοδο που καταγράφηκε από την ΕΕ στο παρελθόν. Με νέο σθένος, το Παρίσι και το Βερολίνο θα μπορούσαν να διαλύσουν την αίσθηση τα τελευταία χρόνια ενός διδύμου που έχει χάσει την ορμή του και που θα μπορούσε να ανοίξει το δρόμο σε ένα σημαντικό επίτευγμα. Επιπλέον, η αναζωπυρωμένη επιρροή της Γαλλίας υπό την ηγεσία ενός πραγματικά φιλελεύθερου προέδρου, θα βοηθούσε την ένωση στην τρέχουσα συζήτηση για το μέλλον της -αν μη τι άλλο, με την παροχή καινοτόμων ιδεών, όπως έχει κάνει η Γαλλία στο παρελθόν.
Μια τέτοια θετική προοπτική μπορεί να ξεδιπλωθεί μόνο εάν το φιλοευρωπαϊκό στρατόπεδο κερδίσει τις εκλογές. Για την ώρα, τρεις τάσεις φαίνεται να συναγωνίζονται στην εκστρατεία. Η μία, που ενσωματώνεται κυρίως στο ακροδεξιό Εθνικό Μέτωπο της Marine Le Pen και σε μικρότερο βαθμό στην ακροαριστερά του Jean-Luc Melanchon, αντιτίθεται σθεναρά στην ΕΕ, ζητά να δοθεί τέλος στη συμμετοχή της Γαλλίας στην ευρωζώνη, και ζητά την αποχώρηση από την ΕΕ.
Μια δεύτερη, που υποστηρίζεται από τον κεντρώο Emmanuel Macron, είναι υπέρ της περισσότερης ευρωπαϊκής ενοποίησης μέσω της ενίσχυσης των μηχανισμών της ευρωζώνης και ενός σημαντικού άλματος προς τα εμπρός σε τομείς όπως η άμυνα, η κλιματική αλλαγή και η βιώσιμη ανάπτυξη.
Η τρίτη ομάδα, με επικεφαλής τον κεντροδεξιό υποψήφιο Francois Fillon και μερικούς άλλους, δίνει έμφαση στην ανάγκη για μια πιο ισορροπημένη θεσμική διαδικασία, η οποία σημαίνει λιγότερη εξουσία για τα θεσμικά όργανα των Βρυξελλών, και μεγαλύτερο ρόλο για τα κράτη-μέλη της ΕΕ.
Σπανίως το ευρωπαϊκό ζήτημα κατέχει μια τόσο σημαντική θέση στις πλατφόρμες των υποψηφίων όπως σε αυτή την προεκλογική εκστρατεία. Ωστόσο, παραδόξως, οι ίδιοι οι υποψήφιοι δεν φαίνεται να δείχνουν μεγάλη διάθεση για να συζητήσουν για την Ευρώπη. Αυτή η κατάσταση αντανακλά τόσο την αυξημένη σημασία που έχει αποκτήσει σταδιακά η Ευρώπη στη γαλλική πολιτική τα τελευταία 20 χρόνια, και τον ισχυρό διαχωριστικό παράγοντα που έχει γίνει για τα κυριότερα πολιτικά κόμματα. Από το δημοψήφισμα του 1992 για τη Συνθήκη του Μάαστριχτ μέχρι την ψηφοφορία το 2005 για το σχέδιο συντάγματος της ΕΕ, η Δεξιά και η Αριστερά παλεύουν, συχνά μάταια, για να διατηρήσουν την ενότητά τους όταν αντιμετωπίζουν την προοπτική της περισσότερης ή λιγότερης ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Η Ευρώπη έχει γίνει μία από τις κύριες διαχωριστικές γραμμές μεταξύ των υποψηφίων στην τρέχουσα προεκλογική εκστρατεία. Ωστόσο, αυτή η νέα πολιτική πραγματικά δεν πρέπει να παρερμηνευθεί: όσο οι Γάλλοι πολίτες μπορούν να είναι εξαιρετικά επικριτικοί για την τρέχουσα διαχείριση των ευρωπαϊκών θεμάτων και έντονα σκεπτικοί για ορισμένες από τις προτεινόμενες πτυχές της προόδου της ΕΕ, διατηρούν μια πραγματική δέσμευση στο ευρώ και στη συμμετοχή στην ΕΕ.
Σε αντίθεση με το βρετανικό δημοψήφισμα τον Ιούνιο του 2016 για τη συμμετοχή στην ΕΕ και καθώς ακόμη η αναμέτρηση είναι ανοιχτή, οι γαλλικές προεδρικές εκλογές δεν θα είναι η τελευταία λέξη στο ευρωπαϊκό ζήτημα. Μακρόχρονες πολιτικές μάχες μένουν ακόμη να ακολουθήσουν εάν οι υποστηρικτές της εξόδου της Γαλλίας από την ΕΕ κερδίσουν τις προεδρικές εκλογές. Στις βουλευτικές γαλλικές εκλογές τον Ιούνιο του 2017 το αντιευρωπαϊκό στρατόπεδο θα πρέπει να κερδίσει την πλειοψηφία και θα χρειαστεί και η διεξαγωγή ενός δημοψηφίσματος πριν να μπορέσει να συμβεί οποιοδήποτε Frexit.
Από αυτή την προοπτική, αυτό που είναι γνωστό για την τρέχουσα γαλλική κοινή γνώμη, υποδηλώνει ένα ανώμαλο δρόμο προς τα εμπρός εάν οι υποστηρικτές της εξόδου πάρουν κεφάλι στις προεδρικές εκλογές. Επιπλέον, τα διδάγματα που αντλήθηκαν από την ψηφοφορία για το Brexit είχαν μία επίδραση στη Γαλλία και έχουν ήδη αρχίσει να προκαλούν μια σκεπτικιστική τάση απέναντι σε οποιονδήποτε πειρασμό να ακολουθηθεί η πορεία του Ηνωμένου Βασιλείου.
Τέλος, πέρα από το ζήτημα της συμμετοχής της Γαλλίας στην ΕΕ βρίσκεται μια πολύ πιο σημαντική και μακροχρόνια πρόκληση για τον επόμενο Γάλλο πρόεδρο. Αντί να επιλέξει το Frexit, κάτι που ακόμη φαίνεται να απέχει πολύ από το μυαλό των περισσότερων Γάλλων ψηφοφόρων, ο νέος πρόεδρος θα πρέπει να αναλάβει την ευθύνη της διαχείρισης της μετάβασης σε μια νέα Ευρώπη, καθώς η ήπειρος αντιμετωπίζει την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ, την απειλή της ρωσικής πίεσης, και τη μη προβλεψιμότητα της νέας αμερικανικής κυβέρνησης. σπανίως οι υποψήφιοι γαλλικών προεδρικών εκλογών έχουν να αντιμετωπίσουν μια τέτοια φοβερή προοπτική και μια τέτοια επείγουσα ανάγκη να εκμεταλλευτούν την συνεργασία με τη Γερμανία, παρέχοντας παράλληλα εμπνευσμένη ηγεσία στην υπόλοιπη ΕΕ.
Σε όλες τις εκλογικές μάχες, συνήθως επικρατούν τα εγχώρια ζητήματα στην ατζέντα των ψηφοφόρων, και κάνουν τη διαφορά στο τέλος. Ωστόσο σε αυτές τις προεδρικές εκλογές, ίσως δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι η μελλοντική ισορροπία δυνάμεων στην Ευρώπη είναι αυτό που διακυβεύεται, ακόμη και αν το μεγαλύτερο μέρος του εκλογικού σώματος -και ίσως κάποιοι από τους υποψήφιους- δεν το γνωρίζουν.
Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ: http://carnegieeurope.eu/strategiceurope/68716?lang=en