Είναι η ψηφοθηρία υπεράνω της λογικής; Ο πολιτικός πρέπει να λαμβάνει αποφάσεις βασιζόμενος στις απόψεις ή ακόμα και τις σκοπιμότητες τμημάτων της κοινωνίας και συγκεκριμένων ομάδων συμφερόντων ή πρέπει νηφάλια να τοποθετείται έχοντας υπόψη του το συνολικό κάδρο των αναγκών και προτεραιοτήτων; Ακόμα κι αν πρέπει να συγκρουστεί με την εκλογική «πελατεία» του;
Συναφή τα ερωτήματα και εξαιρετικά επίκαιρα εάν τα συνδυάσει κανείς με δύο τρέχοντα ζητήματα που απασχολούν τους πολίτες και το Κοινοβούλιο. Και στρέφονται προς τις πολιτικές δυνάμεις, κυρίως, όμως, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Ζήτημα 1ο: Δευτέρα και Τρίτη τίθεται ενώπιον της Ολομέλειας της Βουλής το νομοσχέδιο σχετικά με τη νομική μετάβαση φύλου ή «ταυτότητα φύλου» όπως εκλαϊκευμένα αναφέρεται.
ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝ.ΕΛ, ΔΗΣΥ και Ποτάμι έχουν ευθαρσώς τοποθετηθεί υπέρ της ψήφισης του μετά από μακρά διαβούλευση και αφού έχουν ληφθεί – ή θα ληφθούν μέχρι και την ύστατη στιγμή- υπόψη οι θέσεις της επιστημονικής κοινότητας και των οργανώσεων που εκπροσωπούν τα τρανς άτομα.
Η Ν.Δ (όπως θα διαβάσετε στο σχετικό αναλυτικό ρεπορτάζ σε άλλη σελίδα) παραπαίει ανάμεσα στον φιλελευθερισμό που δηλώνει πως εκπροσωπεί και στις ακραία συντηρητικές και διχαστικές αντιλήψεις μιας ομάδας βουλευτών που έχουν αποκτήσει ισχυρότατα ερείσματα στο κόμμα. Ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ψηφίσει παλαιότερα το σύμφωνο συμβίωσης και έχει δεσμευθεί ότι θα αντιμετωπίσει θετικά το θέμα όταν, τον περασμένο Ιούλιο, συνάντησε εκπροσώπους της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας. Αντιπροσωπεία του κόμματος συμμετείχε, μάλιστα, στις gay pride εκδηλώσεις που έγιναν στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη.
Λογική εξέλιξη όλων αυτών θα ήταν να στηρίξει το σχετικό νομοσχέδιο. Και πρώτος ο ίδιος να δώσει τι παράδειγμα.
Οι πληροφορίες θέλουν, ωστόσο, τον πρόεδρο της Ν.Δ να υποκύπτει στη «γοητεία» της ψηφοθηρίας και της απόκρυψης των αντίθετων απόψεων που υπάρχουν στο κόμμα του. Ιδιαίτερα, δε, από τη στιγμή που η Ιερά Σύνοδος ζήτησε την απόσυρση του νομοσχεδίου, υπακούοντας σε αντιλήψεις απλουστευτικές και άσχετες με την καθαρά νομική πλευρά του θέματος, ακούγεται πως ο κ. Μητσοτάκης διολισθαίνει περισσότερο στο να εγκαταλείψει την ιδεολογία και τις προσωπικές του απόψεις χάριν του προσπορισμού ψήφων.
Το ιδιαίτερα ενδιαφέρον και θετικό ως προς τούτο είναι ότι με αφορμή το νομοσχέδιο παρατηρείται μία νέα και διαυγέστερη διάταξη μεταξύ προοδευτικών και συντηρητικών δυνάμεων καθώς υπέρ της ψήφισής του συντάσσεται η κεντροαριστερά αφήνοντας εκτεθειμένη τη Ν.Δ. Αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει προπομπό μιας μονιμότερης σύγκλισης σε προοδευτικούς κοινούς τόπους. Το έδαφος φαίνεται πως υπάρχει.
Ζήτημα 2ο: Το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης αποφάσισε πρόσφατα να προκηρύξει (μετά από 25 έτη ασυδοσίας) διαγωνισμό για την παραχώρηση επτά τηλεοπτικών αδειών με τιμή εκκίνησης τα 35 εκατ. ευρώ για μία δεκαετία.
Η Ν.Δ είχε σημαντικό ρόλο στη συγκρότηση της ανεξάρτητης αρχής, δική της δε επιλογή -με την οποία συμφώνησε η κυβέρνηση- ήταν ο πρόεδρος της. Είναι, δε, σαφής η προτροπή του ΣτΕ για την προκήρυξη διαγωνισμού και τον τερματισμό της ανομίας στον τηλεοπτικό χώρο όπου κάποιοι διαχειρίζονται δημόσιες συχνότητες χωρίς να καταβάλλουν αντίτιμο στην Πολιτεία.
Θα περίμενε κανείς πως ο μεταρρυθμιστικός λόγος του κ. Μητσοτάκη θα οδηγούσε αυτονόητα τόσο στην λήψη μέτρων αποκατάστασης της νομιμότητας όσο και στο να εισπράξει το Δημόσιο όσα δικαιούται.
Φευ, η αξιωματική αντιπολίτευση επιλέγει να ταυτισθεί, για ακόμα μία φορά, με τους ιδιοκτήτες τηλεοπτικών σταθμών που δεν θέλουν να πληρώσουν και συντάσσεται με τη διαιώνιση της ανομίας.
Και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις ο Κυριάκος Μητσοτάκης συγκρούεται με το φιλελεύθερο προφίλ που επιδιώκει να προβάλει. Αποδεικνύεται ανακόλουθος και επιλέγει να υπηρετήσει τους αναχρονισμούς και τις δεσμεύσεις του παλαιού πολιτικού συστήματος. Πρόκειται για το σύστημα που ευθύνεται για την χρεοκοπία των θεσμών, της πολιτικής και της οικονομίας.
Θα έλεγε κανείς πως δεν του αξίζει. Ιδιαίτερα όταν μιλά για την επανάσταση του αυτονόητου και τις μεταρρυθμίσεις. Ή μήπως, τελικά, του αξίζει; Έχει λίγο χρόνο ακόμα να αποδείξει τι από τα δύο ισχύει…
Από το κεντρικό άρθρο (Γνώμη) της Νέας Σελίδας