Η Ν.Δ δια του γραφείου τύπου της έδωσε στη δημοσιότητα την προηγούμενη εβδομάδα όσα ο πρόεδρος του κόμματος Κυριάκος Μητσοτάκης είπε στον πρόεδρο του Eurogroup Γερούν Ντάϊσελμπλουμ κατά τη συνάντηση που είχαν στο περιθώριο της επίσκεψης του τελευταίου στην Αθήνα για τη συμμετοχή του στο συνέδριο του Economist.
Ο κ. Μητσοτάκης φέρεται να εξήγησε στον Ευρωπαίο αξιωματούχο το σχέδιο της Ν.Δ με βάση μια νέα «ρήτρα ανάπτυξης και μεταρρυθμίσεων» και στόχο, όσο προωθούνται οι μεταρρυθμίσεις, τόσο να μειώνονται οι στόχοι των πρωτογενών πλεονασμάτων στα πιο ρεαλιστικά επίπεδα του 2% του Α.Ε.Π. μεσοπρόθεσμα. Οι απόψεις αυτές δεν φαίνεται να συγκίνησαν ιδιαίτερα τον πρόεδρο του Eurogroup που επέμεινε να τονίζει την ανάγκη συνέχισης και ολοκλήρωσης του τρέχοντος πρόγράμματος.
Κατά την πάγια τακτική του σε τέτοιες συναντήσεις και στο πλαίσιο του πολιτικού «savoir faire», όπως λένε στη Ν.Δ, ο κ. Μητσοτάκης απέφυγε να ενημερώσει τι του μετέφερε ο ίδιος ο κ. Ντάϊσελμπλουμ.
Ακριβώς το ίδιο είχε συμβεί τον περασμένο Φεβρουάριο μετά την δίωρη συνάντηση που είχε και με τον Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε στο Βερολίνο. Οι φήμες οργίαζαν, τότε, ότι ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών είχε ψέξει διακριτικά τον κ. Μητσοτάκη (σχετικό δημοσίευμα είχε η Suddeutsche Zeitung) για την επιμονή του διατυπώνει σε υψηλούς τόνους το αίτημα για διεξαγωγή πρόωρων εκλογών. Μετά από εκείνη τη συνάντηση, κι ενώ ήταν σε εξέλιξη οι διαπραγματεύσεις για τη δεύτερη αξιολόγηση, η Ν.Δ μετέβαλε ποιοτικά το σύνθημα για προσφυγή στις κάλπες σε ανάγκη για «πολιτική αλλαγή».
Μετά την επιτυχή ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, όμως, κι ενώ το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης βρέθηκε σε στρατηγικό κενό εν μέσω εγκωμίων για την κυβέρνηση από εκπροσώπους των δανειστών, θετικών δημοσιευμάτων του ξένου Τύπου, της πρώτης εξόδου στις αγορές και των αναβαθμίσεων της ελληνικής οικονομίας από οίκους αξιολόγησης, η Ν.Δ επιχείρησε να μεταφέρει το πεδίο της αντιπαράθεσης σε θέματα εκτός οικονομίας.
Το αίτημα για εκλογές παρέμεινε, ωστόσο, υψηλά στην αντιπολιτευτική ατζέντα, ακόμα και το τελευταίο χρονικό διάστημα και σε πείσμα των δημοσκοπήσεων που δείχνουν κλείσιμο της ψαλίδας και αύξηση των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και τη θέση της πλειοψηφίας της κοινής γνώμης ότι δεν πρέπει να υπάρξει πρόωρη προσφυγή στις κάλπες. Στην τελευταία μέτρηση της Alco (newsit.gr), για παράδειγμα, η διαφορά μειώνεται από τις 7 -της προηγούμενης μέτρησης- στις 6,4 μονάδες, με το 55% να διαφωνεί με το αίτημα Μητσοτάκη για εκλογές.
Η συνέντευξη- «βόμβα»
Οι πληροφορίες θέλουν τον κ. Μητσοτάκη σφόδρα δυσαρεστημένο απ΄ όσα ειπώθηκαν από τον πρόεδρο του Eurogroup στη συνάντηση που έγινε προ ημερών. Κι αυτό διότι ο κ. Ντάϊσελμπλουμ ήταν κατηγορηματικός ότι η Ν.Δ πρέπει να χαμηλώσει τους αντιπολιτευτικούς τόνους σχετικά με την οικονομία και να μην ζητά συνεχώς εκλογές διότι κάτι τέτοιο δεν το επιθυμούν οι δανειστές.
Ο πρόεδρος της Ν.Δ αντιπαρήλθε τη συγκεκριμένη αναφορά του Ευρωπαίου αξιωματούχου, αν κι αυτή έγινε αντικείμενο ευρείας συζήτησης στο στενό επιτελείο του κ. Μητσοτάκη με σαφή εντολή από τον ίδιο να μην διαρρεύσει τίποτε σχετικό. Κι αυτό διότι, σύμφωνα με πληροφορίες της «Νέας Σελίδας», ο πρόεδρος του Eurogroup του κατέστησε σαφές πως αυτό δεν αποτελεί προσωπική του άποψη αλλά πεποίθηση του οργάνου αλλά και της Κομισιόν.
Κάτι τέτοιο, λοιπόν, εάν διέρρεε θα έπληττε το πολιτικό και εκλογικό αφήγημα της Ν.Δ. Ο κ. Ντάϊσελμπλουμ, ωστόσο, φαίνεται πως είχε κάθε λόγο να δημοσιοποιήσει αυτό που μετέφερε κατ’ ιδίαν στον κ. Μητσοτάκη.
Γι’ αυτό και η συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα «Καθημερινή» και τον Αλέξη Παπαχελά έπεσε ως κεραυνός στο επικοινωνιακό επιτελείο της Ν.Δ.
«Η πολιτική σταθερότητα είναι το κλειδί για την ανάκαμψη της οικονομίας. Η Ελλάδα την έχει τώρα. Οι εκλογές είναι για το 2019, ας τις κρατήσουμε τότε», είπε ο κ. Ντάϊσελμπλουμ και δικαίως η εφημερίδα την ανέδειξε ως κεντρικό τίτλο και μήνυμα της συνέντευξης. Ο τελευταίος δεν άφησε κανένα περιθώριο να υποτιμηθεί η προειδοποίηση που απηύθυνε στον συνομιλητή του και γι αυτό την κατέστησε δημόσια θέση του. Τόνισε, μάλιστα, πως «επιθυμία του θα ήταν η αγαστή συνεργασία όλου του πολιτικού κόσμου με στόχο το εθνικό συμφέρον. Απέναντι σε τέτοιες προκλήσεις τα κόμματα πρέπει να συνεργάζονται», κάτι που εξελήφθη και ως μήνυμα προς τα κόμματα της αντιπολίτευσης και δη την κεντροαριστερά.
Κι επειδή οι μυημένοι στις λεπτές ευρωπαϊκές ισορροπίες γνωρίζουν πως ο πρόεδρος του Eurogroup σπανίως λέει κάτι εάν δεν αποτελεί εδραία άποψη του Βερολίνου και του σκληρού πυρήνα της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών, η παραπάνω δήλωσή του έχει ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα.
Αναστάτωση στο επιτελείο της Ν.Δ
Η συνέντευξη Ντάϊσελμπλουμ ήταν το μοναδικό θέμα που απασχόλησε το επικοινωνιακό επιτελείο της Ν.Δ το πρωί της περασμένης Δευτέρας. Και η δυσαρέσκεια ήταν εμφανής. Διατυπώθηκαν, μάλιστα, σκληρές απόψεις ότι «οι Ευρωπαίοι στηρίζουν τον Τσίπρα και πρέπει να τους καταγγείλουμε». Γι’ αυτό και το ίδιο βράδυ, στην εκδήλωση του Harvard Business School of Greece, ο κ. Μητσοτάκης ανέλαβε να εκφράσει αυτή τη δυσαρέσκεια, αν και με μάλλον απολογητικό τρόπο.
«Το Σύνταγμα ορίζει ότι οι εκλογές γίνονται όταν χαθεί η κυβερνητική πλειοψηφία ή όταν ο πρωθυπουργός αποφασίσει να προκηρύξει πρόωρες εκλογές. Δεν είναι δουλειά κανενός να καθορίσει πότε είναι η κατάλληλη ώρα για εκλογές στην Ελλάδα. Είναι μια εσωτερική υπόθεση που αφορά τη χώρα», είπε ο πρόεδρος της Ν.Δ περιγράφοντας, όμως, τα αυτονόητα.
Αν και τα αυτονόητα αυτά είναι σε προφανή αντίθεση με τις σχεδόν καθημερινές «προβλέψεις» του ιδίου του κ. Μητσοτάκη και κορυφαίων στελεχών του κόμματός του ότι η κυβέρνηση θα αναγκαστεί να οδηγηθεί σε εκλογές εντός του 2017 ή το αργότερο στις αρχές του 2018.
Τον εκνευρισμό του κ. Μητσοτάκη για την προτροπή Ντάϊσελμπλουμ ανέλαβε να …διαδώσει ο αντιπρόεδρος του κόμματος Άδωνις Γεωργιάδης με δηλώσεις του σε ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές. Έσπευσε, μάλιστα, να συμφωνήσει «μεγαλοφώνως» με την ανάρτηση του αρθρογράφου των «Νέων» Γιάννη Πρετεντέρη στο twitter, ο οποίος λοιδόρησε την θέση του προέδρου του Eurogroup ότι οι εκλογές πρέπει να κρατηθούν για το 2019 γράφοντας «τόσο του κόβει πολιτικά, γι αυτό και πήρε 5,7% στις Ολλανδικές εκλογές».
Στη Ν.Δ δεν έχουν δυσφορήσει μόνο με τη συγκεκριμένη δήλωση του κ. Ντάϊσελμπλουμ. Εκείνο που επίσης έχει προκαλέσει έντονη αμηχανία είναι ότι οι δανειστές δεν επισημαίνουν μόνο ότι επιθυμούν να συνομιλούν με τον Αλέξη Τσίπρα μέχρι εξαντλήσεως της θητείας της παρούσας κυβέρνησης αλλά δεν φείδονται εγκωμίων για τον πρωθυπουργό και την πορεία της οικονομίας.
«Είναι δυνατόν να λέει ο Ντάϊσελμπλουμ ότι θαυμάζει τον Τσίπρα και ότι απέδειξε ότι είναι επιτυχημένος πολιτικός, ικανός να καθοδηγήσει τη χώρα στον δρόμο της σταθερότητας; Γκρεμίζει το αφήγημά μας ότι η κυβέρνηση διώχνει τις επενδύσεις και καταστρέφει την οικονομία», έλεγε χαρακτηριστικά κορυφαίο στέλεχος και πρώην υπουργός της Ν.Δ.
Ακόμα και στο θέμα των επενδύσεων στο οποίο έχει ποντάρει (αρνητικά) η Ν.Δ διακηρύσσοντας ότι η κυβέρνηση δεν θέλει και δεν μπορεί να τις προσελκύσει, ο πρόεδρος του Eurogroup υπήρξε επαινετικός. «Το κλειδί είναι η ανάκαμψη της οικονομίας, να αυξηθούν οι επενδύσεις και να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των καταναλωτών. Είμαι όλο και πιο αισιόδοξος. Διεθνείς επενδυτές εξετάζουν την Ελλάδα, διεθνείς εταιρείες έρχονται να δουν τι ευκαιρίες υπάρχουν. Το μήνυμά μου σε αυτούς είναι ότι ναι, όλο και περισσότερο είναι ασφαλές», είπε χαρακτηριστικά ο Γερούν Ντάϊσελμπλουμ αναιρώντας, ουσιαστικά, τις θέσεις της Ν.Δ.
Η έξοδος από το μνημόνιο
αλλάζει τον εκλογικό κύκλο
Οι πρωτοβουλίες Τσίπρα και οι διαδοχικές κάλπες σε διάστημα 9 μηνών
Εκείνο που προβληματίζει, ωστόσο, τη Ν.Δ δεν είναι μόνο ότι ουδείς στο εξωτερικό -και ολοένα και λιγότεροι στο εσωτερικό- πείθονται από το εναλλακτικό αφήγημα που προσπαθεί να αρθρώσει. Θεωρούν πως τα εύσημα που συγκεντρώνει η κυβέρνηση της δίνουν ζωτικό πολιτικό χρόνο ώστε ο Αλέξης Τσίπρας να ξεδιπλώσει με άνεση τις πολιτικές του πρωτοβουλίες με στόχο να συρρικνώσει το δημοσκοπικό προβάδισμα και να αλλάξει ριζικά το πολιτικό κλίμα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης γνωρίζει πως εφόσον κλείσει ομαλά και η τρίτη αξιολόγηση, το αργότερο μέχρι τις αρχές του 2018, κι ενώ θα έχουν προηγηθεί -πιθανώς αρκετά γρήγορα- άλλη μία έξοδος στις αγορές και η διανομή του κοινωνικού μερίσματος των 800 εκατ. σε τουλάχιστον 250.000 φτωχές οικογένειες, η κυβέρνηση επιβεβαιώνει την πολιτική της ηγεμονία και αφαιρεί τα περισσότερα από τα επιχειρήματα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Ο πρόεδρος της Ν.Δ αυτό ακριβώς ήθελε να αποφύγει. Γνωρίζει πως με «καθαρό» πολιτικό διάδρομο η κυβέρνηση μπορεί να φτάσει στο τέλος του μνημονίου, τον Αύγουστο του 2018, και να διεκδικήσει έξοδο άνευ επιπλέον όρων και με την απομείωση του χρέους στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Άλλωστε, ο κ. Ντάϊσελμπλουμ και άλλοι κορυφαίοι ευρωπαίοι αξιωματούχοι μιλούν μεν για καθεστώς αυξημένης εποπτείας μετά το μνημόνιο, επισημαίνουν, όμως, με σαφήνεια πως πρόκειται για το ίδιο καθεστώς που διέπει τις σχέσεις των δανειστών με όλες τις χώρες που εφάρμοσαν πρόγραμμα (Πορτογαλία, Ιρλανδία, Κύπρος κ.ά) και πάντοτε στο πλαίσιο του ελέγχου που θα υφίστανται οι προϋπολογισμοί όλων των κρατών- μελών. Ιδιαίτερα εφόσον εφαρμοστεί η νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική με τον ESM σε ρόλο Ευρωπαϊκού ΔΝΤ και ο ενιαίος προϋπολογισμός με υπουργό Οικονομικών της ευρωζώνης.
Στο βάθος αυτού του πολιτικού ορίζοντα, ο αρχηγός της Ν.Δ γνωρίζει πως ανοίγει ένας εκλογικός κύκλος που σε καμία περίπτωση δεν θα είναι «υγιεινός περίπατος» για τη Ν.Δ, όπως πολλοί αρχικά νόμιζαν.
Εφόσον όλα τα παραπάνω εξελιχθούν ομαλά ο κ. Τσίπρας έχει να στη διάθεσή του μια «βεντάλια» επιλογών. Τον Μάϊο του 2019 θα διεξαχθούν οι ευρωεκλογές και οι περιφερειακές και τοπικές εκλογές ίσως μετακινηθούν χρονικά για το φθινόπωρο του ίδιου έτους, όπως έχει σαφώς υπονοήσει ο υπουργός Εσωτερικών Πάνος Σκουρλέτης. Είναι, λοιπόν, πιθανό οι εθνικές εκλογές να προκηρυχθούν σε σύστημα διπλής κάλπης, είτε με τις ευρωεκλογές, είτε με τις περιφερειακές εκλογές (κάποιοι εισηγούνται ακόμα και τριπλή κάλπη) κάτι που μειώνει τους όποιους πολιτικούς κινδύνους για την κυβέρνηση.
Και όχι μόνο αυτό. Λίγους μήνες αργότερα, τον Φεβρουάριο του 2020, η Βουλή πρέπει να εκλέξει νέο πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ακόμα κι αν η Ν.Δ είναι πρώτο κόμμα στις εθνικές εκλογές που θα έχουν προηγηθεί κι έχει σχηματίσει κυβέρνηση συνεργασίας (το σενάριο περί αυτοδυναμίας που τόσο προβάλλουν στην αξιωματική αντιπολίτευση γίνεται ολοένα και λιγότερο πιστευτό από τα ίδια τα στελέχη της) με την Κεντροαριστερά, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα βρεθεί πιθανότατα προ πιέσεων να επιλέξει υποψήφιο πρόεδρο από τον χώρο αυτό. Τα ονόματα των Κώστα Σημίτη, Γιώργου Παπανδρέου ή Ευάγγελου Βενιζέλου έχουν ήδη πέσει στο τραπέζι (ο Γιάννης Ραγκούσης έθεσε κάτι τέτοιο, σχετικά με τους δύο πρώτους, ως προαπαιτούμενο οιασδήποτε συνεργασίας), θεωρούνται, όμως, όλοι τους «κόκκινο πανί» για το εκλογικό σώμα της Ν.Δ και δη την καραμανλική πτέρυγα.
Είναι, δε, εξαιρετικά αβέβαιο εάν ο κ. Μητσοτάκης θα συναινούσε σε ανανέωση της θητείας του Προκόπη Παυλόπουλου -για να πιέσει έτσι τον ΣΥΡΙΖΑ που τον επέλεξε να συμφωνήσει- δεδομένου ότι ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης είχε καταψηφίσει την υποψηφιότητά του το 2015, η δε σημερινή ΔΗΣΥ και το Ποτάμι διαφωνούν κατηγορηματικά.
Το σενάριο μιας νέας προσφυγής στις κάλπες είναι, ως εκ τούτου, αρκετά πιθανό, με αποδυναμωμένες τις δυνατότητες κυβερνητικών συνεργασιών εκ μέρους της Ν.Δ και με την απλή αναλογική (δεδομένου ότι είναι μάλλον δύσκολο να έχει προλάβει μια κυβέρνηση με βασικό κορμό τη Ν.Δ να έχει αλλάξει το σχετικό νόμο και την Κεντροαριστερά να κάνει στροφή και να συναινεί στην αλλαγή του) να διαμορφώνει ένα εντελώς νέο πολιτικό χάρτη, άρα και τις δυνατότητες συμμαχιών.
Πηγή: Νέα Σελίδα