Το προεδρείο της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης υπερψήφισε χθες το πρωί την πρόταση Μέρκελ να προτείνει στο έκτακτο κομματικό συνέδριο, που θα συγκληθεί στις 26 Φεβρουαρίου, την Κραμπ-Κάρενμπαουερ ως νέα γενική γραμματέα.
Ουσιαστικά η ίδια ανοίγει ο δρόμος για τη διαδοχή της μετά από είκοσι ολόκληρα χρόνια στην κεφαλή των Χριστιανοδημοκρατών. Πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν πως με αυτήν την κίνηση, η καγκελάριος ανταποκρίνεται στο σχετικό αίτημα πολλών ανθρώπων μέσα στο κόμμα της.
Χαρακτηριστικά της Κραμπ-Κάρενμπαουερ ο πραγματισμός, οι κοινωνικές ευαισθησίες και οι συντηρητικές αξίες.
Και για τα γερμανικά δεδομένα το όνομα Άνεγκρετ Κραμπ-Κάρενμπαουερ δεν είναι εύκολο να το προφέρει κανείς. Αλλά, θα πρέπει μάλλον να το συνηθίσει κανείς… Η νυν πρωθυπουργός του μικρού γερμανικού κρατιδίου του Ζάαρ, το οποίο βρίσκεται στα σύνορα με τη Γαλλία, αναδεικνύεται σε κεντρικό παίκτη της γερμανικής πολιτικής σκηνής και σε δελφίνο για τη διαδοχή της Μέρκελ.
Το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων σημειώνει πως και η Μέρκελ κατείχε το αξίωμα της ΓΓ του CDU πριν αναλάβει την ηγεσία του κόμματος και στη συνέχεια εκλεγεί καγκελάριος.
Η επιλογή της κ. Κραμπ-Κάρενμπαουερ, που θεωρείται έμπιστη της καγκελαρίου Μέρκελ, εξέπληξε μεν την κοινή γνώμη της Γερμανίας, ωστόσο κανείς δεν αμφισβητεί τις πολιτικές της ικανότητες. Η 55χρονη μητέρα τριών παιδιών ήταν διαδοχικά υπουργός Εσωτερικών, Παιδείας και Κοινωνικών Υποθέσεων στο κρατίδιο του Ζάαρ πριν αναδειχθεί το 2011 πρωθυπουργός του κρατιδίου. Από τότε κατάφερε δύο φορές να κερδίσει τις τοπικές εκλογές, την τελευταία φορά τον Μάρτιο του 2017, σε μια περίοδο που το κόμμα της σημείωνε σε εθνικό επίπεδο θεαματική πτώση.
Όπως και η καγκελάριος, η Κραμπ-Κάρενμπαουερ χαρακτηρίζεται από πραγματισμό και δεν διακατέχεται από ιδεολογικές αγκυλώσεις. Στα θέματα της οικονομίας και της κοινωνικής πολιτικής υποστηρίζει τις θέσεις της αριστερής πτέρυγας του κόμματός της. Σε ζητήματα, όμως, αξιών η καθολική πολιτικός διατηρεί συντηρητικές απόψεις. Όπως και η Άνγκελα Μέρκελ, έτσι και η Άνεγκρετ Κραμπ-Κάρενμπαουερ είχε διαφωνήσει με το να νομιμοποιηθεί ο «γάμος για όλους», με τον οποίο δόθηκε η δυνατότητα ενός πολιτικού γάμου σε ομοφυλόφιλα ζευγάρια.