Πυθία ήταν η εκάστοτε Πρωθιέρεια του Θεού Απόλλωνα στο Μαντείο των Δελφών η οποία, ευρισκόμενη σε έκσταση, μετέφερε τη χρησμοδότηση του Θεού προς τον ενδιαφερόμενο με τρόπο συνήθως λακωνικό, δυσνόητο και αινιγματικό.
Ο Τόμας Βίζερ θα μπορούσε να είναι μια σύγχρονη Πυθία. Ίσως επειδή επηρεάστηκε από την ιστορία και την ατμόσφαιρα του παρακείμενου Μαντείου των Δελφών, την ώρα που εκείνος συμμετείχε στο Οικονομικό Φόρουμ που με επιτυχία διοργανώνεται τα τελευταία χρόνια σε αυτή την εμβληματική περιοχή.
Υπό την επήρεια, λοιπόν, κάποιας “έκστασης” κατόρθωσε μέσα σε 48 ώρες να πει τόσο αντιφατικά πράγματα και να ικανοποιήσει με αυτό τον τρόπο διαφορετικά ακροατήρια.
Χειροκροτήθηκε, για παράδειγμα, από μερίδα των συμμετεχόντων όταν (δις) επέμεινε πως η ελληνική οικονομία έχασε 200 δισ ευρώ κατά το πρώτο εξάμηνο του 2015, την αποκαλούμενη από τον ίδιο περίοδο Βαρουφάκη. Το είπε ερωτώμενος από τον διευθυντή της “Καθημερινής” Αλέξη Παπαχελά που συντόνισε ένα από τα πολλά πάνελ του Φόρουμ, το ξαναείπε σε άλλη ευκαιρία ερωτώμενος από την ανταποκρίτρια της “Καθημερινής” στις Βρυξέλλες Ελένη Βαρβιτσιώτη. Την δεύτερη, μάλιστα, φορά προχώρησε σε μία μαθηματικού τύπου οικονομική ανάλυση για να εξηγήσει πόθεν προκύπτει -και μάλιστα με τόση ακρίβεια- το ποσό των 200 δισ. Και είναι αλήθεια πως ελάχιστοι -ακόμα και οικονομολόγοι- μπόρεσαν να παρακολουθήσουν τους υπολογισμούς του κ. Βίζερ, όταν άλλοι (όπως ο επικεφαλής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας) έχουν υπολογίσει το ίδιο ποσό της απώλειας στα 100 δισ, άλλοι στα 86 και πάει λέγοντας.
«Αν π.χ. έχεις μια χρονιά πτώση ΑΕΠ 20% και επιτρέψεις τον επόμενο χρόνο στο φυσιολογικό επίπεδο, έχεις χάσει 20% και δεν πρόκειται να το πάρεις ποτέ πίσω. Αλλά αν αρχίσεις να αυξάνεις το ΑΕΠ σου μετά τον πρώτο χρόνο ώστε η απώλεια να μην 20% αλλά 19% σε σχέση με το τι θα είχες και τον επόμενο χρόνο 18% σε σχέση με το τι θα είχες και μετά 17%, αν τα προσθέσεις όλα αυτά, συν τω χρόνω, τότε βέβαια οι απώλειες είναι πολύ μεγαλύτερες. Η απώλεια εισοδήματος είναι μεγαλύτερη, η απώλεια απασχόλησης είναι μεγαλύτερη και εκεί είναι που ένας πολύ πρόχειρος υπολογισμός θα έδινε το ισοδύναμο ενός ετήσιου ΑΕΠ», είπε ο Βίζερ.
Όμως, ο επικεφαλής κατά τη διάρκεια της ελληνικής κρίσης του Euroworking Group, που ελεγχόταν από τους “σκληρούς” της Ευρωζώνης και δη τον Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε, είχε να πει, ως Πυθία, και άλλους “χρησμούς” που ικανοποίησαν και τα αυτιά της κυβέρνησης.
Χαρακτήρισε, για παράδειγμα, «πολύ καλή είδηση» στα όρια του «οικονομικού θαύματος» το τέλος του ελληνικού προγράμματος και άφησε ορθάνοιχτο το παράθυρο για ελάφρυνση του ελληνικού χρέους. Αυτός που μέχρι πριν μερικούς μήνες, πριν αποχωρήσει από τη θέση του επικεφαλής του Euroworking Group (και ο “μέντοράς” του κ. Σόϊμπλε από υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας) δεν ήθελε ούτε να ακούσει κάτι τέτοιο.
Είπε χαρακτηριστικά:
‘Οτι στο τέλος της επιτυχούς ολοκλήρωσης του προγράμματος, αν υπάρχει ανάγκη, θα ληφθούν μέτρα σχετικά με το χρέος.
Ο κ. Βίζερ θεωρεί ότι υπάρχει «τεράστια διαφορά» της διακυβέρνησης σχετικά με το πρώτο εξάμηνο του 2015 και τονίζει ότι υπάρχει η δυνατότητα η ελληνική οικονομία να έχει ανταγωνιστικότητα και να οδηγήσει σε ανάπτυξη της απασχόλησης.
Προκύπτει, φυσικά, ένα απλό ερώτημα. Πως μια οικονομία που -κατά το αφήγημα Βίζερ- καταστράφηκε και σημείωσε απώλεια 200 δισ ευρώ, ήτοι ένα ολόκληρο ΑΕΠ, το 2015, κατορθώνει το 2016 και ακόμα περισσότερο 2017 να σημειώνει ρυθμούς ανάπτυξης και υπερπλεονάσματα, και το 2018 να επιστρέφει στις αγορές και να καταγράφεται ως -κατά τον ίδιο- ένα “οικονομικό θαύμα”;
Αυτό, φυσικά, δεν αναιρεί τα μεγάλα σφάλματα που σημειώθηκαν κατά το πρώτο εξάμηνο του 2015, ούτε τους χειρισμούς που οδήγησαν στο τρίτο μνημόνιο. Ωστόσο, είναι επίσης προφανές πως ο τεχνοκράτης της ομάδας Σόϊμπλε διατύπωσε “χρησμούς” που είναι αρεστοί σε μία συγκεκριμένη (πολιτική) προσέγγιση σχετικά με την ελληνική οικονομία. Και ίσως χρησιμοποιηθούν στο εγγύς μέλλον για να αιτιολογήσουν την ανάγκη ύπαρξης πιστοληπτικής γραμμής.
Θα είχε, τέλος, μεγάλο ενδιαφέρον να εξηγήσουν άλλοι οικονομολόγοι την “ανάλυση” Βίζερ περί του τρόπου με τον οποίο χάθηκαν 200 δισ. -σε πείσμα, μάλιστα, των επίσημων στοιχείων της Eurostat.
Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη του Τ. Βίζερ στο ΑΠΕ-ΜΠΕ:
Ερ: Κύριε πρόεδρε θα ήθελα ένα σχόλιο για τη νέα εξέλιξη, το τέλος του προγράμματος.
Απ: Το ότι φθάνουμε στο τέλος του προγράμματος είναι μια πολύ καλή είδηση, πριν από δυόμισι χρόνια δεν πιστεύαμε ότι αυτό θα ήταν δυνατό, όμως θαύματα συμβαίνουν ακόμη και στην οικονομική πολιτική και πιστεύω πως η εμπειρία από τα τελευταία ένα-δύο χρόνια ήταν καλή, τουλάχιστον τον τελευταίο χρόνο, η τελευταία αξιολόγηση έχει σχεδόν ολοκληρωθεί, λίγα μένουν ακόμη, έτσι η Ελλάδα και οι θεσμοί και τα άλλα 18 κράτη μέλη έχουν μπροστά τους μόνο άλλη μια αξιολόγηση και είμαι σίγουρος ότι κι αυτή θα πάει καλά.
Ερ: Στο τέλος της τέταρτης αξιολόγησης, υπάρχει το ζήτημα των μέτρων σχετικά με το χρέος. Είναι το σημαντικότερο ζήτημα για την Ελλάδα μαζί με τις μεταρρυθμίσεις. Πιστεύετε πως ένα «κούρεμα» το ελληνικού εθνικού χρέους βρίσκεται στο τραπέζι;
Απ: Πολλά πράγματα για την Ελλάδα είναι τα σημαντικότερα, αλλά αν στραφούμε σ′ αυτό το σημαντικότερο, υπάρχει μακροχρόνια συμφωνία ότι στο τέλος της επιτυχούς ολοκλήρωσης του προγράμματος, τότε, αν υπάρχει ανάγκη, θα ληφθούν αυτά τα μέτρα σχετικά με το χρέος. Είχαμε συμφωνήσει ότι θα υπάρξει ένα πακέτο βραχυπρόθεσμων μέτρων, μεσοπρόθεσμα μέτρα και, αν αργότερα στην πορεία χρειαστεί, ενδεχομένως μακροπρόθεσμα μέτρα. Έτσι τα βραχυπρόθεσμα μέτρα έχουν ήδη εφαρμοσθεί, πολλοί θέλουν να το ξεχνούν, έχουν εφαρμοσθεί, έχουν πάρει 20% από το ΑΕΠ που σ′ αυτό το στάδιο αντιστοιχεί σε 40 δισεκ. ευρώ επί της αναλογίας χρέους-ΑΕΠ στον προβλεπτό ορίζοντα. Αυτό είναι ήδη κάτι και μερικές φορές είναι κάπως λυπηρό να διαπιστώνει κανείς πως ό,τι δίνεται, αμέσως ξεχνιέται.
Τα μεσοπρόθεσμα μέτρα παρουσιάσθηκε καθαρά τι θα είναι, και υπάρχει πολύ μεγάλη πιθανότητα στα μέσα του 2018 να υπάρξει συμφωνία για την εφαρμογή τους. Τότε θα εφαρμοσθούν σε διάρκεια χρόνου που έχει να κάνει με ωριμάνσεις, που έχει να κάνει με υπερκέρδη από ομόλογα που κρατεί η κεντρική τράπεζα και με παρόμοια ζητήματα.
Ερ: Θέλω να σας ρωτήσω για την κυβέρνηση της Ελλάδας, πιστεύετε ότι γίνονται πιο ώριμα βήματα για τον χειρισμό της οικονομίας απ′ αυτή την κυβέρνηση;
Απ: Σε σύγκριση με την εμπειρία μου από το πρώτο εξάμηνο του 2015, υπάρχει φυσικά τεράστια διαφορά και αυτό που είναι ουσιαστικά απαραίτητο, όταν είσαι στη νομισματική ένωση, είναι ότι πρέπει να παραμείνεις ανταγωνιστικός, πρέπει να έχεις πολιτικές που να προωθούν την ανάπτυξη, την απασχόληση, την ανταγωνιστικότητα, να μειώσεις την ανεργία των νέων και τα παρόμοια. Πιστεύω ότι όλοι έχουν συνειδητοποιήσει ότι το να ρίξεις απλώς χρήματα στην οικονομία δεν οδηγεί πολύ μακριά, ότι αυτό έχει να κάνει με άλλους παράγοντες οι οποίοι κάνουν την Ελλάδα να πετυχαίνει στην ευρωπαϊκή αγορά, στις παγκόσμιες αγορές. Έτσι αυτό δεν είναι κάτι που εμφανίζεται έτσι δια μαγείας αυτό είναι μια διαρκής διαδικασία, είναι κάτι πάνω στο οποίο η σημερινή κυβέρνηση θα πρέπει να συνεχίσει να εργάζεται, η επόμενη κυβέρνηση και η επόμενη και πάει λέγοντας. Η δυνατότητα υπάρχει να έχει η Ελλάδα αυτή την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη της απασχόλησης που όλοι αναζητούμε. Αλλά δεν είναι κάτι που το χαρίζει ο Θεός.
Σ.Κ