Έφυγε από τη ζωή σε ιδιωτική κλινική του Λιβάνου ο επιχειρηματίας Φουάντ αλ Ζαγιάντ από καρκίνο, άνθρωπος- κλειδί στην υπόθεση των εξοπλιστικών με πρωταγωνιστή τον Άκη Τσοχατζόπουλο.
Ο Σύρος επιχειρηματίας είχε έναν όμιλο εταιρειών που απαριθμούνται πάνω από 20, με δραστηριότητες στο χώρο του μάρκετινγκ, του κέτερινγκ, των πετρελαίων και των τραπεζών, «μεσάζων» για λογαριασμό χωρών της Μέσης Ανατολής και της Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, αλλά και φερόμενος ως έμπορος όπλων, κάτι που ο ίδιος είχε αρνηθεί.
Οι ελληνικές Αρχές είχαν εκδώσει διεθνές ένταλμα σύλληψης εναντίον του συσχετίζοντας τον με τον Άκη Τσοχατζόπουλο και τις μίζες που δόθηκαν για τα εξοπλιστικά στην Ελλάδα, πράγμα το οποίο ποτέ δεν παραδέχτηκε.
Ο ίδιος έζησε πολλά χρόνια στην Ελλάδα, αργότερα πήγε στην Κύπρο, όπου μέχρι και τώρα ζούνε τα παιδιά και η γυναίκα του. Ο Φουάντ αλ Ζαγιάντ, κατέληξε να μένει στη Βηρυτό, στο Four Season του Λιβάνου, όπου και βρήκε καταφύγιο. Έμεινε εκεί για τέσσερα συναπτά έτη στην προεδρική σουίτα του ξενοδοχείου.
Είχε φίλους πολιτικούς σε όλο τον κόσμο, από την Αμερική, τη Ρωσία, μέχρι και την Κίνα, αλλά οι μεγαλύτερες φιλίες του ήταν αυτές των βασιλιάδων των αραβικών κρατών. Στην Ελλάδα ήταν στενός φίλος με τον Ανδρέα Παπανδρέου και τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.
Ο Φουάντ αλ Ζαγιάντ, έζησε μία κινηματογραφική ζωή με πολλές ανέσεις, με εκατομμύρια δολάρια, μίζες από εμπορία όπλων, απαγωγές, μεγάλα στοιχήματα σε πολλά καζίνο της Ευρώπης.
Όταν το 2004 ο 71χρονος Σύρος Φουάντ αλ Ζαγιάντ επρόκειτο να καταθέσει στην Εξεταστική Επιτροπή της ελληνικής Βουλής για το σκάνδαλο της προμήθειας του οπλικού συστήματος Tor-M1, όλως απροόπτως η Επιτροπή ολοκλήρωσε τις εργασίες της υπό τις καταγγελίες του Τύπου πως αυτό γίνεται διότι ο μάρτυρας γνώριζε πολλά…
Λένε μάλιστα ότι δεν γνώριζε μόνο για τους Tor-M1, αλλά και για την επιστροφή των S-300 στην Ελλάδα, όπου επίσης φερόταν μεσολαβητής. Η κατάθεση του Fatman (Xοντρός), όπως είναι γνωστός ο Φουάντ, δεν έγινε ποτέ, με αποτέλεσμα να μην καταλήξει και η Επιτροπή σε ποιους δόθηκαν τα εκατομμύρια ελβετικά φράγκα από την υπεράκτια Drumilan σε άλλη υπεράκτια, η οποία σύμφωνα με την Εισαγγελία ανήκε και αυτή στον πρώην υπουργό Α. Τσοχατζόπουλο.
Οι εισαγγελείς όμως οκτώ χρόνια μετά εντόπισαν τις επιταγές με τις οποίες ο Φουάντ φέρεται ότι πλήρωσε τον πρώην υπουργό για την προμήθεια, με 16.202.000 ελβετικά φράγκα, από το 1998 ως το 2001…
Ο Φουάντ γεννήθηκε στη Δαμασκό και εκτός από την κυπριακή είχε και πορτογαλική υπηκοότητα. Παρ’ ότι όλοι γνώριζαν ότι ασχολείτο με την εμπορία όπλων (αντιπρόσωπος της Boeing και της British Aerospace), εκείνος συνήθιζε να κάνει πλάκα λέγοντας: «Δεν ξέρω τι διαφορά έχει ένα πιστόλι από ένα τανκ…». Παρ’ όλα αυτά ο ίδιος παρέθετε στοιχεία στο βιογραφικό του τα οποία παραπέμπουν σε εκπροσώπηση σε εταιρείες που ασχολούνται με οπλικά συστήματα.
Ο ίδιος ήταν φανατικός παίκτης σε καζίνα στο Λονδίνο. Τον έβλεπαν όλη τη δεκαετία του 2000 να παίζει στο καζίνο Ambassadeurs, αλλά και στο Crockfords και στο Ritz. Τη μία ημέρα – διηγούνται οι φίλοι του – ήταν απένταρος και την άλλη έπαιζε 5 εκατ. δολάρια. Τα χρέη του στα καζίνο έχουν μείνει παροιμιώδη, αφού κάποτε καζίνο τού κατέσχεσε το προσωπικό του αεροσκάφος.
Το 2003 το όνομά του ενεπλάκη σε ένα ακόμη σκάνδαλο. Αυτό του Αμερικανού γερουσιαστή Ρόμπερτ Νέι, ο οποίος ομολόγησε ότι δωροδοκήθηκε από τον Φουάντ. Το κατηγορητήριό του αφορούσε το σπάσιμο του εμπάργκο του Ιράν και καταδικάστηκε σε 27 μήνες φυλάκιση. Αν δεν ομολογούσε, θα καταδικαζόταν σε κάθειρξη τουλάχιστον 10 χρόνων. Λέγεται ότι βρισκόταν υπό τον έλεγχο της εταιρείας Μπλούστερ Τζένινγκ, η οποία είχε σχέση με τη γνωστή πρώην πράκτορα της CIA Βάλερι Πλέιμ.