Μπορούν να τα βρουν ο Τσίπρας με τη Φώφη; Το ερώτημα ακούγεται ρητορικό, αναδύεται, ωστόσο, στην επιφάνεια των ημερών, ανάλογα με τις πρωτοβουλίες που λαμβάνουν οι βασικοί παίκτες του πολιτικού παιχνιδιού.
Η πρόσφατη κίνηση της προέδρου του ΠΑΣΟΚ και επικεφαλής του “Κινήματος Αλλαγής” να στείλει την πρότασή της για τη Συνταγματική Αναθεώρηση έδρασε ως αφορμή να επανατεθεί το ερώτημα της εισαγωγής. Κι αυτό γιατί ο πρωθυπουργός, όχι μόνο απάντησε θετικά σε ένα δημόσιο διάλογο σχετικά με την μείζονα αυτή πολιτική αναγκαιότητα, αλλά προσκάλεσε την κ. Γεννηματά σε κατ’ ιδίαν συνάντηση.
Η αμήχανα αρνητική απάντηση της τελευταίας σε αυτή την πρόσκληση δεν προέκυψε από το ότι δεν το θέλει (άλλωστε γιατί να διατυπώσεις μια πρόσκληση σε συνεννόηση και συναίνεση στο θέμα της αναθεώρησης του Συντάγματος όταν αποφεύγεις μια συνάντηση που θα μπορούσε να ενισχύσει αυτή την προσπάθεια;), αλλά από το γεγονός ότι η πρωτοβουλία της δεν μπορεί να υπερβεί τους συσχετισμούς δυνάμεων μέσα στο νεοπαγή πολιτικό φορέα.
Όταν οι Ευάγγελος Βενιζέλος και Ανδρέας Λοβέρδος “δείχνουν τα δόντια τους” επειδή παρακάμφθηκαν ως ειδικοί (Συνταγματολόγοι) και έψεξαν την κ. Γεννηματά ότι προκαλεί “στρατηγική σύγχυση”, είναι λογικό η επικεφαλής του “Κινήματος Αλλαγής” να διστάζει να περάσει το κατώφλι του Μεγάρου Μαξίμου και να φωτογραφηθεί δίπλα στον Αλέξη Τσίπρα. Είναι ένας ανταγωνισμός της ουσίας με την επικοινωνία που ποτέ δεν ξέρεις εκ των προτέρων εάν θα αποβεί υπέρ σου ή σε βάρος σου.
Ο πρωθυπουργός έχει στρατηγικά τοποθετηθεί υπέρ ενός προοδευτικού πολιτικού μετώπου μετά την έξοδο από τα μνημόνια, το οποίο θα μπορούσε (και θα έπρεπε) να οδηγήσει σε μία προοδευτική κυβερνητική συνεργασία. Παρότι ο Αλέξης Τσίπρας είναι αναγκασμένος να διατηρεί την κυβερνητική συνοχή κρατώντας τις ισορροπίες με τον Πάνο Καμμένο, στο μυαλό του είναι πολύ καθαρό πως οι επόμενες εκλογές καλό θα ήταν να οδηγήσουν σε μία συμμαχία με προοδευτικό πρόσημο. Αυτό το θέλουν πολλοί στην κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ, αν και υπάρχουν και ορισμένοι σε “κενό στρατηγικής” που ναρκοθετούν ενίοτε αυτή την πορεία μπερδεύοντας την έννοια της επίθεσης με εκείνη της ανακωχής.
Μόλις πρόσφατα, άλλωστε, Αλέξης Τσίπρας και Φώφη Γεννηματά βρέθηκαν (ξανά) στο ίδιο “κάδρο” της συνόδου των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών. Τα χαμόγελα έδειχναν πως ο πρωθυπουργός αισθάνεται πλέον πολύ άνετα σε αυτό το forum, σε αντίθεση, ίσως, με την επικεφαλής του “Κινήματος Αλλαγής” που δεχόταν παλαιότερα ακόμα και εισηγήσεις να ζητήσει από το PES να μην προσκαλούν τον κ. Τσίπρα, ώστε να κρατά εκείνη κατ΄ αποκλειστικότητα τα κλειδιά της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας.
Αυτή η αμφισημία στο “Κίνημα Αλλαγής” σχετικά με τον Αλέξη Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ είναι εμφανής. Μόλις πρόσφατα ήταν η συνάντηση του πρωθυπουργού με τον Σταύρο Θεοδωράκη –με την πολιτικά “αθώα” ατζέντα της πρότασης του δεύτερου για σύσταση Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας– αλλά και οι απολύτως συναινετικές θέσεις του Ποταμιού περί το θέμα της ονομασίας της ΠΓΔΜ που οδήγησαν συνεργάτες της κ. Γεννηματά να διοχετεύσουν ακόμα και ότι υπάρχουν σκέψεις περί διαγραφής του!
Αλλά και στο συνέδριο του “Κινήματος Αλλαγής” η κ. Γεννηματά είχε να ισορροπήσει ανάμεσα στην ακραία συγκρουσιακή πρόταση του Ευάγγελου Βενιζέλου για “Μέτωπο Δημοκρατίας” κατά του ΣΥΡΙΖΑ και ως εκ τούτου δημιουργία διαύλου (κυβερνητικής) συνεργασίας με τη Ν.Δ και στο σύνθημα της νεολαίας “Φώφη γερά στροφή Αριστερά” αλλά και την παρέμβαση του Γιάννη Ραγκούση υπέρ του αποκλεισμού οιασδήποτε προσέγγισης του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Σε μια πρόσφατη τηλεοπτική συζήτηση ο έμπειρος Κώστας Σκανδαλίδης ήταν σαφής στην …ασάφειά του. Το “Κίνημα Αλλαγής”, είπε, είναι ένα “εκλογικό όχημα”. Το αποτέλεσμα των επόμενων εκλογών θα κρίνει εάν θα επιβιώσει πολιτικά ή θα διαλυθεί. Κι αν κριθεί ότι επιβιώνει πολιτικά, τότε θα αποφασίσει εάν θα συνεργαστεί με τη Ν.Δ ή τον ΣΥΡΙΖΑ. Όλα αυτά, βεβαίως, δεν συνιστούν στρατηγική και ίσως παραπέμπουν σε οπορτουνισμό. Είναι κάτι σαν “τυφλό ραντεβού”. Πρέπει να πας ακόμα κι αν δεν ξέρεις εάν θα συναντήσεις τον μεγάλο έρωτα ή τον βιαστή σου.
Μέχρι τότε, όμως, η κ. Γεννηματά θα είναι αναγκασμένη να αναζητά σημεία σύγκλισης σε προοδευτικό τόπο για να μην αφήνει τον Αλέξη Τσίπρα να μονοπωλεί τον χώρο αυτό, την ίδια ώρα που θα “φλερτάρει” με τις πιο σκληρές θέσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη. Και θα λοξοκοιτάζει, στο μεταξύ, προς τον Ευάγγελο Βενιζέλο, τον Κώστα Σημίτη και άλλους οι οποίοι θα προσπαθούν να την κρατήσουν στο δρόμο που οδηγεί σε μία επανάληψη του 2012-14. Για τις συνέπειες αυτής της πορείας μόνο η ίδια η κ. Γεννηματά έχει να ανησυχεί. Εάν η βόμβα σκάσει, θα σκάσει στα χέρια της. Οι άλλοι έχουν περίπου εξασφαλίσει τη συνέχειά τους ακόμα κι αν χρειαστεί να μετακομίσουν κομματικά…
Για να ολοκληρωθεί, πάντως, η εικόνα, είναι προφανές πως τους επόμενους μήνες σχετικές αποφάσεις έχει να λάβει και ο πρωθυπουργός.
Ακόμα κι αν οι εκλογές διεξαχθούν σε 14 μήνες (Μάϊος του 2019), ο κ. Τσίπρας γνωρίζει πως μόνο η μετατόπιση στο Κέντρο μπορεί να εξασφαλίσει τη συνέχεια της ηγεμονίας του. Οι επόμενες κάλπες, άλλωστε, μπορεί να βγάλουν …τις μεθεπόμενες. Είτε λόγω εκλογικού αποτελέσματος, είτε λόγω της Προεδρικής εκλογής του 2020.
Όμως για να γίνεται ολοένα και πειστικότερη αυτή η στροφή στο Κέντρο, πρέπει να ελαχιστοποιήσει τα μέτωπα που δημιουργούν πόλωση, ξεχωρίζοντας αυτούς που εκπροσωπούν το παλαιό και διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα από εκείνους που μπορούν να επιβιβαστούν στην αμαξοστοιχία της επόμενης μέρας. Αντίπαλοι δεν είναι ο Θεοδωράκης, ο Καμίνης, ο Θεοχαρόπουλος, ο Ραγκούσης. Ούτε καν ο Παπανδρέου. Και φυσικά όχι η Φώφη. Αντίπαλοι είναι οι ιεροκήρυκες της τοξικής αντιΣΥΡΙΖΑ γραμμής που στοιχίζονται πίσω από τον κ. Βενιζέλο και όσοι προτιμούν ως εταίρο και συνομιλητή τον Άδωνι Γεωργιάδη…