Άρθρο της εφημερίδας Frankfurter Rundschau αναφέρεται στον αυξημένο αριθμό των προσφύγων στην Ελλάδα το τελευταίο διάστημα. «Τίθεται το ερώτημα εάν ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει κάποια σχέση (σ.σ. με αυτή την αύξηση). Στην Αθήνα υπάρχει αυτή η ανησυχία. Πρόσφατα ο Ερντογάν απείλησε να χρησιμοποιήσει τους πρόσφυγες ως μέσο άσκησης πιέσεων».
Στη συνέχεια ο ανταποκριτής της εφημερίδας επισημαίνει: «Αυτή η εξέλιξη μπορεί να οφείλεται όμως και στις ελληνικές Αρχές. Η συμφωνία για το προσφυγικό προβλέπει ότι η Τουρκία θα δέχεται πίσω όλους τους πρόσφυγες και μετανάστες που έχουν περάσει παράνομα στην Ελλάδα. Για κάθε έναν που επιστρέφει στην Τουρκία, η ΕΕ θα δέχεται ως αντάλλαγμα έναν Σύρο πρόσφυγα από την Τουρκία. Ωστόσο από τους περίπου 70.000 μετανάστες που έφτασαν στην Ελλάδα από τότε που τέθηκε σε ισχύ η συμφωνία, οι Αρχές έστειλαν πίσω μόλις 1.658. Συνεπώς το ρίσκο εκ νέου απέλασης προς την Τουρκία είναι μικρό για έναν πρόσφυγα.
Καθυστερούν οι διαδικασίες ασύλου
Το γεγονός ότι δεν λειτουργεί η επαναπροώθηση οφείλεται κυρίως στις χρονοβόρες διαδικασίες ασύλου. Για όσο διάστημα διαρκεί αυτή, δεν επιτρέπεται η απέλαση. Γι’ αυτό και τα κέντρα υποδοχής προσφύγων στα νησιά είναι γεμάτα. Στη Σάμο για παράδειγμα, βρίσκονται αυτή τη στιγμή 2.817 άνθρωποι σε ένα κέντρο που έχει προβλεφθεί για 648.
Βάσει της προσφυγικής συμφωνίας οι άνθρωποι πρέπει να παραμένουν στα νησιά μέχρι να υπάρξει απόφαση για την αίτηση ασύλου τους. Προκειμένου όμως να αποσυμφορηθούν τα κέντρα οι ελληνικές Αρχές μεταφέρουν στο μεταξύ όλο και περισσότερους ανθρώπους στην ηπειρωτική χώρα – συνολικά μεταφέρθηκαν την προηγούμενη χρονιά 27.000. Αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει επίσης κίνητρο για κάποιον να τολμήσει το ταξίδι από την Τουρκία προς την Ελλάδα. Διότι όποιος καταφέρει να φτάσει στην ελληνική ηπειρωτική χώρα, μπορεί να ελπίζει ότι θα καταφέρει να φτάσει και στη δυτική Ευρώπη με τη βοήθεια διακινητών».
Παρέμβαση Βίτσα
«Το μεγάλο ζήτημα στην Ευρώπη δεν είναι να παίξουμε ένα παιχνίδι ευθυνών, αλλά να διαχειριστούμε το ίδιο το πρόβλημα», τονίζει για το μεταναστευτικό ο Δημήτρης Βίτσας σε συνέντευξή του στην «Αυγή» της Κυριακής.
Ο υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής σημειώνει την αναγκαιότητα ταχύτερης απονομής ή εξέτασης ασύλου, κάτι που πρακτικά σημαίνει ανθρώπινους και υλικούς πόρους ώστε οι αιτήσεις να εξετάζονται πιο γρήγορα. Μιλώντας για το επικείμενο νομοσχέδιο με τη σύντμηση των διαδικασιών ασύλου, αναφέρει ότι θέλει οι επιτροπές προσφυγών από 12 να γίνουν 20 και το 2019 να γίνουν 30, οι επιτροπές Ασύλου να έχουν περισσότερο κόσμο για γρηγορότερη εξέταση των πρώτων αιτήσεων. «Θέλω επίσης να απλοποιήσω το σύστημα εξέτασης των αιτημάτων ασύλου και να το κάνω πιο γρήγορο», «αυτή τη στιγμή γίνεται μια διαδικασία που φτάνει στο τέλος της και ξαναρχίζει απ’ την αρχή, εγώ θέλω να μην ξαναρχίζει απ’ την αρχή», «με ενδιαφέρει πάρα πολύ να ξέρει ο αιτών άσυλο τι πρόκειται να του συμβεί», δηλώνει ο κ. Βίτσας. Σημειώνει ότι όλη η διαδικασία του νομοσχεδίου πρέπει να έχει λήξει έως τέλος Απριλίου και ότι σε αυτό υπάρχουν και άλλες διατάξεις (αποζημιώσεις νησιωτών, ζητήματα κατάρτισης, εργασιακά κλπ). Ο κ. Βίτσας επισημαίνει ότι το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής οργανώνει και στο νομοθετικό επίπεδο και σε πρακτικό επίπεδο τη στάση του ελληνικού κράτους σε σχέση με τους πρόσφυγες και τους μετανάστες, το οποίο σημαίνει ότι «το βασικό μας πλαίσιο είναι η Συνθήκη της Γενεύης και το Πρωτόκολλο της Ν. Υόρκης, πάνω στο οποίο στηρίζονται το ευρωπαϊκό και ελληνικό δίκαιο».
«Αυτό είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργεί το υπουργείο -και το επισημαίνω γιατί το υπουργείο δεν είναι κίνημα», είπε. «Θέλουμε με όλους τους τρόπους να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν συζητάμε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα», τονίζει για τις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας. «Δεν μπορεί να υπάρξει κανενός είδους συμψηφισμός δύο διαφορετικών υποθέσεων», υπογραμμίζει για τις υποθέσεις των δύο Ελλήνων στρατιωτικών και των οκτώ Τούρκων στρατιωτικών, και σημειώνει πως «η Τουρκία με τον ταχύτερο τρόπο πρέπει να επιστρέψει τους Έλληνες στρατιωτικούς».
Πηγή: Deutsche Welle, ΑΠΕ-ΜΠΕ