Υπέρ της ανάγκης να υπάρξει προληπτική πιστωτική γραμμή στήριξης για τη χώρα μετά από την ολοκλήρωση του υφιστάμενου προγράμματος τον Αύγουστο, τάχθηκε ξανά ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, διευκρινίζοντας πως η λύση αυτή δεν ισοδυναμεί με νέο μνημόνιο.
Μιλώντας σε εκδήλωση του Ελληνικού Συλλόγου Αποφοίτων του London School of Economics, ο κ. Στουρνάρας υποστήριξε ότι σε μία περίοδο που τα περιθώρια (spreads) μεταξύ ελληνικών και ευρωπαϊκών επιτοκίων κινούνται κατά μέσο όρο πάνω από 350 μονάδες βάσης (3,5%), επηρεάζοντας αυξητικά το κόστος δανεισμού του Δημοσίου αλλά και των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, η διατήρηση της «παρέκκλισης» (waiver), για όσο χρόνο η πιστοληπτική αξιολόγηση της χώρας παραμένει σημαντικά χαμηλότερη της επενδυτικής βαθμίδας, είναι επιθυμητή σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος.
Απαραίτητη προϋπόθεση όμως για να εξασφαλιστεί η «παρέκκλιση» (waiver) αποτελεί η συμφωνία για μία προληπτική γραμμή στήριξης. “Η προληπτική γραμμή στήριξης επ’ ουδενί ισοδυναμεί με νέο μνημόνιο” υπογράμμισε χαρακτηριστικά ο κ. Στουρνάρας. Παρόλα αυτά, όπως είπε, εάν η Κυβέρνηση δεν την επιθυμεί θα πρέπει να διερευνηθούν άλλοι τρόποι προκειμένου να μην απολεσθεί η δυνατότητα της «παρέκκλισης» (waiver), τα πλεονεκτήματα της οποίας είναι σημαντικά για το κόστος δανεισμού των ελληνικών τραπεζών, του Ελληνικού Δημοσίου, των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών και δεν θα πρέπει να αγνοηθούν.
Εν κατακλείδι η προληπτική γραμμή στήριξης σύμφωνα με τον διοικητή της ΤτΕ, συμβάλλει στην επιστροφή του Δημοσίου στις αγορές με βιώσιμο τρόπο μετά τον Αύγουστο. Στο πλαίσιο αυτό, όπως είπε ο ίδιος, κύριο μέλημα της Τράπεζας της Ελλάδος είναι, οι όποιες αποφάσεις για το πλαίσιο εποπτείας μετά το τέλος του προγράμματος, να διασφαλίζουν την ομαλή, χαμηλού κόστους και απρόσκοπτη χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών και γενικότερα της ελληνικής οικονομίας, ιδιαίτερα σε περίπτωση που η πιστοληπτική αξιολόγηση του Ελληνικού Δημοσίου παραμείνει χαμηλότερη από την επενδυτική βαθμίδα και εάν οι συνθήκες στις διεθνείς αγορές χρήματος και κεφαλαίων επιδεινωθούν.
Σε ένα τέτοιο οικονομικό περιβάλλον, θα ήταν χρήσιμη τόσο η δημιουργία ενός ικανού «αποθέματος ρευστότητας» μέσω νέων ομολογιακών εκδόσεων, σε συνδυασμό με τις εκταμιεύσεις του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, αλλά και η διατήρηση της «παρέκκλισης» (waiver) για την αποδοχή των ελληνικών ομολόγων ως εξασφαλίσεων στις πράξεις νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος.