Παρατηρώντας κανείς τον κατάλογο ονομάτων των 57 της νέας Εκτελεστικής Επιτροπής του Κινήματος Αλλαγής θα σημειώσει την απουσία δύο στελεχών: του υποψηφίου για την προεδρία του νέου φορέα Γιάννη Ραγκούση, του βουλευτή του Ποταμιού Σπύρου Δανέλλη αλλά και άλλων στελεχών με συγκεκριμένο “πρόσημο”.
Σεραφείμ Π. Κοτρώτσος
Οι πληροφορίες αναφέρουν πως ο μεν πρώτος βολιδοσκοπήθηκε μεν αλλά αρνήθηκε διότι έκρινε πως η σύνθεση του οργάνου ήταν προϊόν διευθετήσεων και εσωτερικών ισορροπιών, ο δε δεύτερος έμαθε πως δεν θα μετάσχει από τα μέσα ενημέρωσης. Η απουσία των δύο δεν φαίνεται να είναι τυχαία, εάν σκεφτεί κανείς πως είναι οι “σημαιοφόροι” της σύγκλισης της κεντροαριστεράς με τον ΣΥΡΙΖΑ, ή, ορθότερα, εκείνοι που αποκλείουν κατηγορηματικά οιαδήποτε πολιτική ή κυβερνητική συνεργασία με τη Ν.Δ.
Από τη λίστα απουσιάζει, αν και για άλλους λόγους, και ο βουλευτής επικρατείας της ΔΗΣΥ και πρόεδρος της συνεργαζόμενης ΔΗΜΑΡ Θανάσης Θεοχαρόπουλος, ο οποίος προ ημερών κατέστησε σαφές πως θεωρεί τη Ν.Δ “στρατηγικό αντίπαλο” του φορέα. Η συμμετοχή τους στην Κ.Ε του ΚΙΝ.ΑΛ, προφανώς δεν εξισορροπεί την απουσία από το μικρότερο κομματικό όργανο στο οποίο, μαζί με το Πολιτικό Συμβούλιο, θα λαμβάνονται οι κρισιμότερες αποφάσεις.
Μία άλλη ηχηρή απουσία -που καλύπτεται πίσω από τη μη συμμετοχή βουλευτών- είναι και αυτή του Δημήτρη Κρεμαστινού, ο οποίος είναι, επίσης, υπέρ των υποστηρικτών της σύγκλισης με τον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ λέγεται πως και ο μέχρι πρότινος στενός συνεργάτης της προέδρου του Κινήματος, Νίκος Μπίστης, κρατείται σε απόσταση εξαιτίας των συναινετικών θέσεων που διατύπωσε στο Σκοπιανό και τη Συνταγματική Αναθεώρηση.
Κάποιοι υποστηρίζουν πως δι’ αυτής της μεθόδευσης η Φώφη Γεννηματά καταργεί εν τοις πράγμασι την πολιτική των “ίσων αποστάσεων” που, κατά τα άλλα, διακηρύττει. Η πρόσφατη ταύτιση, άλλωστε, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη ως προς την απόρριψη του “Κλεισθένη” και της διεξαγωγής των αυτοδιοικητικών εκλογών, τον Οκτώβριο του 2019, με το σύστημα της απλής αναλογικής, θεωρείται ως ένα ακόμα στοιχείο προς επίρρωση της σταδιακής διολίσθησης του Κινήματος προς τα (κεντρο)δεξιά.
Οι δημοσκοπήσεις και το άθροισμα
Ο νέος φορέας εμφανίζεται στις δημοσκοπήσεις (Alco, Pulse, Metron Analysis) με ποσοστά μεταξύ του 6,5% και 10%. Τα στελέχη του ΚΙΝ.ΑΛ αρέσκονται να αναφέρονται στο δεύτερο και να θεωρούν εξαιρετικά πιθανό να υπερβούν το διψήφιο ποσοστό στις επόμενες εκλογές. Ο δε στόχος που έχει τεθεί από την ηγεσία είναι να καταστεί εφικτό να λάβει την τρίτη εντολή σχηματισμού κυβέρνησης (τρίτο κόμμα), όταν, όπως λένε, μετά τις επόμενες εκλογές θα δρομολογηθεί η σχετική διαδικασία μέσω των επαφών με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Άλλοι, πάντως, ισχυρίζονται πως εκείνο στο οποίο πραγματικά ελπίζει η κα Γεννηματά είναι να μπορέσει η Ν.Δ του Κυριάκου Μητσοτάκη να κατακτήσει την αυτοδυναμία. Κι αυτό διότι τότε θα έχει συντελεστεί ο στόχος για “στρατηγική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ”, δίχως, από την άλλη, να αναγκαστεί το ΚΙΝ.ΑΛ να συμμετάσχει σε κυβέρνηση Μητσοτάκη υπό την πίεση της αποφυγής δεύτερης εκλογικής αναμέτρησης.
Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015, ωστόσο, ΔΗΣΥ (ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ, ΚΙΔΗΣΟ κ.ά) και Ποτάμι είχαν αθροιστικά συγκεντρώσει πάνω από 10%. Υπό το πρίσμα αυτό, το γεγονός ότι το ΚΙΝ.ΑΛ, παρά την μιντιακή και πολιτική ευφορία των πρώτων εβδομάδων από την ίδρυσή του (με “προβλέψεις” ακόμα και για αποκαθήλωση του ΣΥΡΙΖΑ από τη δεύτερη θέση), δεν δείχνει αυτή τη στιγμή να μπορεί να συγκεντρώσει το άθροισμα των ποσοστών των συνιστωσών του, του 2015, αλλά παραμένει δημοσκοπικά “κολλημένο” σε σχετικά μικρά ποσοστά, αποτελεί, αναμφίβολα, ένα μήνυμα, το οποίο μάλλον αποφεύγει να το λάβει υπόψη της η ηγεσία του.
Η πρόσφατη αποδοχή από τον Αλέξη Τσίπρα της πρότασης της Φώφης Γεννηματά για επίσπευση της Συνταγματικής Αναθεώρησης, φαίνεται πως αιφνιδίασε την ηγεσία του ΚΙΝ.ΑΛ. Και η απόρριψη της πρότασης από τον Κυριάκο Μητσοτάκη (σε συνδυασμό με τη σκληρή απάντηση της εκπροσώπου της Ν.Δ Μαρίας Σπυράκη) έφερε αμηχανία. Προσώρας δημιουργήθηκαν εντυπώσεις περί σύγκλισης του νέου φορέα με τον ΣΥΡΙΖΑ και ακολούθησαν οι “ψυχρές” δηλώσεις αντιπαράθεσης μεταξύ της προέδρου του Κινήματος και του αποστασιοποιημένου εδώ και καιρό Ευάγγελου Βενιζέλου.
Η σχέση με τον Βενιζέλο
Ο Γιάννης Ραγκούσης κάλεσε την Φώφη Γεννηματά να έρθει σε ρήξη με τον πρώην αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Σαμαρά. Σαφής η προτροπή ακόμα και για διαγραφή, κάτι που αρκετοί υποστηρίζουν πως θα ενίσχυε το αρχηγικό προφίλ της κας Γεννηματά, ενώ από την άλλη θα προσέδιδε πρόσημο αυτονομίας και απεγκλωβισμού του Κινήματος από την χειραγώγησή του από τη Ν.Δ την οποία επιδιώκουν πολλοί εντός των τειχών.
Την ίδια ώρα, ωστόσο, ευφυώς, στελέχη της Ν.Δ (Κωστής Χατζηδάκης) απευθύνουν προσκλήσεις σε στελέχη του χώρου που, όμως, δεν συμμετέχουν στο ΚΙΝ.ΑΛ, όπως η Άννα Διαμαντοπούλου ή ο Γιώργος Φλωρίδης. Ακολουθώντας, από άλλη κατεύθυνση, το δόγμα Σαμαρά ότι “το Κίνημα Αλλαγής είναι απαραίτητος εταίρος”, στη Ν.Δ κάνουν ότι μπορούν για να υπονομεύσουν το νέο φορέα. Δημιουργούν, δηλαδή, εντυπώσεις ότι οι δυνητικοί ψηφοφόροι του μπορούν εύκολα να επιλέξουν το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης αφού ενσωματώνει στοιχεία και πρόσωπα του εκσυγχρονιστικού ΠΑΣΟΚ, αφετέρου καλλιεργούν κλίμα αναγκαστικής μετεκλογικής συνύπαρξης.
Στην ίδια κατεύθυνση κινούνται τόσο ο Ευάγγελος Βενιζέλος, όσο ο Ανδρέας Λοβέρδος (στην υπόθεση της “συμμαχικής” επίθεσης στη Συρία ταυτίστηκε με την άποψη της Ν.Δ και, αν και αρμόδιος τομεάρχης, “άδειασε” τη θέση του ΠΑΣΟΚ) αλλά και οι περισσότεροι εκ των βουλευτών της ΔΗΣΥ. Η κοινοβουλευτική ομάδα της τελευταίας δεν ελέγχεται επαρκώς από την κα Γεννηματά και πλειοψηφικά τάσσεται υπέρ της σκληρής αντιΣΥΡΙΖΑ γραμμής και επαγωγικά υπέρ της κοινής πορείας με τη Ν.Δ, στο πλαίσιο του “μετώπου δημοκρατίας” που έχει εισηγηθεί ο κ. Βενιζέλος.
Στο Μέγαρο Μαξίμου σκέπτονται να επιταχύνουν τη διαδικασία της Συνταγματικής Αναθεώρησης και να δημιουργήσουν συνθήκες πιθανής σύγκλισης. Στο ίδιο ελπίζουν και με την πρόοδο των διαπραγματεύσεων για το Σκοπιανό, εφόσον αρθούν, φυσικά, οι δισταγμοί της κυβέρνησης Ζάεφ. Ο Αλέξης Τσίπρας δέχεται εισηγήσεις ακόμα και για πρόσκληση προς τη Φώφη Γεννηματά στο Μέγαρο Μαξίμου (όπως συνέβη και με τον Σταύρο Θεοδωράκη κατόπιν της πρότασής του για συγκρότηση Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας). Όμως, η τελευταία απορρίπτει (δημοσίως αλλά και μέσω άλλων διαύλων) μια κατ’ ιδίαν επικοινωνία παραπέμποντας το θέμα στη Βουλή. Στελέχη του ΚΙΝ.ΑΛ αντιλαμβάνονται τη στάση της προέδρου ως “παιχνίδι με το χρόνο” και τακτική αμφισημίας: και προοδευτικό πρόσημο αλλά και αποφυγή αναγνώρισης της ηγεμονίας του ΣΥΡΙΖΑ.
Η παράμετρος Παπανδρέου και η αριστερή στροφή
Οι γνωρίζοντες λένε πως σημαντικό ρόλο στις εξελίξεις σχετικά με τη στάση του ΚΙΝ.ΑΛ θα παίξει ο μέχρι σήμερα διακριτικός έως σιωπηλός Γιώργος Παπανδρέου. Αναμφίβολα είναι ρητά εναντίον οιασδήποτε συνεργασίας με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Από την άλλη, όμως, φαίνεται πως πρωταρχικός στόχος του είναι να αφήσει τα πράγματα να κυλήσουν μέχρι τις επόμενες εκλογές, ελπίζοντας ίσως σε μία ήττα του ΚΙΝ.ΑΛ και μια δική του πολιτική παλινόρθωση.
Όλα, βεβαίως, τίθενται στο πλαίσιο της επιρροής συνιστωσών και προσώπων αλλά και στα ανταλλάγματα που καθένας μπορεί να διεκδικήσει στο μετεκλογικό τοπίο. Μία νίκη της Ν.Δ με σημαντική διαφορά θα αναγκάσει εκ των πραγμάτων τον Σταύρο Θεοδωράκη, τον Γιώργο Καμίνη και, εν κατακλείδι, την ίδια τη Φώφη Γεννηματά να αποδεχθούν το imperium Μητσοτάκη. Αυτό, βεβαίως, εγκυμονεί τον μεγάλο κίνδυνο των εσωτερικών συγκρούσεων και, φυσικά, του να φυλλοροήσει το εγχείρημα, όπως συνέβει με το ΠΑΣΟΚ μετά τη συνεργασία του με τον Αντώνη Σαμαρά.
Εάν, όμως, το εκλογικό αποτέλεσμα κριθεί οριακά, τότε ο βαθμός δυσκολίας αυξάνει και ίσως επικρατήσουν δεύτερες σκέψεις. Δεν πρέπει να υποτιμά, άλλωστε, κανείς, και τον ψυχολογικό παράγοντα. Το πολιτικό προσωπικό του ΚΙΝ.ΑΛ είναι επί της ουσίας πολιτικό προσωπικό ΠΑΣΟΚ. Στελέχη, δηλαδή, που έχουν γαλουχηθεί στην τακτική διεμβολισμού της Αριστεράς, στις δεκαετίες του ’80 και του ’90, τα οποία είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποδεχθούν τώρα την αντίστροφη διαδικασία και την ηγεμονία Τσίπρα στον χώρο της κεντροαριστεράς και της σοσιαλδημοκρατίας.
Η Φώφη Γεννηματά, άλλωστε, έκανε πως δεν άκουσε το σύνθημα της νεολαίας του ΠΑΣΟΚ, στο πρόσφατο ιδρυτικό συνέδριο του ΚΙΝ.ΑΛ, όταν την προέτρεπαν “Φώφη γερά, στροφή αριστερά”. Τα πολιτικά αντισώματα μιας συμπόρευσης με τον Αλέξη Τσίπρα είναι ισχυρά και θα αδυνατίσουν μόνο εάν το επιβάλλουν οι (μετεκλογικές) συνθήκες.