«Δεν θα αργούσε η επιστροφή της μητέρας μου στο σπίτι. Δεν ήξερα τι θα έπρεπε πια να κάνω. Άνοιξα το παράθυρο και τη μπαλκονόπορτα του δωματίου μου κι άφησα το μωρό να πέσει επάνω σε ένα δίχτυ, το οποίο γνώριζα ότι υπάρχει ακριβώς από κάτω, στον ακάλυπτο χώρο της πολυκατοικίας μου, ενώ ήμουν απόλυτα σίγουρη ότι δεν πρόκειται να πάθει τίποτα το μωρό μου».
Συναισθήματα φόβου, ντροπής, σύγχυσης και πανικού περιγράφει στο απολογητικό υπόμνημα που παρέδωσε στην ανακρίτρια της υπόθεσης η νεαρή κατηγορούμενη για παιδοκτονία, η οποία αφέθηκε ελεύθερη με όρους και χρηματική εγγύηση μετά την απολογία της. Σύμφωνα με όσα ισχυρίζεται, ήταν πεπεισμένη ότι αν έλεγε στην μητέρα της ότι είναι έγκυος, εκείνη θα νευρίαζε μαζί της και θα την προέτρεπε να κάνει έκτρωση. Έτσι, αποφάσισε να κρύψει το γεγονός με σκοπό, αφού γεννηθεί το παιδί, να το δώσει για υιοθεσία σε κάποια οικογένεια.
https://youtu.be/YFC4lafWHpg
Η 22χρονη περιγράφει στο υπόμνημα της ότι γέννησε μόνη στη μπανιέρα του σπιτιού της, στη Νέα Σμύρνη, τρομοκρατημένη και προσπαθώντας να κάνει όσα είχε διαβάσει στο ίντερνετ για τον τοκετό. Σημειώνει, μάλιστα, ότι τη στιγμή που γεννούσε γύρισε για μερικά λεπτά η μητέρα της και για να μην καταλάβει κάτι προσποιήθηκε πως κάνει ντους: «Εκείνη την ώρα επέστρεψε η μητέρα μου, η οποία, αφού κατάλαβε ότι ήμουν στο μπάνιο, μου φώναξε για να μου πει ότι θα πάει στη γιαγιά μου και ότι θα επέστρεφε προσεχώς για να πάμε σε κάποιες δουλειές που είχαμε. Έζησα τον απόλυτο πανικό εκείνη τη στιγμή. Ο χρόνος μου τελείωνε…».
Η σπουδάστρια αναφέρει με λεπτομέρειες κάθε σκέψη που έκανε, εν μέσω αφόρητων πόνων, καθώς γεννούσε όρθια στη μπανιέρα, φοβούμενη μήπως κάποιος ακούσει τις φωνές της και μιλάει για τη στιγμή που το μωρό, τελικά, «βγήκε, μου γλίστρησε μέσα από τα χέρια μου και έπεσε στη μπανιέρα. Κόπηκε με αυτόν τον τρόπο και ο ομφάλιος λώρος. Το σήκωσα από τη μπανιέρα και διαπίστωσα ότι αναπνέει αχνά, με δυσκολία. Ωστόσο, δεν έκλαψε καθόλου. Είχα μάθει από την ενημέρωσή μου στο διαδίκτυο ότι το μωρό μόλις γεννηθεί πρέπει να κλάψει… Το μπάνιο είχε πλημμυρίσει με αίματα. Από στιγμή σε στιγμή θα επέστρεφε η μητέρα μου. Σε κατάσταση πανικού και έντρομη, έκοψα με ψαλίδι το τμήμα του ομφάλιου λώρου που κρεμόταν από εμένα. Δεν ήξερα, όμως, ότι έπρεπε να δεθεί και η αιμορραγία συνεχίστηκε. Όσο γρηγορότερα μπορούσα έπλυνα το μωρό και ξεπλύθηκα και η ίδια από τα αίματα. Βγήκα από το μπάνιο και πήγα στο δωμάτιό μου με το μωρό… Δεν θα αργούσε η επιστροφή της μητέρας μου. Δεν ήξερα τι θα έπρεπε, πλέον, να κάνω. Άνοιξα το παράθυρο και τη μπαλκονόπορτα του δωματίου μου και άφησα το μωρό να πέσει επάνω σε ένα δίχτυ, που γνώριζα ότι υπάρχει ακριβώς από κάτω στον ακάλυπτο χώρο της πολυκατοικίας μου, ενώ ήμουνα απόλυτα σίγουρη ότι δεν πρόκειται να πάθει τίποτα το μωρό μου… Μάζεψα όσο ταχύτερα μπορούσα τις πετσέτες που είχαν αίμα, καθώς και τον πλακούντα, τα έβαλα σε μια σακούλα και κατέβηκα να τα πετάξω στον κάδο απορριμμάτων που βρίσκεται απέναντι από την πολυκατοικία».
Η 22χρονη υποστηρίζει πως πριν προλάβει να καθαρίσει το μπάνιο η μητέρα της γύρισε και ότι όταν τη ρώτησε τι συνέβη δικαιολογήθηκε πως αδιαθέτησε, δικαιολογία στην οποία επέμεινε όταν είδε τη μητέρα της να δυσπιστεί λόγω της μεγάλης ποσότητας αίματος που υπήρχε. Στην συνέχεια, όπως λέει η κατηγορουμένη, «ανέμενα καρτερικά τη στιγμή που θα αποχωρούσε η μητέρα μου, είτε για κάποια δουλειά, είτε για ψώνια, ώστε να πάρω το παιδί μου και να πάμε σε ένα νοσοκομείο».
Ωστόσο, όπως περιγράφει στο υπόμνημα, τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως τα υπολόγιζε: «Το Σάββατο, 21 Απριλίου, η, από τον ισόγειο όροφο, γειτόνισσα, ήρθε στο σπίτι μου και είπε στη μητέρα μου πως στο δίχτυ που βρίσκεται στον ακάλυπτο χώρο φαίνεται να κείται κάτι σαν μωρό. Βγήκαν από το δωμάτιό μου να το δουν, όμως επειδή δεν ήταν ευδιάκριτο κατέβηκαν στο ισόγειο, όπου και διαπίστωσαν πράγματι περί τίνος επρόκειτο. Αμέσως κάλεσαν την αστυνομία. Δεν ανέφερα τίποτα ούτε στους αστυνομικούς, ούτε στη μητέρα μου, η οποία με ρώτησε επί τούτω, εκ νέου, προφανώς ενθυμούμενη το περιστατικό της προηγούμενης ημέρας. Ο φόβος, ο οποίος είχε πλέον αναμιχθεί με ντροπή, με απέτρεψε από το να της αναφέρω τι είχε συμβεί».
Στο υπόμνημα γίνεται εκτενής αναφορά στη συνολική κατάσταση που βίωσε η σπουδάστρια και ειδικά αμέσως μετά τον τοκετό της. «Αυτό το τραυματικό γεγονός που βίωσα δεν μπορεί να εξηγηθεί με την καθημερινή λογική και κατανόηση. Είναι τελείως διαφορετικός ο τρόπος αντιμετώπισης της κατάστασης από ένα άτομο, ένα κορίτσι, ένα παιδί, όταν το έμβρυο είναι ακόμα μέσα στην κοιλιά, που έχει τον έλεγχο αυτής της κατάστασης και διαφορετικά όταν έρχεται κάποιος αντιμέτωπος με την πραγματικότητα. Η ψυχοβιολογική υπόστασή του με την εμφάνιση του παιδιού αναταράσσεται, είναι μια σκηνή τραγική, μοναχική και επώδυνη» σημειώνει.
Τέλος, αναφέρεται στην απόρριψη που ένιωσε τόσο από τον νεαρό σύντροφό της, όσο και από τη φίλη της, όταν τους είπε πως είναι έγκυος: «Προσπάθησα να βρω στήριγμα σε όλη αυτήν την περίπλοκη διαδικασία τόσο από τον σύντροφό μου, όσο και από τους φίλους μου. Δυστυχώς, η απόρριψή τους με ανάγκασε να ανέβω μόνη μου τον Γολγοθά, ενώ και η φοβία μου για να το εξωτερικεύσω πολλαπλασιάστηκε. Αφού δεν ενδιαφέρονταν κανένας, πώς η μητέρα μου θα το αποδεχόταν; Πώς θα έβρισκα το θάρρος να πω κάτι τέτοιο σε αυτήν; Πώς θα αντιδρούσε όταν όλοι οι υπόλοιποι με αποθαρρύνουν;».