Για ένα “νέο κεφάλαιο ανάπτυξης” κάνει λόγο το κείμενο των εαρινών οικονομικών προβλέψεων για την ελληνική οικονομία που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα η Κομισιόν στις Βρυξέλλες και το οποίο καταγράφει ότι “η οικονομία της Ελλάδας αυξήθηκε πέρσι κατά 1,4%, – πρώτη φορά που η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ ξεπέρασε το 1% από το 2007 και η οικονομική ανάκαμψη αναμένεται να επιταχυνθεί αν υποτεθεί ότι θα ολοκληρωθεί επιτυχώς το πρόγραμμα στήριξης της σταθερότητας”.
Η Κομισιόν σημειώνει ότι η ανεργία αναμένεται να μειωθεί κάτω από το 20% μέχρι το 2019, για πρώτη φορά μετά το 2011″ και μετά το δημοσιονομικό πλεόνασμα του 2017, “για δεύτερη συνεχή χρονιά η Ελλάδα βρίσκεται σε καλό δρόμο για την επίτευξη του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% 2018 και 2019”.
Η προοπτική αυτή εξαρτάται από την ομαλή ολοκλήρωση της τέταρτης και της τελικής αξιολόγησης και προϋποθέτει την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος στήριξης σταθερότητας της Ελλάδας με τον ESM.
Αναλυτικά, η Κομισιόν προβλέπει ότι το χρέος θα μειωθεί από 178,6% το 2017 σε 177,8% το 2017 και 170,3% το 2019.
Το πλεόνασμα του προϋπολογισμού θα είναι 0,8% το 2017, 0,4% το 2018 και 0,2% το 2019.
Η ανεργία αποκλιμακώνεται από 21,5% το 2017 σε 20,1% το 2018 και 18,4% το 2019 και ΑΕΠ αυξάνεται κατά 1,4% το 2017, 1,9% το 2018 και 2,3% το 2019 και ο πληθωρισμός θα είναι 1,1% το 2017, 0,5% το 2018 και 1,2% το 2019.
Οι δυσμενείς κίνδυνοι για τις προβλέψεις είναι πιο έντονοι και σχετίζονται με τη χρηματοδότηση επενδύσεων και τις περιφερειακές γεωπολιτικές εντάσεις.
Ωστόσο η Κομισιόν καταγράφει “επιβράδυνση στο τέλος ενός καλού έτους”, όπως λέει χαρακτηριστικά με “το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδας να έχει αυξηθεί κατά 1,4% το 2017, αν και ο ρυθμός ανάπτυξης το τελευταίο τρίμηνο του έτους ήταν ένα μέτριο 0,1% από τρίμηνο σε τρίμηνο (σε εποχικά διορθωμένους όρους), που αντιστοιχεί σε αύξηση 1,9% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους”.
“Αν και αυτό το ποσοστό ήταν χαμηλότερο από τις προβλέψεις, αυτό σηματοδοτεί για πρώτη φορά από το 2006 ότι η οικονομία της Ελλάδας αυξήθηκε και στα τέσσερα τρίμηνα του έτους”, καταγράφει η Κομισιόν.
Όσον αφορά τη σύνθεση της αύξησης του ΑΕΠ, οι επενδύσεις αυξήθηκαν κατά 9,6% με σημαντική αύξηση το τελευταίο τρίμηνο, κυρίως λόγω των εταιρικών επενδύσεων.
Ως εκ τούτου, η επένδυση αποτέλεσε τη βασική κινητήρια δύναμη ανάπτυξης, με συνεισφορά 1,1 μονάδες, η ιδιωτική κατανάλωση προσέφερε ένα φτωχό μερίδιο με 0,1 μονάδες , ενώ η δημόσια κατανάλωση έχασε 0,2 μονάδες και ο τομέας των εξαγωγών επωφελήθηκε από την αύξηση της ζήτησης στο εξωτερικό, αλλά το περιεχόμενο εισαγωγών στις εξαγωγές και στις επενδύσεις παρέμεινε υψηλό, μειώνοντας τη συμβολή του εξωτερικού τομέα.
Το πραγματικό ΑΕΠ προβλέπεται τώρα να αυξηθεί κατά 1,9% το 2009 αναφέρει η Κομισιόν, αν και το 2018 θα κλείσει στο 1,9 και το 2019 στο 2,3% κάτι που συνιστά αναθεώρηση προς τα κάτω σε σύγκριση με τις προβλέψεις για το χειμώνα του 2018.
“Αυτό αντικατοπτρίζει το σημαντικά χαμηλότερο αποτέλεσμα μεταφοράς για το 2018 λόγω της χαμηλότερης από την αναμενόμενη αύξησης του ΑΕΠ το τελευταίο τρίμηνο του 2017”.
Επιπλέον, η μη ικανοποιητική επίδοση της ιδιωτικής κατανάλωσης υποδεικνύει ότι τα νοικοκυριά μπορεί να είναι πιο οικονομικά εκτεθημένα από ό, τι είχε υποτεθεί προηγουμένως και ότι οι σημαντικές βελτιώσεις στην απασχόληση χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να μετατραπούν σε αύξηση της κατανάλωσης.
Η πρόσθετη ρευστότητα πρέπει να προέρχεται από την προσπάθεια εκκαθάρισης των καθυστερήσεων, των άμεσων ξένων επενδύσεων και την υποστήριξη των διεθνών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
Σε ό,τι αφορά τις εξαγωγές, αυτές αναμένεται να συνεχίσουν να αποδίδουν και με βάση τις προ-κρατήσεις, ο τουριστικός τομέας θα έχει μια ακόμη πολύ ευνοϊκή σεζόν φέτος.
Οι εξαγωγές αγαθών αναμένεται να φθάσουν σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, ωστόσο, η ζήτηση για εισαγωγές προβλέπεται επίσης να είναι ισχυρή ως αποτέλεσμα της αύξησης των επενδύσεων.
“Ως αποτέλεσμα, οι καθαρές εξαγωγές είναι απίθανο να συμβάλουν πολύ στην ανάπτυξη συνολικά”.
Η ανάκαμψη της αγοράς εργασίας αναμένεται να συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια. Η απασχόληση αυξήθηκε κατά 2,1% το 2017. Η ανεργία μειώθηκε στο 21,5% και αναμένεται να μειωθεί κάτω από το 20% μέχρι το 2019.
Οι πληθωριστικές πιέσεις αναμένεται να παραμείνουν υποτονικές φέτος και επόμενο, λόγω της μεγαλύτερης από το αναμενόμενο αποτέλεσμα βάσης από τα φορολογικά μέτρα του προηγούμενου έτους και της βραδείας ανάκαμψης της ιδιωτικής κατανάλωσης.
Ομοίως, οι μισθοί αναμένεται να αυξηθούν ελαφρώς.
«Σε καλό δρόμο για επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος»
Η Κομισιόν καταγράφει ότι η Ελλάδα έφθασε σε πλεόνασμα της γενικής κυβέρνησης 0,8% του ΑΕΠ το 2017 και σημαντικά υπερέβη τον στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος του 1,75% σύμφωνα με τον ορισμό του προγράμματος ΕΜΣ.
Το αποτέλεσμα αυτό υποστηρίχθηκε από πολλά μέτρα, ιδίως τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος του 2016 και τη μεταρρύθμιση της έμμεσης φορολογίας. Εντούτοις, “ο μεταφορικός αντίκτυπος της υπερβολικής απόδοσης είναι πιθανόν να είναι περιορισμένος”, καθώς επιτεύχθηκε εν μέρει “μέσω χαμηλότερων από αναμενόμενων δαπανών και μερικών προσωρινών παραγόντων, συμπεριλαμβανομένης της πληρωμής καθυστερούμενων οφειλών μέσω μιας πρωτοβουλίας εθελοντικής γνωστοποίησης”.
Η Κομισιόν δέχεται ότι η Ελλάδα αναμένεται να επιτύχει το στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος με ποσοστό 3,5% του ΑΕΠ το 2018 και να το διατηρήσει το 2019, όπως συμφωνήθηκε στο πλαίσιο της δεύτερης αναθεώρησης του προγράμματος.
Η πρόβλεψη λαμβάνει υπόψη τα φορολογικά μέτρα που εγκρίθηκαν κατά τη διάρκεια του προγράμματος, συμπεριλαμβανομένης της δέσμης μέτρων μετά το πρόγραμμα τον Μάιο του 2017.
Το πακέτο περιλαμβάνει την επανεξάρτηση όλων των συντάξεων αποδίδοντας εξοικονόμηση 1% του ΑΕΠ το 2019. Οι δημοσιονομικές επιπτώσεις αυτού του είδους αναμένεται να αντισταθμιστούν από την αύξηση των κοινωνικών και επενδυτικών δαπανών.
Η πρόβλεψη δεν λαμβάνει υπόψη τις τρέχουσες δημοσιονομικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και την επαναλαμβανόμενη υποαπορρόφηση σε σχέση με τους εγκριθέντες δημοσιονομικούς στόχους, γεγονός που αποτελεί σημαντικό αναδυόμενο κίνδυνο.
Οι καθοδικοί κινδύνοι σχετίζονται κυρίως με τις πρόσφατες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας σχετικά με ορισμένες μεταρρυθμίσεις στον τομέα των μισθών στο παρελθόν, καθώς το μέγεθος και η καταγραφή των επιπτώσεων δεν έχουν διευκρινιστεί ακόμη, καθώς και την έγκαιρη ολοκλήρωση των τρεχουσών μεταρρυθμίσεων, συμπεριλαμβανομένης της επανεκτίμησης των περιουσιακών στοιχείων για τον φόρο ακίνητης περιουσίας της ENFIA.
Το πλεόνασμα της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να φθάσει το 0,4% του ΑΕΠ το 2018 και το 0,2% του ΑΕΠ το 2019.
Ενόψει της προβλεπόμενης μείωσης του ισοζυγίου παραγωγής, το διαρθρωτικό ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης προβλέπεται να μειωθεί από πλεόνασμα περίπου 21/2% του ΑΕΠ το 2018 σε περίπου 11/2% του ΑΕΠ το 2019.
Ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ μειώθηκε από 180,8% Από 2016 σε 178,6% το 2017 και αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω λόγω των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων και της ταχύτερης ονομαστικής αύξησης.