Διεθνή αναταραχή με γεωστρατηγικές, πολιτικές και οικονομικές επιπτώσεις προκαλεί η απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να αποσύρει τις ΗΠΑ από την διεθνή συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Αν και ο Αμερικανός πρόεδρος είχε προϊδεάσει εδώ και καιρό, τόσο την Τεχεράνη όσο και τον ευρωπαϊκό βραχίονα της συμφωνίας (Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία) για τις προθέσεις του, οι κραδασμοί από την απόφασή του είναι έντονοι και οι εξελίξεις ραγδαίες.
Στην απόφασή του ο Τραμπ ανέφερε ότι οι ΗΠΑ θα επιβάλουν στην Τεχεράνη «το ύψιστο επίπεδο οικονομικών κυρώσεων» και το υπουργείο Οικονομικών, ως αρμόδιο, τονίζει σε ανακοίνωσή του ότι θα πρόκειται για ένα «ευρύ φάσμα κυρώσεων». Σημειώνει μάλιστα ότι αυτές θα στοχεύουν τον πετρελαϊκό τομέα του Ιράν και τις συναλλαγές με την κεντρική τράπεζα της χώρας.
Παραλλήλως αναφέρει ότι οι κυρώσεις σχετικά αναφορικά με τις αεροπορικές εξαγωγές στο Ιράν, το εμπόριο μετάλλων της χώρας και κάθε προσπάθεια της Τεχεράνη να αποκτήσει αμερικανικά δολάρια επίσης θα επιβληθούν εκ νέου.
Παγώνουν οι παραγγελίες αεροσκαφών
Ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Στίβεν Μνούτσιν διεμήνυσε, λίγη ώρα μετά τις δηλώσεις Τραμπ, ότι θα ανακληθούν οι άδειες που είχαν δοθεί στις αεροπορικές βιομηχανίες Boeing και Airbus για την πώληση επιβατικών αεροσκαφών και ανταλλακτικών στο Ιράν. Συμπλήρωσε ωστόσο ότι η ανάκληση αυτή θα τεθεί σε ισχύ έπειτα από μια περίοδο 90 ημερών.
Σημειώνεται ότι η IranAir είχε παραγγείλει συνολικά 200 επιβατικά αεροσκάφη. Από αυτά τα 100 ήταν παραγγελία από την Airbus, 80 από την Boeing και 20 από τη γαλλοϊταλική βιομηχανία ATR. Και οι τρεις συμφωνίες όμως, προϋπέθεταν άδειες εξαγωγής από την αμερικανική κυβέρνηση, καθώς πολλά από τα τμήματα αυτών των αεροσκαφών κατασκευάζονται στις ΗΠΑ.
Η συμφωνία με την Μπόινγκ είχε κλείσει τον Δεκέμβριο του 2016 και αφορούσε την πώληση στην IranAir 80 αεροσκαφών 777-300 ER αξίας 17 δισεκατομμυρίων ευρώ. Μάλιστα η συμφωνία είχε τυπικά διάρκεια μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2020.
Η Ερμπάς πάντως, πριν την συνέντευξη Τύπου του Μνούτσιν, ανακοίνωσε ότι θα μελετήσει την απόφαση του Τραμπ, προσθέτοντας ότι αυτό θα πάρει κάποιο χρόνο.
Το πετρέλαιο
Αν και λίγες ώρες πριν την ανακοίνωση της απόφασης Τραμπ οι τιμές του πετρελαίου έκαναν βουτιά έως και 3,5%, κυρίως λόγω αμφιβολιών που μετέδιδαν αμερικανικά Μέσα Ενημέρωσης, και παρά την με «νευρικό» τρόπο διόρθωση στην συνέχεια, ο Μνούτσιν δεν αναμένει μεγάλες αυξήσεις. Και αυτό γιατί εκτιμά ότι ορισμένες χώρες εμφανίζονται διατεθειμένες να αυξήσουν την παραγωγή τους «για να αντισταθμιστούν οι απώλειες» που θα επιφέρουν στην προσφορά οι αμερικανικές κυρώσεις στο ιρανικό αργό.
Ο Μνούτσιν απέφυγε να κατονομάσει αυτές τις χώρες, παραδέχθηκε ωστόσο ότι έχουν γίνει συζητήσεις με «διάφορα μέρη που θα ήταν διατεθειμένα να αυξήσουν την προσφορά πετρελαίου». Ο πανηγυρικός τρόπος πάντως με τον οποίο η Σαουδική Αραβία χαιρέτησε την απόφαση Τραμπ (επίσημη ανακοίνωση του παλατιού, την οποία μετέδωσε το κρατικό τηλεοπτικό δίκτυο Αλ Ιχμπαρίγια), ίσως αποτελεί μία ένδειξη. Είναι γνωστή άλλωστε η αντιπαράθεση του Ριάντ με την Τεχεράνη, στην Συρία και κυρίως στην Υεμένη, όπως γνωστή είναι και η αναβάθμιση των σχέσεων Σαουδικής Αραβίας και ΗΠΑ σε πολιτικό, οικονομικό και πρωτίστως στρατιωτικό επίπεδο.
Μπλόκο στην Γερμανία
Την ίδια ώρα ο Αμερικανός πρέσβης στην Γερμανία, Ρίτσαρντ Γκρένελ, προειδοποίησε τις γερμανικές επιχειρήσεις να σταματήσουν άμεσα την δραστηριοποίησή τους στο Ιράν, λόγω της αμερικανικής απόφασης για επαναφορά των κυρώσεων εναντίον της Τεχεράνης.
Ο πρόεδρος Τραμπ «δήλωσε ότι οι κυρώσεις θα στοχεύουν κρίσιμης σημασίας τομείς της ιρανικής οικονομίας και οι γερμανικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο Ιράν θα πρέπει να σταματήσουν άμεσα τις δραστηριότητές τους», τόνισε ο Γκρένελ, ο οποίος ανέλαβε φέτος τα καθήκοντά του. Η δήλωση αυτή αποτελεί και την πρώτη, μέχρι στιγμής, προτροπή της αμερικανικής διπλωματίας προς τρίτη χώρα για το πώς θα πρέπει να συμπεριφερθεί μετά την απόφαση του Αμερικανού προέδρου.
Νωρίτερα πάντως, ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Χάικο Μάας είχε διαμηνύσει ότι το Βερολίνο θα προσπαθήσει να κρατήσει «ζωντανή αυτή τη σημαντική συμφωνία (για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν), που διασφαλίζει ότι η Μέση Ανατολή και ο κόσμος στο σύνολό του είναι πιο ασφαλής».
«Φωτιά» στην Μέση Ανατολή
Το Ισραήλ χαιρέτησε την απόφαση Τραμπ για το Ιράν και λίγη ώρα αργότερα ο στρατός ανακοίνωσε ότι κινητοποιεί κάποιες από τις εφεδρικές δυνάμεις του. Επισήμως δεν δόθηκε καμία διευκρίνιση για την κλίμακα της επιστράτευσης και εκπρόσωπος του στρατού περιορίστηκε να δηλώσει ότι «επιστρατεύουμε εφέδρους σε ειδικές περιπτώσεις, όπως απαιτείται».
Είχε προηγηθεί επίθεση του ισραηλινού στρατού με πυραύλους εναντίον ιρανικών στόχων κοντά στην Δαμασκό, όπου σκοτώθηκαν τουλάχιστον εννέα μαχητές που ανήκαν στους Ιρανούς Φρουρούς της Επανάστασης. «Κόκκινος συναγερμός» χτύπησε και στα υψίπεδα του Γκολάν, λόγω «ασυνήθιστης», σύμφωνα με τους Ισραηλινούς, κινητικότητας των ιρανικών δυνάμεων στην Συρία.
Σημειώνεται ότι το Ιράν εμπλέκεται στον πόλεμο στην Συρία, αποτελώντας βασικό σύμμαχο του Άσαντ, το Ισραήλ και η Συρία επισήμως δεν έπαψαν ποτέ να βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση, ενώ στις εκλογές της περασμένης Κυριακής στον γειτονικό Λίβανο η φιλοιρανική Χεζμπολάχ, η οποία επίσης πολεμά στο πλευρό του Σύρου προέδρου, αναδείχθηκε πρώτη δύναμη.
Η Δαμασκός, όπως ήταν αναμενόμενο, καταδίκασε «σθεναρά» την αποχώρηση των ΗΠΑ από την συμφωνία και εξέφρασε την «απόλυτη αλληλεγγύη» της στην Τεχεράνη, ενώ παρέμβαση έκανε και η επίσης παρούσα στον συριακό πόλεμο Τουρκία.
Πως αντιδρούν Τουρκία και Ευρώπη
Εκπρόσωπος του Ερντογάν προειδοποίησε ότι η απόφαση Τραμπ «πρόκειται να προκαλέσει αστάθεια και νέες συγκρούσεις», όμως ο υπουργός Οικονομικών Νιχάτ Ζεϊμπκτσί ανέβασε τους τόνους της αντιπαράθεσης. «Από εδώ και στο εξής θα εμπορευόμαστε με το Ιράν, εντός του δυνατού πλαισίου, μέχρι τέλους και δεν θα δίνουμε λογαριασμό σε κανέναν για αυτό» είπε ο Ζεϊμπεκτσί, δηλώνοντας την πρόθεση της Τουρκίας να μην συμμορφωθεί πλήρως με τις αμερικανικές κυρώσεις. Άγκυρα και Τεχεράνη μετέχουν άλλωστε, μαζί με την Ρωσία, στην Σύνοδο της Αστάνας, η οποία προωθεί ένα σχέδιο για την ειρήνευση στην Συρία.
Την ίδια ώρα την λύπη τους για την αποχώρηση των ΗΠΑ εκφράζουν οι Ευρωπαίοι, με επικεφαλής την Γαλλία, την Γερμανία και την Βρετανία, διατυπώνοντας παραλλήλως την επιθυμία τους να «εργαστούν συλλογικά» για «ευρύτερη» συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν.
«Βαθιά απογοητευμένη» με την απόφαση Τραμπ δηλώνει και η Ρωσία, καταγγέλλοντας «χονδροειδή παραβίαση του διεθνούς δικαίου». Η Μόσχα διαμηνύει επίσης ότι είναι ανοιχτή σε περαιτέρω συνεργασία με τους άλλους εταίρους της συμφωνίας και ότι θα συνεχίσει να αναπτύσσει ενεργά τις διμερείς σχέσεις της με την Τεχεράνη.
ΠΗΓΗ: slpress.gr