Το πρώτο σχόλιο κάποιων μετά την αιφνίδια και πρωτοφανή παραίτηση του προέδρου του ΣτΕ ήταν “ποιος τον είχε επιλέξει;”. Επιδιώκοντας, προφανώς, να μεταθέσει το ζήτημα στο πεδίο μιας “εσωτερικής αντιπαράθεσης” στο ευρύτερο κυβερνητικό στρατόπεδο.
Προφανώς και δεν είναι αυτό το θέμα που παραπλανητικά και χάριν πολιτικών εντυπώσεων δημιουργείται. Διότι ο -όπως υπονοείται- “εκλεκτός” έχει πρωταγωνιστήσει σε σειρά αποφάσεων του ανωτάτου δικαστηρίου που προκάλεσαν πλείστα όσα εμπόδια και πολιτικές “ήττες” στην κυβέρνηση.Δίχως αυτό να μειώνει τις ευθύνες κάποιων για τις εν γένει επιλογές τους, ούτε τις ψευδαισθήσεις που ενίοτε τροφοδοτούν μια επιδερμική επιχειρηματολογία.
Από την ακύρωση του νόμου Φίλη για τα θρησκευτικά, μέχρι την παραγραφή υποθέσεων φοροδιαφυγής που εμπίπτουν στις έρευνες για τις λίστες Λαγκάρντ και Μπόργιανς. Αλλά και κατά τη διάρκεια του “πολέμου” στον…τηλεοπτικό αέρα (νόμος Παππά για την εκχώρηση τηλεοπτικών αδειών) ο κ. Σακελλαρίου ουδόλως υποστήριξε τις κυβερνητικές προθέσεις.
Αυτή η απλοϊκή προσέγγιση εμπεριέχει, άλλωστε, δόλο στην επιλογή κάθε προέδρου του ανωτάτου δικαστηρίου, καθώς πάντοτε υπάρχει ή δύναται να υπάρχει “κυβερνητικός δάκτυλος”. Και καταλήγει άκρως υπονομευτική για τον θεσμό. Μόνο που τους θεσμούς δεν τους υπονομεύουν πρωτίστως τα πρόσωπα αλλά οι αποφάσεις που λαμβάνουν.
Με έμμεσο τρόπο, ωστόσο, ο αποχωρήσας πρόεδρος του ΣτΕ μας θύμισε τον θρύλο του Μυλωνά του Πότσδαμ. Πρόκειται για ένα μη πραγματικό περιστατικό που, όμως, έχει εισαχθεί για τουλάχιστον πάνω από δύο αιώνες στη βιβλιογραφία και τη συζήτηση σχετικά με την Πολιτεία Δικαίου.
Ο θρύλος αναφέρει ότι στην Πρωσία του 18ου αιώνα, κοντά στο Πότσδαμ, ο Βασιλιάς Φρειδερίκος ο Μέγας ενοχλήθηκε από τον θόρυβο ανεμόμυλου που γειτνίαζε με τα θερινά του ανάκτορα και διατάρασσε τη γαλήνη του. Ο Φρειδερίκος κάλεσε τον μυλωνά και απαίτησε να του πουλήσει τον ανεμόμυλο. Όταν ο χωρικός αρνήθηκε, ο βασιλιάς του υπενθύμισε ότι ούτως ή άλλως (λόγω της εξουσίας του) μπορεί να απαλλοτριώσει τον ανεμόμυλο. Η απάντηση του μυλωνά ήταν “Ναι, μπορείς, αλλά υπάρχουν δικαστές στο Βερολίνο”.
Ο θρύλος δημοσιεύτηκε το 1787 και περιγράφει αυτή τη δικαστική διαμάχη μεταξύ του μυλωνά και του βασιλιά, για να αναδείξει την ισχύ που μπορεί να έχει η δικαστική εξουσία και το σύστημα απονομής δικαιοσύνης έναντι της εκτελεστικής ή της “ελέω Θεού” εξουσίας.
Ο κ. Σακελλαρίου, κατά το σαφές πολιτικό μήνυμα που συνόδευσε την παραίτησή του, θυμήθηκε τον μυλωνά του Πότσδαμ και αναφώνησε πως “υπάρχουν δικαστές εις τας Αθήνας”. Και έχει δίκιο. Μόνο που δεν έκανε τον κόπο να διατυπώσει ελάχιστο αυτοκριτικό λόγο για το ανώτατο δικαστήριο που επόπτευσε και για τον ρόλο, κατά περιπτώσεις, που διαδραμάτισε.
Είναι το ίδιο δικαστήριο που το 2012 και το 2014 έκρινε ως απολύτως συνταγματικά το πρώτο και το δεύτερο μνημόνιο. Έχει, δε, εξαιρετικό ενδιαφέρον η νομιμοποιητική βάση αυτών των αποφάσεων.
Μερικά σημεία, μάλιστα, είναι χαρακτηριστικά:
«Δεν αποτελεί το Μνημόνιο διεθνή συνθήκη, διότι με αυτό δεν αναλαμβάνονται αμοιβαίες δεσμεύσεις των μερών (;;;) που υπέγραψαν το κείμενό του στην αγγλική γλώσσα, ούτε, άλλωστε, προβλέπονται νομικά μέσα για τον εξαναγκασμό των ελληνικών αρχών στην πιστή και απαρέγκλιτη εφαρμογή του ή άλλου είδους νομικής φύσεως κυρώσεις, μέσω των οποίων θα επιτυγχανόταν εμμέσως ο ίδιος σκοπός, ούτε προκύπτει ότι τα υπογράψαντα το ανωτέρω κείμενο μέρη θέλησαν να προσδώσουν, κατ’ εξαίρεση, νομική δεσμευτικότητα στο κείμενο αυτό».
Με το Μνημόνιο δεν αναγνωρίζονται εξουσίες σε όργανα διεθνών οργανισμών (;;;), οι οποίες περιορίζουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την άσκηση της εθνικής κυριαρχίας, ενώ ταυτόχρονα η Κυβέρνηση διατηρεί την κατ’ άρθρο 82 του Συντάγματος εξουσία της (;;;) για τη χάραξη της γενικής πολιτικής της χώρας. Η ένταξη μας στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο -συνεχίζουν οι 55 δικαστές- δεν περιορίζει την άσκηση της εθνικής μας κυριαρχίας (;;;).
«Η θεσπισθείσα με τους νόμους 3833/2010 και 3845/2010 περικοπή αποδοχών και επιδομάτων εργαζομένων στο Δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα και συνταξιοδοτικών παροχών αποτελεί τμήμα ενός ευρύτερου προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής και προωθήσεως διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων της ελληνικής οικονομίας, το οποίο, συνολικώς εφαρμοζόμενο, αποσκοπεί τόσο στην αντιμετώπιση της κατά την εκτίμηση του νομοθέτη άμεσης ανάγκης καλύψεως οικονομικών της χώρας όσο και στη βελτίωση της μελλοντικής δημοσιονομικής και οικονομικής της καταστάσεως (;;;), δηλαδή στην εξυπηρέτηση σκοπών, που συνιστούν κατ’ αρχήν σοβαρούς λόγους δημοσίου συμφέροντος και αποτελούν, ταυτοχρόνως, και σκοπούς κοινού ενδιαφέροντος των κρατών μελών της Ευρωζώνης, εν όψει της καθιερουμένης από τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ενώσεως υποχρεώσεως δημοσιονομικής πειθαρχίας και διασφαλίσεως της σταθερότητας της ζώνης του ευρώ στο σύνολό της.
Τα μέτρα δε αυτά, λόγω της φύσεώς τους, συμβάλλουν αμέσως στην περιστολή των δημοσίων δαπανών (;;;). Εν όψει τούτων, με τα δεδομένα, που, κατά το νομοθέτη, συνέτρεχαν κατά τον χρόνο θεσπίσεως των επίμαχων μέτρων, τα μέτρα αυτά δεν παρίστανται, κατ’ αρχήν, απρόσφορα, και μάλιστα προδήλως, για την επίτευξη των επιδιωκόμενων με αυτά σκοπών, ούτε μπορεί να θεωρηθούν ότι δεν ήταν αναγκαία, λαμβανομένου, άλλωστε, υπόψη ότι η εκτίμηση του νομοθέτη ως προς τα ληπτέα μέτρα για την αντιμετώπιση της υπ’ αυτού διαπιστωθείσης κρίσιμης δημοσιονομικής καταστάσεως υπόκειται σε οριακό μόνον δικαστικό έλεγχο».
Ο κ. Σακελλαρίου μπορεί εύλογα να ισχυριστεί πως σε αυτές τις αποφάσεις ο ίδιος ανήκε στην μειοψηφία που διατύπωσε επιφυλάξεις. Το εξηγεί, άλλωστε, ο αντιμνημονιακός λόγος του κατά την ανακοίνωση της παραίτησής του.
Όταν, όμως, ως ανώτατος δικαστής έχεις τόσο καθαρή και ανεπιφύλακτη θέση κατά των μνημονίων και των καταστροφικών στην κοινωνία περικοπών που αποφασίστηκαν (με το πρώτο και το δεύτερο μνημόνιο) σε μισθούς, συντάξεις και, εν τέλει, στο ΑΕΠ -κατά 25%-, παραιτείσαι και διαχωρίζεις τη θέση σου όταν αυτή η καταστροφή συντελείται. Όχι τέσσερα χρόνια αργότερα κι αφού έχεις αποδεχθεί να προεδρεύσεις στο ίδιο αυτό δικαστήριο και ενώ βρίσκεσαι ενάμισι μήνα πριν την συνταξιοδότησή του.
Ο κ. Σακελλαρίου δεν είχε να πει κάτι για τις αποφάσεις του ΣτΕ επί των ημερών του, οι οποίες θεωρήθηκαν ότι υψώνουν τείχος προστασίας σε ομάδες που φοροδιαφεύγουν και άλλες ομάδες πολιτικής και μιντιακής επιρροής. Ως προς όλα αυτά υπάρχουν ή δεν υπάρχουν “δικαστές εις τα Αθήνας”;
Είναι προφανές πως η παραίτηση του προέδρου του ΣτΕ υποκρύπτει μία εσωτερική αντιπαράθεση στον χώρο της Δικαιοσύνης, ενδεχομένως και κάποιες προσωπικές φιλοδοξίες. Αυτό θα φανεί στο εγγύς μέλλον εάν ο κ. Σακελλαρίου αποφασίσει να κάνει το βήμα που θα τον περάσει από τη δικαστική έδρα στα έδρανα της Βουλής. Μπορεί να τον αδικούμε, ωστόσο επειδή έχει συμβεί αρκετές φορές κατά το παρελθόν, οφείλουμε να είμαστε καχύποπτοι και επιφυλακτικοί.
Μέχρι τότε, πάντως, ο πρόεδρος του ΣτΕ οφείλει να εξηγήσει πως έγιναν οι διαρροές για την (αντι)συνταγματικότητα του νόμου Κατρούγκαλου, ποιους υποπτεύεται και τι σκοπιμότητες υποκρύπτουν. Οφείλει, ακόμα, να εξηγήσει γιατί δεν αντέδρασε τόσο δυναμικά όταν οι συζητήσεις στην Ολομέλεια του ΣτΕ σχετικά με το νόμο για τις τηλεοπτικές άδειες γίνονταν “φύλλο και φτερό” σε συγκεκριμένα μέσα ενημέρωσης; Τότε, οι διαρροές δεν έπλητταν τον θεσμό του ΣτΕ και δεν καθιστούσαν δυσχερές το έργο του;
Το Ποτσδαμ απέχει πολύ από την Αθήνα. Ο θρύλος περιγράφει ότι ο μυλωνάς δικαιώθηκε έναντι του Φρειδερίκου. Είναι, ίσως, μια βολική κατάληξη για να την επικαλείται κανείς ώστε να αισιοδοξεί για την επικράτηση του θεσμικού επί του οικονομικού ή του πολιτικού (το αντίστροφο επικαλέστηκε ως επιχείρημα ο κ. Σακελλαρίου και είχε δίκιο).
Στην περίπτωσή της παραίτησης του προέδρου του ΣτΕ, ωστόσο, η επιχειρηματολογία, όσο συγκινητική κι αν ακούγεται, μένει μετέωρη και εν πολλοίς ανεξήγητη αλλά και με υπόνοιες για “δεύτερες σκέψεις”. Και το πλήγμα στην αξιοπιστία, όχι μόνο τη δική του, αλλά της ίδιας της Δικαιοσύνης και του ανωτάτου δικαστηρίου, είναι μεγάλο.
Ως εκ τούτου, μπορεί να προσέφερε νέα επιχειρήματα στην φαρέτρα της αντιπολίτευσης, ωστόσο ο ίδιος το μόνο που κέρδισε είναι μερικά λεπτά δημοσιότητας. Το πως θα τα εξαργυρώσει είναι δικό του θέμα…