Μέγα ψέμα όσα μου αποδίδονται περί Μακεδονίας, Ποντίων και Ατατούρκ, δηλώνει ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης, με αφορμή τις κατηγορίες που του απευθύνονται και οι οποίες αναζωπυρώθηκαν για να δικαιολογήσουν την άνανδρη επίθεση φασιστικών στοιχείων που δέχθηκε κατά την παρουσία του στην εκδήλωση για την Γενοκτονία των Ποντίων.
Διαβάστε τι είχε απαντήσει παλαιότερα ο Γιάννης Μπουτάρης σχετικά με όσα του καταλογίζονται. Δηλώσεις, βεβαίως, που αποκρύπτονται από όσους τον επικρίνουν και δίνουν λαβή στις επιθέσεις και τους προπηλακισμούς:
Ο ευρισκόμενος στη Μελβούρνη για τις εκδηλώσεις της 30ής επετείου της αδελφοποίησης των δυο πόλεων, δήμαρχος Θεσσαλονίκης, Γιάννης Μπουτάρης, τάχθηκε υπέρ μιας συμβιβαστικής λύσης στο θέμα της ΠΓΔΜ.
«Όποια και αν είναι η λύση αυτή, θα είναι οδυνηρή, αλλά είναι η μόνη διέξοδος» είπε ο κ. Μπουτάρης.
Ο ίδιος υπογράμμισε ότι η καταγωγή της οικογενείας του (από τη μια πλευρά) είναι από το Κρόσοβο, που σήμερα βρίσκεται στα γεωγραφικά σύνορα των Σκοπίων.
«Δεν μου πάει με τίποτα να πω αυτή την περιοχή Μακεδονία. Πρέπει να βρεθεί όμως μια λύση. Να κάνουμε ένα συμβιβασμό».
Ο κ. Μπουτάρης αναφέρθηκε στον πρώην πρόεδρο των Σκοπίων, Κίρο Γκλιγκόροφ, τον οποίο χαρακτήρισε «σοβαρό».
Ο Γκλιγκόροφ είχε προτείνει, είπε, τον όρο «Σλαβομακεδονία» που θα ήταν αποδεκτός.
Αναφερόμενος στο σημερινό πρόεδρο των Σκοπίων, Ν. Γκρουέφσκι, τον κατηγόρησε για σφετερισμό των ελληνικών συμβόλων.
«Αναγνωρίζω», είπε, «ότι οι άνθρωποι πρέπει να αποκτήσουν μια ταυτότητα. Να είναι κάτι. Να μην ξεχνάμε ότι είναι Βούλγαροι. Δεν υπάρχει γλώσσα Μακεδονική. Όλα αυτά τα δημιούργησε ο Τίτο. Λέω, λοιπόν, ότι το θέμα πρέπει κάποια στιγμή να λυθεί. Να λυθεί με μια συμβιβαστική λύση και ξέρω ότι αυτό θα είναι οδυνηρό για μας».
Ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης χαρακτήρισε ακροδεξιές αθλιότητες αυτά που του αποδίδουν (ότι δήθεν είπε ότι δεν ανέχεται να λέγεται ελληνική η Μακεδονία).
«Τεράστιο ψέμα» χαρακτήρισε, επίσης, ισχυρισμούς της αντιπολίτευσής (του), ότι πρότεινε να δοθούν τουρκικά ονόματα σε δρόμους της Θεσσαλονίκης και, μάλιστα, στην οδό Αγίου Δημητρίου!
«Αυτό», είπε, «ούτε Τούρκος δεν θα τολμούσε να το προτείνει και θα το πρότεινα εγώ που είμαι Έλληνας Ορθόδοξος;».
Ο κ.Μπουτάρης σημείωσε ότι και το ψέμα αυτό το αναπαραγάγει συνεχώς η αντιπολίτευση, παρά τις διαψεύσεις.
«Εγώ», τόνισε ο κ. Μπουτάρης, «κάποια στιγμή, όταν υπουργοί Εξωτερικών της Ελλάδας ήταν ο Παπανδρέου και της Τουρκίας ο Τζεμ και οι σχέσεις των δυο χωρών ήταν σε πορεία εξομάλυνσης, έκανα μια δήλωση με αφορμή μια τουρκική χειρονομία. Οι Τούρκοι έδωσαν, τότε, το όνομα του Γιώργου Σεφέρη σε οδό στα Βουρλά όπου είχε γεννηθεί ο νομπελίστας.
Στη Θεσσαλονίκη το 1938, με το θάνατο του Κεμάλ Ατατούρκ, με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου Θεσσαλονίκης μετονομάστηκε η οδός Αποστόλου Παύλου σε οδό Κεμάλ Ατατούρκ. Μετά τα γεγονότα του ’55 στην Κωνσταντινούπολη επαναφέρθηκε το όνομα Αποστόλου Παύλου.
Είπα, λοιπόν, επί Παπανδρέου και Τζεμ, ότι θα μπορούσε ο Δήμος Θεσσαλονίκης να επαναφέρει το όνομα του Ατατούρκ και έκτοτε με βρίζουν και έφτασαν να λένε κάποιοι ακροδεξιοί πως είχα προτείνει να μετονομαστεί η οδός Αγίου Δημητρίου σε οδό Κεμάλ Ατατούρκ. Τούρκος να ήμουν δεν θα το τολμούσα. Προς Θεού».
Στη συνέχεια, ο κ. Μπουτάρης σημείωσε ότι η ιστορική αλήθεια λέει πως Κεμάλ Ατατούρκ γεννήθηκε σε ένα χωριό έξω από τη Θεσσαλονίκη αλλά μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη.
«Αυτό είναι μια ιστορική αλήθεια. Όπως και ότι στην Τουρκία πολλοί τον θεωρούν σαν …Θεό. Είναι μια προσωπικότητα μεγάλη. Για μας σφαγέας των Ποντίων και των Αρμενίων και πολλών άλλων, αλλά για τους Τούρκους σπουδαία προσωπικότητα».
Στη συνέχεια σημείωσε ότι εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες πάνε κάθε χρόνο στην Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη, την Παναγία Σουμελά και σε άλλα μέρη της Τουρκίας.
«Εγώ όταν ανέλαβα δήμαρχος σκέφτηκα να βρω τρόπους να φέρω Τούρκους στη Θεσσαλονίκη. Φέτος θα έρθουν 100 χιλιάδες Τούρκοι στη Θεσσαλονίκη. Παράλληλα, λοιπόν, με την αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας τονώνουμε και τον τουρισμό της πόλης με τις πρωτοβουλίες μας» είπε.
Αναφερόμενος στην αντιπαράθεση που έχει με ορισμένους Ποντίους ο κ. Μπουτάρης είπε, ότι οι αναφορές του στον Ατατούρκ «είναι ένας από τους λόγους, αλλά όχι ο μόνος. Αν και εγώ ποτέ δεν επαίνεσα τον Ατατούρκ».
Και συνέχισε: «Οι Πόντιοι είναι μοιρασμένοι σε δυο μεγάλες ομάδες. Και τιμούν την ποντιακή γενοκτονία χωριστά. Τους είπα να κάνουν μια ενιαία εκδήλωση για να αναδειχθεί το θέμα της ποντιακής γενοκτονίας και να περάσει σωστά το μήνυμα. Τους πρότεινα, λοιπόν, να κάνει ο Δήμος την εκδήλωση και να καλέσει όλα τα σωματεία.
Με έβρισαν γι’ αυτό και χωρίς να πάρουν άδεια έκαναν εκδήλωση στην πλατεία Αγίας Σοφίας. Δόθηκαν εξηγήσεις και λύθηκε το θέμα. Εγώ, όχι μόνο δεν έχω να χωρίσω τίποτα με τους Πόντιους, αλλά ο γαμπρός μου είναι Πόντιος και τα εγγόνια μου είναι βλαχοποντιάκια. Το καλύτερο χαρμάνι, δηλαδή».
Για το gay parade της Θεσσαλονίκης είπε ότι «αυτό δεν γίνεται για τουριστικούς λόγους αλλά με βάση τις κοινοτικές οδηγίες, για την ίση αντιμετώπιση όλων των ιδιαιτεροτήτων».
Ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης είπε ακόμα, ότι ο Δήμος συνεργάζεται, πλέον, άψογα σε πολλούς τομείς με τη Μητρόπολη Θεσσαλονίκης παρά τις διαφορετικές αντιλήψεις σε κάποια θέματα.
Ο κ. Μπουτάρης σημείωσε ακόμα και την ανάγκη να αναδειχθεί η ιστορική Εβραϊκή παρουσία στη Θεσσαλονίκη.
Αναφέρθηκε μάλιστα και στη «μεγάλη συγγνώμη» εκ μέρους του και για λογαριασμό της Θεσσαλονίκης για την καθυστέρησή της να μνημονεύσει «την πιο ζοφερή στιγμή της ιστορίας της», αυτήν της εξόντωσης του εβραϊκού στοιχείου.
Όπως είπε, με αφορμή τα πρόσφατα αποκαλυπτήρια στον χώρο του Αριστοτελείου Πανεπιστήμιου του μνημείου σε ανάμνηση του παλαιού εβραϊκού νεκροταφείου, με τις 300.000 τάφους, το οποίο καταστράφηκε ολοσχερώς το 1942 από την τότε δημοτική αρχή, ο ίδιος αισθάνθηκε την ανάγκη να «ξεπλύνει την ντροπή».
«Η πόλη της Θεσσαλονίκης άργησε αδικαιολόγητα πολύ να σπάσει τη σιωπή της», είπε ο κ. Μπουτάρης. «Σήμερα, όμως, μπορεί να λέει ότι ντρέπεται για όσους δοσίλογους Θεσσαλονικείς συνεργάστηκαν με τους κατακτητές, για όσους γείτονες καταχράστηκαν περιουσίες, για όσους πρόδωσαν εκείνους που προσπάθησαν να διαφύγουν.
Κυρίως, ντρέπεται για τις Αρχές της πόλης: για τον δήμαρχο και τον γενικό διοικητή που συμφώνησαν αδιαμαρτύρητα να καταστρέψουν οι εργάτες του Δήμου εν μια νυκτί 500 χρόνια μνήμης και να μετατρέψουν το μεγαλύτερο εβραϊκό νεκροταφείο της Ευρώπης σε έναν κρανίου τόπο.
Ντρέπεται για τον έφορο της αρχαιολογικής υπηρεσίας που «εξεπλάγη» όταν το 1946 η εβραϊκή κοινότητα διαμαρτυρήθηκε για τη χρήση των επιτύμβιων πλακών ως οικοδομικού υλικού για την ανοικοδόμηση του ναού του Αγίου Δημητρίου. Και ντρέπεται για εκείνους τους πρυτάνεις, που μετά τον πόλεμο έχτισαν την Πανεπιστημιούπολη δίπλα και πάνω στα κατεστραμμένα μνήματα.
Δεν έχει νόημα να απολογούμαστε εμείς σήμερα για τις πράξεις τους – η ευθύνη ούτε συλλογική είναι ούτε και μεταβιβάζεται. Αναγνωρίζουμε, ωστόσο, ότι οι θεσμοί που εκπροσωπούμε δεν γεννήθηκαν χτες. Είναι φορείς μνήμης με συνέχεια στον χρόνο. Αναγνωρίζουμε, δηλαδή, ότι η απώλεια των 56.000 Εβραίων Θεσσαλονικέων είναι απώλεια για όλους μας – χριστιανούς, Εβραίους, μουσουλμάνους, άθεους και αγνωστικιστές.
Το Ολοκαύτωμα δεν σφράγισε μόνο το παρελθόν της πόλης μας, έκανε κάτι χειρότερο: της έκλεψε το μέλλον. Ποιος αμφιβάλλει ότι μια Θεσσαλονίκη μητέρα-πατρίδα μιας ανθούσας και κοσμοπολίτικης εβραϊκής κοινότητας θα ήταν μια άλλη πόλη;».