Ο Τραμπάκουλας δεν είναι πια εδώ. Μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της ελληνικής σάτιρας, ο Χάρρυ Κλυνν, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 78 ετών, χτυπημένος από τα σοβαρά προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε το τελευταίο διάστημα και τον είχαν καθηλώσει σε αναπηρικό αμαξίδιο –μια σκληρή μοίρα για έναν αεικίνητο ηθοποιό, ένα μυαλό ταλαντούχο και οξύ, που συχνά όμως δεν απέφυγε τις ακρότητες, ειδικά την εποχή της αντιμνημονιακής υστερίας.
Ο Χάρρυ Κλυνν, κατά κόσμον Βασίλης Τριανταφυλλίδης, ήταν η επιτομή του σατιρικού λόγου στη δεκαετία του 1970 και κυρίως του 1980. Ακριβώς δηλαδή την εποχή που o Ελληνας της επαρχίας έγινε ο Ελληνας των κοινοτικών κονδυλίων, την εποχή μας προέκυψε η εικόνα του νεόπλουτου νεοέλληνα των σκυλάδικων και των υπερβολών αλλά και την εποχή της οξείας πολιτικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στη ΝΔ του Κωνσταντίνου Καραμανλή και στο ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου. Σε επίπεδο πολιτικού σχολίου –συνεπικουρούμενος από τα εξαιρετικά κείμενα του Γιάννη Κακουλίδη– υπήρξε σχεδόν προφητικός.
Το ίδιο έκανε περιγράφοντας την ελληνική κοινωνία που μετασχηματιζόταν δραματικά από αυτήν της ανάγκης σε εκείνη της επιθυμίας. Ο Χάρρυ Κλυνν μας προσέφερε την αξέχαστη φιγούρα του «Τραμπάκουλα», του αφελή αλλά και πονηρού Ελληνα της υπαίθρου. Αλλά και αυτή του άξεστου ταξιτζή, ή του βαρύ μάγκα που όλα τα ξέρει. Η του χλιδάτου που δεν αντέχει την Αθήνα ως Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, διότι προτιμά τα νυχτερινά κέντρα.
Αργότερα συνέχισε να σατιρίζει, αλλά όχι με την ίδια επιτυχία –είχαν αλλάξει οι εποχές, είχε αλλάξει και το ύφος, ίσως είχαν αλλάξει και οι νεοέλληνες.
Η κηδεία του θα γίνει την Πέμπτη στην Καλαμαριά, εκεί όπου είχε γεννηθεί τον Μάιο του 1940.
Ο Χάρρυ Κλυνν ήταν ταλέντο κρυστάλλινο. Από αυτά που γεμίζουν τις ιστορίες επιτυχίας. Γεννήθηκε μέσα στη φτώχια, στην οικογένεια του Νίκου και της Κυριακής Τριανταφυλλίδη, πόντιων προσφύγων. Εξαιτίας δυσμενών οικονομικών συνθηκών, ωθήθηκε στην εργασία από την ηλικία των πέντε χρόνων. Η κομβική στιγμή στη ζωή του υπήρξε η συμμετοχή του σε μια βραδιά ταλέντων του φημισμένου Γιώργου Οικονομίδη στη δεκαετία του 1950. Εκτός από το πρώτο βραβείο, «κερδίζει» την πρόταση του Οικονομίδη να τον ακολουθήσει στην Αθήνα.
Για τρία χρόνια ο Οικονομίδης υπήρξε δάσκαλος και οδηγός του. Παράλληλα με τις δραματικές του σπουδές στη σχολή του Π. Kατσέλη, εμφανίζεται περιστασιακά σε κοσμικά κέντρα, όπως το «Kάστρο», ο «Bράχος», το «Tροκαντερό», το «Άλσος», και το «Γκρην Παρκ». Στη συνέχεια άρχισε να δουλεύει σε διάφορες ταβέρνες, αναψυκτήρια και καμπαρέ, που ανθούσαν εκείνη την εποχή, για μια τριετία ως πρώτος νουμερίστας και παρουσιαστής προγράμματος. Με τη συμμετοχή του σε δύο ταινίες («Γάμος αλά Ελληνικά» και «Τα 201 Καναρίνια») στις αρχές της δεκαετίας του 1960 άρχισε να γίνεται ευρύτερα γνωστός.
Το 1964 επιλέγει να κάνει το υπερατλαντικό ταξίδι. Ηταν για μερικές εμφανίσεις στο Μόντρεαλ, αλλά τελικά αυτή η περίοδος της ζωής του κράτησε 10 ολόκληρα χρόνια, δουλεύοντας στις HΠA και στον Kαναδά, σε κέντρα τις ελληνικής ομογένειας, σε καφεθέατρα ως stand up comedian (νέο τότε είδος, που μετέπειτα το εισήγαγε στην Ελλάδα), ως ηθοποιός σε underground παραστάσεις και παράλληλα ως συγγραφέας σατιρικών κειμένων. Στο Σικάγο παντρεύεται τη γυναίκα του, Χαρίκλεια και εκεί αποκτά το πρώτο από τα 3 του παιδιά, τον Νίκο, ο οποίος έγινε σκηνοθέτης και έφυγε από τη ζωή το 2016. Αργότερα στο Μόντρεαλ απέκτησε τον δεύτερο του γιο Αποστόλη, ενώ η κόρη του Κορίνα γεννήθηκε στην Αθήνα.
Γυρίζει στην Ελλάδα το χειμώνα του 1974 και πρωτοεμφανίζεται στις μπουάτ της Πλάκας, στον «Aιγόκερω» και μετά στο «Zυγό» και τη «Διαγώνιο». Υστερα δούλεψε στα νυχτερινά κέντρα «Διογένης», «Δειλινά» και «Στορκ». Άρχισε να γίνεται ευρύτερα γνωστός με την κυκλοφορία του πρώτου του δίσκου «Για δέσιμο» (1978), που κυκλοφόρησε από την Columbia το φθινόπωρο του 1978. Η επιτυχία εντυπωσιακή, όχι μόνο σε πωλήσεις αλλά και από το γεγονός ότι δεν ήταν δίσκος με μουσική, αλλά με σατιρικά κείμενα.
Ηταν τέτοιο το σουξέ που παράλληλα με τους επόμενους δίσκους του –«Δοξάστε με» (1979), «Πατάτες» (1981), «Γεώργιος Σουρής» (1982), «Μαλακά, πιο μαλακά» (1984), «Και πάσης Ελλάδος» (1985), «Εθνος Ανάδελφον» (1985), «Τίποτα» (1987), «Νatin Fatin» (1987), «Ραντεβού με την εισαγγελία» (1989)– θραύση στην αγορά έκαναν οι «πειρατικές» κασέτες του με τις ηχογραφήσεις των παραστάσεών του.
Πηγή: protagon.gr
https://www.facebook.com/tromaktiko/videos/1325107077536309/?t=11