Ο Σταύρος Τσιροζίδης ήταν ένας από τους αστυνομικούς που έκλεισαν την λεωφόρο Μαραθώνος κατά τη διάρκεια της πυρκαγιάς, ενώ η περιγραφή του στο Έθνος για την τραγωδία συγκλονίζει.
«Ζήσαμε την κόλαση. Όταν έκλεισα τη λεωφόρο Μαραθώνος με τη μηχανή δεκάδες οδηγοί μάς έριχναν κατάρες, ούρλιαζαν και φώναζαν προς εμάς. Ήθελαν να πάνε στο Μάτι και στο Βουτζά για να σώσουν τις περιουσίες τους. Δεν πίστευε κανείς τους ότι η φωτιά θα περάσει τη Μαραθώνος. Με όλη τη δύναμη της ψυχής μου τους έλεγα ότι δεν μπορώ να τους αφήσω να περάσουν. Ότι μαίνεται ανεξέλεγκτη φωτιά».
Στο Μάτι έφτασα περίπου στις 18.05. Ο διοικητής μου ήταν ήδη εκεί. Πήρα εντολή να κάνω εκτροπή της κυκλοφορίας στη Μαραθώνος για να μπορούν να κάνουν τα αυτοκίνητα αναστροφή προς Αθήνα και να μην πάνε προς τη φωτιά που εκείνη την ώρα ήταν στο Βουτζά. Όταν κλείσαμε το ρεύμα της Μαραθώνος και στη συνέχεια τη Φλέμινγκ επικράτησε πανικός. Οδηγοί ζητούσαν να τους αφήσουμε να πάνε στο Μάτι και στο Βουτζά. Μας ζητούσαν να πάνε στις επικίνδυνες ζώνες, που λίγο μετά κάηκαν.
Ήθελαν να σώσουν ό,τι μπορούν. Ένας με χτύπησε με τον προφυλακτήρα του αυτοκινήτου του. Υπήρχαν οδηγοί που δεν έφευγαν με τίποτα. Την ίδια ώρα, βγάζαμε τα αυτοκίνητα που ήταν στο Μάτι και στο Βουτζά. Τους κατευθύναμε προκειμένου να βγαίνουν από το Μάτι και αντί να κάνουν δεξιά, να στρίβουν αριστερά προς Αθήνα. Έτσι απεγκλωβίστηκαν τουλάχιστον 600 οχήματα, ενώ άλλα τόσα θα έμπαιναν στην περιοχή αν δεν τα εμποδίζαμε. Οι άνθρωποι αυτοί σώθηκαν.
Ο ίδιος πανικός επικρατούσε στο λιμάνι της Ραφήνας. Ερχόταν με τα καράβια κόσμος από διακοπές και είχε άγνοια για το τι συνέβαινε. Περίπου στις 18.25 ενημερωθήκαμε ότι η φωτιά περνάει τη Μαραθώνος. Όλα έγιναν πολύ γρήγορα και με τον αέρα να φυσάει σαν να είναι χειμώνας».
Ο Σταύρος Τσιροζίδης μαζί με τον διοικητή του πήγαν κατευθείαν στο Μάτι: «Μπήκαμε στο Μάτι. Διώχναμε κόσμο από την πλατεία και από τα στενά της Εθνικής Αντιστάσεως. ‘Φύγετε να σωθείτε’, τους λέγαμε. Οι σκηνές ήταν δραματικές. Άλλοι μας ακούγανε και φεύγανε να σωθούν από την κατεύθυνση που τους λέγαμε και άλλοι δεν μας ακούγανε. Υπήρχε κόσμος που ήθελε να ανέβει στο Κόκκινο Λιμανάκι, δηλαδή σε τελείως λάθος κατεύθυνση».
Μιλώντας για το χωράφι στο οποίο βρέθηκαν απανθρακωμένοι 26 άνθρωποι, ο αστυνομικός λέει:
Φτάσαμε σε απόσταση 50 μέτρων από το μοιραίο χωράφι. Όλα γύρω μας ήταν καμένα. Δεξιά, αριστερά βλέπαμε καμένες κολώνες της ΔΕΗ, καλώδια να φλέγονται, καμένα σπίτια και αυτοκίνητα. Δυστυχώς σχεδόν όλα τα καμένα αυτοκίνητα που αντικρίσαμε στην περιοχή είχαν πρόσωπο προς το Κόκκινο Λιμανάκι. Ο κόσμος ήθελε να πάει προς τη θάλασσα για να σωθεί και κάηκε. Στις 21.15 φτάσαμε στην πλατεία. Εκεί μας ενημέρωσαν πολίτες ότι λίγο μετά το κάμπινγκ υπάρχει ένα άτομο νεκρό. Πράγματι βρήκαμε άνδρα που είχε πεθάνει από ασφυξία. Τα ρούχα του είχαν καεί λίγο. Κατόπιν, κατεβήκαμε στη Ποσειδώνος.
Σταματήσαμε σε ένα ξενοδοχείο. Στην παραλία υπήρχε ένα απανθρακωμένο πτώμα. Αφήσαμε τη μηχανή και αρχίσαμε να ψάχνουμε για εγκλωβισμένους. Με το φακό φτάσαμε στο δρόμο όπου είχαν εγκλωβιστεί πολλά αυτοκίνητα με κόσμο. Είμαι 18 χρόνια στην Αστυνομία, έχω δει πολλούς διαμελισμένους ανθρώπους σε τροχαία, αλλά αυτή η εικόνα πραγματικά δεν μπορεί να συγκριθεί με καμία. Άνθρωποι, μικροί και μεγάλοι, απανθρακωμένοι. Καταλάβαινες ότι κάποιοι από αυτούς ήταν μικρά παιδιά και δεν μπορούσες να το πιστέψεις».
Τα όσα αναφέρει στη συνέχεια δεν τα χωράει ανθρώπου νους: «Υπήρχαν άνθρωποι που δεν πέθαναν από τις φλόγες αλλά από τη θερμοκρασία. Έλιωσαν. Σκεφτείτε ότι είδα ζάντες, οι οποίες έχουν και τιτάνιο, να έχουν λιώσει και να έχουν πάρει υγρή μορφή. Διανοείστε το ανθρώπινο σώμα τι γίνεται σε αυτές τις θερμοκρασίες; Το αλουμίνιο λιώνει περίπου στους 600 βαθμούς».