Νέες βολές κατά του Τούρκου προέδρου εξαπέλυσε ο Ντόναλντ Τραμπ, όσον αφορά την απελευθέρωση του πάστορα Άντριου Μπράνσον. Μιλώντας στο πρακτορείο Reuters ο Τραμπ δήλωσε ότι νόμιζε ότι είχε συμφωνήσει με τον Ερντογάν όταν βοήθησε να πειστεί το Ισραήλ να αποφυλακίσει μια υπήκοο Τουρκίας.
«Νομίζω ότι είναι πολύ λυπηρό αυτό που κάνει η Τουρκία. Νομίζω ότι κάνουν ένα φρικτό λάθος. Δεν θα υπάρξουν παραχωρήσεις», είπε. Ο Τραμπ είπε ότι ο Ερντογάν ζητούσε την επιστροφή της γυναίκας αυτής από το Ισραήλ.
Ο Αμερικανός πρόεδρος σημείωσε ότι δεν τον ανησυχεί αν οι τιμωρητικοί δασμοί που επέβαλε στην Τουρκία θα πλήξουν την ευρωπαϊκή οικονομία.
Η αμερικανική κυβέρνηση επέβαλε δασμούς στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου, εγείροντας ανησυχίες για τις πιθανές επιπτώσεις που θα έχει η κίνηση αυτή στην Ευρώπη. «Δεν με νοιάζει. Δεν με νοιάζει. Αυτό ήταν το σωστό πράγμα που έπρεπε να γίνει», είπε ο Τραμπ όταν ρωτήθηκε για τις ενδεχόμενες ζημίες σε άλλες οικονομίες.
Το παρασκήνιο της συμφωνίας
Οι δύο ηγέτες συναντήθηκαν στη σύνοδο του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες στα μέσα Ιουλίου και συζήτησαν την υπόθεση του Μπράνσον και το τι θα μπορούσε να γίνει για να απελευθερωθεί ο πάστορας, σύμφωνα με έναν αξιωματούχο του Λευκού Οίκου.
Η Τουρκία είχε ζητήσει την αμερικανική βοήθεια ώστε να πειστούν οι Ισραηλινοί να απελευθερώσουν την Τουρκάλα. Σε αντάλλαγμα, η Άγκυρα θα απελευθέρωνε τον Μπράνσον και άλλους Αμερικανούς υπηκόους. Ο Τραμπ είπε ότι ο ίδιος τήρησε τη δική του πλευρά της συμφωνίας. «Έβγαλα αυτό το πρόσωπο έξω (από τη φυλακή). Ανέμενα από εκείνον (σ.σ. τον Ερντογάν) ότι θα άφηνε αυτόν τον αθώο και θαυμάσιο άνθρωπο και θαυμάσιο πατέρα και θαυμάσιο Χριστιανό».
Το Ισραήλ, που επιβεβαίωσε ότι ο Τραμπ είχε ζητήσει την αποφυλάκιση της Εμπρού Οζκάν, την απέλασε στις 15 Ιουλίου. Η Άγκυρα διαψεύδει ότι είχε συμφωνήσει ποτέ να απελευθερώσει τον Μπράνσον σε αντάλλαγμα.
Ο Τραμπ πρόσθεσε: «Συμπαθώ την Τουρκία. Συμπαθώ πάρα πολύ τον τουρκικό λαό. Μέχρι τώρα είχα πολύ καλή σχέση, όπως γνωρίζετε, με τον πρόεδρο. Τα πηγαίναμε πολύ καλά. Είχα μια πολύ καλή σχέση. Αλλά αυτό δεν μπορεί να είναι μονόδρομος. Δεν είναι πλέον μονόδρομος για τις ΗΠΑ», κατέληξε.